Τσίπρας και Ανδρουλάκης καλούν τους πολίτες να μη δώσουν ψήφο στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Να μην επιτρέψουν να προκύψει αυτοδύναμη κυβέρνηση στις εκλογές της 25ης Ιουνίου και να συρθεί η χώρα σε τρίτες κάλπες. Επιβεβαιώνουν με τον τρόπο αυτόν την ανάγκη να δοθεί ισχυρή εντολή στη Νέα Δημοκρατία.
Ο Αλέξης Τσίπρας, πριν από τις εκλογές της 21ης Μαΐου και την πανωλεθρία που υπέστη ζητούσε από τους πολίτες να υπερψηφίσουν τον ίδιον και το κόμμα του προκειμένου να προχωρήσει σε μια προοδευτική κυβέρνηση που ουδείς γνώριζε πώς θα προκύψει. «Την Κυριακή ψηφίζουμε, τη Δεύτερα έχουμε κυβέρνηση» δήλωνε.
Και όχι μόνο αυτό. Κατηγορούσε τον Κυριάκο Μητσοτάκη ότι αδιαφορούσε για τη σταθερότητα της χώρας επιδιώκοντας την αυτοδυναμία. Και τον κατηγορούσε επίσης ότι είναι διατεθειμένος, αν δεν την πετύχει, να πάει και σε… τρίτες κάλπες.
Είχε φτάσει δε στο σημείο να διαμορφώνει την πρότασή του για… προοδευτική κυβέρνηση αναλόγως των εξελίξεων. Από τη σύμπραξή του με τον Νίκο Ανδρουλάκη και τον Γιάνη Βαρουφάκη και την ανοχή του ΚΚΕ, είχε περάσει στη σύμπραξη με τους δύο πρώτους, στη σύμπραξη μόνο με τον πρώτο και την ανοχή του Γιάνη Βαρουφάκη. Στη συνέχεια στη σύμπραξη μόνο με το ΠΑΣΟΚ.
Και όλα αυτά με το ενδεχόμενο του σχηματισμού κυβέρνησης ηττημένων να παραμένει στο προσκήνιο, με την προϋπόθεση πάντα να έβγαιναν τα κουκιά. Άλλωστε ο Αλέξης Τσίπρας και η ηγετική ομάδα του είχαν δεδομένο ότι το ποσοστό του 2019 ήταν η… βάση τους από την οποία ξεκινούσαν στις εκλογές της προηγούμενης Κυριακής. Ήταν πεπεισμένοι ότι το ποσοστό αυτό ήταν δεδομένο, όπως και οι ψηφοφόροι, τους οποίους σήμερα χαρακτηρίζουν παραπλανημένους εξηγώντας τη στάση τους με ψυχιατρικούς όρους.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης
Ο Νίκος Ανδρουλάκης δήλωνε πως πρέπει να σχηματιστεί κυβέρνηση από την πρώτη Κυριακή. Έθετε μεν προϋποθέσεις που γνώριζε πως δύσκολα θα γίνουν αποδεκτές, ειδικά αυτή που αφορούσε το πρόσωπο του πρωθυπουργού της όποιας συγκυβέρνησης, δήλωνε όμως ότι στόχος του είναι να βρεθεί η Νέα Δημοκρατία στη θέση της αντιπολίτευσης, αλλά και ότι το ΠΑΣΟΚ είναι ο αντίπαλος της δεξιάς, δείχνοντας με αυτόν τον τρόπο τι εννοεί ως προς το σχήμα της υποτιθέμενης συγκυβέρνησης.
Έφτασε στο σημείο μάλιστα να κατηγορήσει τον Αλέξη Τσίπρα πως με τις δηλώσεις του περί προοδευτικής κυβέρνησης μόνο στην περίπτωση που ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πρώτο κόμμα, υπονομεύει την ίδια την απλή αναλογική.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης κατηγορούσε επίσης τον Κυριάκο Μητσοτάκη ότι αδιαφορεί για τη χώρα διότι έδειχνε προς τις δεύτερες κάλπες. Και είχε συνταχθεί με τον Αλέξη Τσίπρα ως προς τις αναφορές περί τρίτων εκλογών που θα κατέστρεφαν τη χώρα. Δηλώνει επίσης ότι ακόμη και 149 βουλευτές να έχει η Νέα Δημοκρατία δεν θα συνεργαστεί…
Τώρα δεν έχουν πρόβλημα
Το αποτέλεσμα της Κυριακής 21ης Μαΐου άλλαξε άρδην όχι απλώς το πολιτικό σκηνικό αλλά και τις θέσεις των δύο αρχηγών, οι οποίοι συντεταγμένα σχεδόν ζητούν από τους πολίτες να μην ψηφίσουν τη Νέα Δημοκρατία και τον Κυριάκο Μητσοτάκη, αλλά να επιλέξουν τον έναν από τους δύο ώστε να αποφευχθεί το ενδεχόμενο ισχυρής αυτοδύναμης κυβέρνησης.
Και ναι μεν διαγκωνίζονται πλέον για το ποιος θα είναι δεύτερο κόμμα, εν τούτοις επιχειρούν να περάσουν το μήνυμα πως οι εκλογές της 25ης Ιουνίου αφορούν το ποιο κόμμα θα είναι αξιωματική αντιπολίτευση. Αν δηλαδή θα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα ή το ΠΑΣΟΚ στη δεύτερη θέση και όχι αν η χώρα θα έχει μια ισχυρή κυβέρνηση.
Καλούν, σχεδόν εκλιπαρούν, τους ψηφοφόρους να τους στηρίξουν σε αυτήν τη μάχη. Τη δική τους μάχη. Τη μεταξύ τους μάχη πολιτικής επιβίωσης. Να κλείσουν τα μάτια στην ανάγκη να υπάρξει μια σταθερή, ισχυρή κυβέρνηση, πολύ δε περισσότερο μετά και τις εξελίξεις στην Τουρκία όπου η ολοκλήρωση των εκλογικών διαδικασιών θα οδηγήσει και στη διαμόρφωση των συνθηκών που θα επικρατήσουν μεταξύ των δύο πλευρών.
Ουσιαστικά αδιαφορούν αν η χώρα θα κυβερνηθεί. Ζητούν να διαμορφωθεί το πολιτικό σκηνικό με τρόπο που θα ωφελεί τον έναν από τους δύο ή και τους δύο κόντρα στη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη. Χρησιμοποιούν την ίδια φρασεολογία επικαλούμενοι τον «μπαμπούλα» της δεξιάς που μόνο κάποιος από αυτούς μπορεί να νικήσει. Και υποστηρίζουν πως αν επαναληφθεί η ψήφος της 21ης Μαΐου θα υπάρξει ένα καθεστώς σε βάρος της Δημοκρατίας, χαρακτηρίζοντας ουσιαστικά τη βούληση των πολιτών απειλή.