Με μία ομιλία copy paste των fake news και της καταστροφολογίας της «μαύρης αγκινάρας» του Αλέξη Τσίπρα, ο Νίκος Ανδρουλάκης επιχείρησε να φανεί ως ο εκφραστής της… προοδευτικής παράταξης και της κεντροαριστεράς στην ποδιά της οποίας «σφάζονται» πλέον ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ με το βλέμμα στη δεύτερη… θέση.

Τα όσα είπε μιλώντας στους νέους βουλευτές και στα στελέχη του κόμματος το μεσημέρι της Κυριακής έρχονται να επιβεβαιώσουν την ανάγκη να έχει η χώρα αυτοδύναμη κυβέρνηση μετά τις εκλογές της 25ης Ιουνίου.

Οι αντιδεξιές κορόνες και η ρητορική που απορρίφθηκε την προηγούμενη Κυριακή, οι επιθέσεις στη ΝΔ και τον Κυριάκο Μητσοτάκη, οι αφορισμοί και οι περι προοδευτισμού αναφορές σε μια κοινωνία που αναζητεί προτάσεις και λύσεις για το αύριο ανέδειξαν την παντελή απουσία ενός σοβαρού αφηγήματος.

Ο Νίκος Ανδρουλάκης έφτασε στο σημείο να υπαινιχθεί ότι η χώρα βρίσκεται σε μια κατάσταση όπως αυτή λίγο πριν από τα μνημόνια, προκαλώντας παγωμάρα στο κοινό στο οποίο απευθυνόταν, κυρίως διότι αντέγραψε πλήρως τα όσα ο Αλέξης Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ υποστήριξαν.

Μίλησε για αδιέξοδο εξαιτίας της πολιτικής της ΝΔ, αναφέρθηκε στη μεσαία τάξη δηλώνοντας ότι οδηγείται στην καταστροφή και κατηγόρησε την κυβέρνηση για τα πάνω από 50 δισ. ευρώ που διέθεσε για ν' αντιμετωπίσει την πανδημία και την ενεργειακή κρίση που μετατράπηκε σε πληθωριστική σε παγκόσμιο επίπεδο.

Κυρίως όμως έδειξε πως αυτό που ο ΣΥΡΙΖΑ δήλωνε προεκλογικά είναι αλήθεια. Ότι οι προτάσεις των δύο κομμάτων συγκλίνουν όχι μόνο στην καταστροφολογία αλλά και στην ακοστολόγητη υποσχεσιολογία που δύναται στην πραγματικότητα να οδηγήσει, αν ποτέ εφαρμοστεί, στα βράχια.

Ο Νίκος Ανδρουλάκης αντέγραψε πλήρως τη ρητορική του Αλέξη Τσίπρα, ακόμη και για «πάτσηδες» μίλησε, απευθείας αναθέσεις, και τάχθηκε κατά των μέσων ενημέρωσης. Ακόμη και στους νέους απευθύνθηκε με την ίδια λογική. Ακόμη και για καταπάτηση ανθρώπινων δικαιωμάτων έκανε λόγο.

Ουσιαστικά δήλωσε ότι θέλει να αντικαταστήσει τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα στον λαϊκισμό και στην καταστροφολογία, που όμως οι πολίτες -όπως φάνηκε από τις επιλογές τους και την ψήφο τους- δεν αποδέχονται και καταδίκασαν στις 21 Μαΐου.