Σαν σήμερα, η ιστορία της Κρήτης ντύνεται στα μαύρα, αλλά και στα χρώματα της περηφάνιας. Στις 2 Ιουνίου 1941, λίγες μέρες μετά την ηρωική Μάχη της Κρήτης, οι Γερμανοί κατακτητές διαπράττουν ένα από τα πρώτα και πιο αποτρόπαια εγκλήματα πολέμου στη σκλαβωμένη Ευρώπη: τη Σφαγή στο Κοντομαρί.
Η σθεναρή αντίσταση των Κρητικών, που ύψωσαν το ανάστημά τους στους αλεξιπτωτιστές του Χίτλερ με ό,τι είχαν στα χέρια τους –πέτρες, μαχαίρια, τσεκούρια– δεν έμεινε αναπάντητη. Ο εχθρός, τυφλωμένος από μίσος και ταπεινωμένος από τον παλλαϊκό ξεσηκωμό, διατάζει αντίποινα.
Στο μικρό, περήφανο χωριό του Κοντομαρί, απόσπασμα του γερμανικού αερομεταφερόμενου σώματος (Fallschirmjäger), υπό τις εντολές του στρατηγού Κουρτ Στούντεντ, συγκεντρώνει τους άνδρες του χωριού στην πλατεία. Περίπου 25 άμαχοι άνδρες, ηλικίας από 18 έως 50 ετών, εκτελούνται εν ψυχρώ με πολυβόλα. Μανάδες, σύζυγοι και παιδιά παρακολουθούν ανήμποροι τον θρήνο να γίνεται ιστορία.
Οι στιγμές της θυσίας καταγράφονται από τον ίδιο τον Γερμανό φωτογράφο Φραντς Πέτερ Βάιξλερ, και οι φωτογραφίες που έμειναν πίσω δεν αφήνουν περιθώριο στη λήθη.
Αυτή η εκτέλεση δεν ήταν απλώς ένα έγκλημα. Ήταν το πρώτο μαζικό ολοκαύτωμα αμάχων στην Ευρώπη από τις ναζιστικές δυνάμεις. Ήταν το τίμημα της ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, που ο Κρητικός πλήρωσε χωρίς να λυγίσει. Οι υπεύθυνοι δεν τιμωρήθηκαν ποτέ όπως έπρεπε – αλλά η μνήμη και η τιμή δεν σβήστηκαν.
Το Κοντομαρί δεν λύγισε. Θυσιάστηκε. Και έγινε σύμβολο.
Σήμερα, υποκλινόμαστε στους ήρωες. Τους απλούς ανθρώπους που στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων και έγραψαν με το αίμα τους ένα κομμάτι της ελληνικής ιστορίας που δεν θα ξεχαστεί ποτέ.