Τις διαγραφές των στελεχών που «βγήκαν στο αντάρτικο» ζητάει η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Θεοδώρα Τζάκρη, σε συνέντευξη που παραχώρησε στον ΣΚΑΙ, στους δημοσιογράφους Δημήτρη Οικονόμου και Άκη Παυλόπουλο. Κληθείσα να τοποθετηθεί στους στόχους για τις επιδόσεις του Στέφανου Κασσελάκη, εκείνη τους τοποθέτησε στις επόμενες εθνικές εκλογές του 2027 και όχι στις επερχόμενες ευρωεκλογές του 2024, καθώς βλέπει ότι μια ανάκαμψη του ΣΥΡΙΖΑ είναι πολύ δύσκολη σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα. Προφανώς, εάν ο στόχος -προκειμένου να μετρηθεί η αποτελεσματικότητα του Στέφανου Κασσελάκη- ήταν οι ευρωεκλογές, όπου τα αποτελέσματα δεν αναμένονται να είναι καλύτερα από εκείνα των εθνικών εκλογών του 2023, θα σήμαινε ότι ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ θα μετρούσε μήνες προτού τελικά αντικατασταθεί.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Θεοδώρα Τζάκρη υιοθετεί σκληρή στάση προς την εσωκομματική αντιπολίτευση, λέγοντας ότι κάποια από τα ιστορικά στελέχη του κόμματος θέλουν να κάνουν το κόμμα «καλοκαιρινό», ενώ τους απέδωσε συντεταγμένο σχέδιο και συντονισμένη δράση. Παράλληλα, θεωρεί ότι εάν ο Στέφανος Κασσελάκης δεν πιέσει τελικά για τη διαγραφή τους, αυτό θα συνιστά πολιτική αυτοκτονία. Και η αλήθεια είναι ότι δεν έχει άδικο: ακόμη και αν από θαύμα δεν διασπαστεί ο ΣΥΡΙΖΑ τις επόμενες ημέρες -ή έστω στο συνέδριο του Φεβρουαρίου- μια κακή επίδοση του ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές του 2024, θα σήμαινε το τέλος του Στέφανου Κασσελάκη από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς τα στελέχη των συνιστωσών θα ζητούσαν το κεφάλι του επί πίνακι.
Η δήλωση της Τζάκρη
Άκης Παυλόπουλος: «Άρα εάν τα αποτελέσματα στις ευρωεκλογές δεν είναι καλά, δεν πρέπει να τεθεί θέμα ηγεσίας ή να αποχωρήσει ο κύριος Κασσελάκης».
Θεοδώρα Τζάκρη: «Κατ' εμέ όχι. Η λύση Κασσελάκη είναι λύση μακράς πνοής. Τώρα το αν υπάρχει ένα συστημικό σχέδιο -όχι αποδόμησης- μεμονωμένων αγωνιστών που δήθεν καταφέρονται εναντίον του - γιατί εγώ νομίζω ότι εκεί εντάσσονται όλες αυτές οι προσπάθειες και των τεσσάρων που αναφέρατε προηγουμένως, αλλά και αυτών που μιλούν και μίλησαν το προηγούμενο διάστημα».
Δημήτρης Οικονόμου: «Θα συμπορευτείτε με αυτούς, κυρία Τζάκρη; Ένας άνθρωπος που λέει -όπως ο κύριος Δρίτσας προχθές στην εκπομπή μας- ότι πρέπει να φύγει ο πρόεδρος απ' τον ΣΥΡΙΖΑ και να φτιάξει δικό του κόμμα, είναι ξένο σώμα δηλαδή, μπορείτε να συμπορευτείτε με αυτούς τους ανθρώπους;»
Θεοδώρα Τζάκρη: «Είναι κρίμα που ο Θοδωρής ο Δρίτσας έκανε αυτές τις δηλώσεις, μετά από αυτήν την πολύχρονη, 16 ετών βουλευτική θητεία, υπουργική θητεία και πολλά άλλα, να επιλέξει αυτό το γκροτέσκο πολιτικό φινάλε για τον ίδιο. Εγώ θέλω να σας θυμίσω ότι αυτά -να φύγει ο πρόεδρος, να διαγραφεί ο πρόεδρος- έχουν να ειπωθούν από το 1975 στο ΠΑΣΟΚ, όπου τότε έφυγε ολόκληρη η Δημοκρατική Άμυνα αν θυμάστε και μάλιστα κολοσσιαία ονόματα μεταξύ αυτών. Γιατί πιστεύετε ότι εμφανίζονται όλα αυτά μετά από 40 - 50 χρόνια, όχι μόνο στην Αριστερά, σε οποιοδήποτε κόμμα - και μη μου πείτε το ελαφρυντικό ή το πρόσχημα αν θέλετε της μεγάλης ηλικίας, όπως έκανε προχθές και ο κύριος Βίτσας, που μας είπε ότι υπάρχει απόφαση για πολιτικό κόμμα και μας είπε και το όνομα του κόμματος. Τίποτα δεν είναι τυχαίο και δεν είναι αυθόρμητο. Αυτό το είδαμε να το γράφουν σε άρθρα, είδαμε να κυκλοφορεί σε κείμενα για συλλογή υπογραφών σε ολόκληρη τη χώρα και μας το ξεφούρνισε προχτές ο κύριος Δρίτσας, μετά την πολύ πετυχημένη περιοδεία του Στέφανου Κασσελάκη στη Βόρεια Ελλάδα (...) ακριβώς για να φέρει στο τραπέζι την κρεβατομουρμούρα και την εσωστρέφεια. Και μάλιστα αυτό έγινε συνειδητά».
Δημήτρης Οικονόμου: «Θα παραμείνετε ενωμένοι; Ο πρόεδρος χθες προσπάθησε να κάνει μια ενωτική ομιλία».
Θεοδώρα Τζάκρη: «Με ρωτήσατε για τις επιδιώξεις μας. Κατ’ αρχάς, εδώ φαίνεται ότι υπάρχει μια προειλημμένη απόφαση».
Άκης Παυλόπουλος: «Να φύγουν, ή να καταστρέψουν;»
Θεοδώρα Τζάκρη: «Εγώ πιστεύω ότι θέλουν να το κάνουν "καλοκαιρινό''».
Άκης Παυλόπουλος: «Αν κάνει πίσω στις διαγραφές ο κύριος Κασσελάκης, θα είναι ένδειξη αδυναμίας; Θα είναι σε ομηρία πια;»
Θεοδώρα Τζάκρη: «Θα είναι λάθος. Θεωρώ το να σταθεί δίπλα σε αυτούς τους ανθρώπους, που έχουν πάρει την απόφαση "γαία πυρί μειχθήτω", είναι κάτι σαν πολιτική αυτοκτονία».