Αν παρακολουθήσει κάποιος με προσοχή τις θέσεις του Στέφανου Κασσελάκη για την οικονομία και όσα υποστηρίζει στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις με τους πολίτες που συναντάει στις περιοδείες του, θα μείνει έκπληκτος.
Το πολιτικό υπόβαθρο των θέσεών του βασίζεται σε μια εξόχως λαϊκίστικη ρητορική, με μέτρα τεράστιου δημοσιονομικού κόστους, χωρίς στοιχειώδη κοστολόγηση, χωρίς σχεδιασμό, χωρίς καν έλεγχο εάν εναρμονίζονται με την ευρωπαϊκή νομοθεσία. Πρόσφατο παράδειγμα τα όσα είπε χθες από τη Θεσσαλία.
Με βάση όσα έχει υποσχεθεί μέχρι τώρα, αν τύχαινε να αναλάβει τη διακυβέρνηση του τόπου, ο Κασσελάκης θα έχει προσθέσει:
-16 δισ. ευρώ δημοσιονομικό κόστος των βασικών μέτρων κατά το πρώτο έτος εφαρμογής
-8 δισ. ευρώ ετήσιο κόστος για τα επόμενα έτη
-40 δισ. ευρώ συνολικό πρόσθετο δημοσιονομικό κόστος στα τέσσερα έτη εφαρμογής, χωρίς καμία ρεαλιστική πηγή εσόδων, αγνοώντας τη δημοσιονομική ισορροπία της χώρας.
Για σειρά λεγομένων του Στέφανου Κασσελάκη υπάρχουν σοβαρές αντιρρήσεις που προσκρούουν στους ευρωπαϊκούς κανόνες και όχι μόνο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τα όσα επαναλαμβάνει αναφορικά με το ανώτατο όριο στο περιθώριο κέρδους από τη διύλιση και την εμπορία σε μόνιμη βάση στα καύσιμα.
Εξαιρετικά αμφίβολο κατά πόσο συνάδει με τους ευρωπαϊκούς κανόνες είναι και η θέση του σχετικά με το πλαφόν κερδών σε όλο το μήκος της εφοδιαστικής αλυσίδας, σε εισαγωγείς-εγχώριους βιομηχάνους, παραγωγούς και αποθήκες λιανεμπορίου. Ταυτόχρονα κάτι τέτοιο θα δημιουργούσε κίνδυνο απο-επένδυσης στην ελληνική αγορά και ελλείψεων βασικών αγαθών.
Δεν βγαίνουνε τα νούμερα
Οταν αναφέρεται στην ακρίβεια, φαίνεται να μη γνωρίζει ότι για τα τρόφιμα και τα βιομηχανικά αγαθά ευρείας χρήσης η κυβέρνηση έχει ήδη προχωρήσει στην επιβολή πλαφόν κερδών σε όλο το μήκος της εφοδιαστικής αλυσίδας, ενώ έχει καθιερώσει καθημερινούς εντατικούς ελέγχους, βάζοντας υψηλότατα πρόστιμα στους παραβάτες.
Παράλληλα, για το πλαφόν κέρδους που εξαγγέλλει συνεχώς ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, έχει επιβληθεί ήδη ανώτατο περιθώριο κέρδους σε εισαγωγείς-εγχώριους βιομηχανικούς παραγωγούς και αποθήκες λιανεμπορίου.
Την ίδια ώρα έχει προχωρήσει ήδη ο μηδενισμός του συντελεστή ΦΠΑ στις κατηγορίες βασικών αγαθών, όπως τα προσδιορίζει η ΕΛΣΤΑΤ, δηλαδή στο αλεύρι, στο ψωμί, στα δημητριακά, στο κρέας, στα γαλακτοκομικά προϊόντα, στα αυγά, στα έλαια, στα λαχανικά και φυσικά σε όλα τα είδη διατροφής βρεφών και νηπίων, κάτι που μάλλον δεν γνωρίζει ο κ Κασσελάκης.
Για το θέμα του ολοκληρωτικού μηδενισμού του ΦΠΑ στα είδη διατροφής που εξαγγέλλουν ο πρόεδρος και τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, εκτιμάται ότι θα επιφέρει μείωση εσόδων 2,3 δισ. ευρώ σε επίπεδο έτους.
Οι γνωρίζοντες την ελληνική αγορά υποστηρίζουν ότι ενδεχόμενη μείωση των συντελεστών σε 21%, 11% και 5% θα έχει δημοσιονομικό κόστος περίπου 2,4 δισ. ευρώ κατ’ έτος. Σημειώνεται ότι τα έσοδα από ΦΠΑ, σύμφωνα με τον προϋπολογισμό 2024 (με συντελεστές 24%, 13% και 6% που ισχύουν σήμερα), ανέρχονται σε 24,4 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση. Επιπλέον, δεν μπορεί αγαθά όπως η ύδρευση και η αποχέτευση να έχουν διαφορετικούς συντελεστές (6% ή 23%), καθώς από την ΕΕ επιτρέπονται μόνο τρεις συντελεστές.
Οι «τρύπες» στη φορολογία
Ο ΣΥΡΙΖΑ επίσης προτείνει τροποποίηση της κλίμακας φορολογίας εισοδήματος των φυσικών προσώπων (μισθωτών και αυτοαποσχολούμενων). Συγκεκριμένα:
-Για εισοδήματα έως 10.000 ευρώ αφορολόγητο για όλους
-Για εισοδήματα από 10.000 έως 15.000 ευρώ, από 22% που ισχύει σήμερα, προτείνεται 10%
-Για εισοδήματα από 15.000 έως 20.000 ευρώ προτείνεται 12%
-Για εισοδήματα από 80.000 έως 100.000 ευρώ από το 44 στο 38%
-Για εισοδήματα από 100.000 έως 200.000 ευρώ από το 44% στο 38%
-Για εισοδήματα άνω 200.000 ευρώ αυξάνει τους φορολογικούς συντελεστές, οι οποίοι φτάνουν μέχρι το 49% για όσους έχουν εισοδήματα πάνω από 900.000 ευρώ το χρόνο.
Από τα παραπάνω είναι εμφανές ότι ο ΣΥΡΙΖΑ και ο κ. Κασσελάκης δεν έχουν πραγματοποιήσει καμία ουσιαστική μελέτη κάλυψης των εσόδων του προϋπολογισμού, αφού τα μεγάλα εισοδήματα στα οποία αυξάνει τους συντελεστές υπάρχουν σημαντικές επιλογές ακόμα και εκτός Ελλάδος (μεταφορά έδρας κ.λπ.), κάτι που δεν έχει διασφαλιστεί σε καμία περίπτωση, δημιουργώντας με το καλημέρα κινδύνους για «τεράστιες τρύπες».
Τέλος, η θέση για «ένταξη των μερισμάτων των φυσικών προσώπων στη φορολογική κλίμακα» είναι ουσιαστικά ανεφάρμοστη, αφού σχεδόν αμέσως οι μέτοχοι των εταιρειών θα ψάξουν να βρουν λύσεις για τη φορολογία τους εκτός Ελλάδος.
Με βάση όλα τα παραπάνω είναι κάτι παραπάνω από σαφές ότι ο Στέφανος Κασσελάκης ακολουθεί και στα ζητήματα οικονομίας μια άγνωστη διαδρομή με ακόμα πιο άγνωστο τέλος, χωρίς ουσιαστική γνώση των μεγεθών.