Θυμηδία προκαλούν οι αντιδράσεις του ΣΥΡΙΖΑ στην αποκάλυψη της ταυτότητας των «κουκουλοφόρων μαρτύρων» στη σκευωρία Novartis, καθώς διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους ότι «η αποκάλυψη της ταυτότητας των "κουκουλοφόρων μαρτύρων" προκαλεί ζημιά σε όλους τους εν δυνάμει "whistle blowers", που θα ήθελαν να καταγγείλουν κάποια εγκληματική πράξη, αλλά φοβούνται για την αποκάλυψη της ταυτότητάς τους». Καλές όλες αυτές οι ανησυχίες, αλλά θα έπρεπε να της εκφράσουν όταν προσπάθησαν να χτίσουν μια σκευωρία εναντίον πολιτικών αντιπάλων, στη βάση ενός υπαρκτού σκανδάλου, το οποίο αφορούσε κατά κύριο λόγο ιατρούς.

Οι δυο «κουκουλοφόροι μάρτυρες» είχαν καταθέσει στις ΗΠΑ 

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Στις αμερικανικές αρχές κατέθεσαν τρεις προστατευόμενοι μάρτυρες για το πραγματικό σκάνδαλο της Novartis, το οποίο αφορούσε τους χρηματισμούς γιατρών. Οι καταθέσεις επέφεραν την αποζημίωση των ΗΠΑ -μέσω συμβιβασμού- με το ποσό των 345.000.000. Οι δυο από τους τρεις μάρτυρες που κατέθεσαν στις ΗΠΑ, ήταν ο Φιλίστωρ Δεστεμπασίδης («Μάξιμος Σαράφης») και Μαρία Μαραγγέλη («Αικατερίνη Κελέση»). Αυτό το γνωρίζουμε από την κατάθεση του 3ου «κουκουλοφόρου μάρτυρα», ο οποίος αυτοβούλως αποφάσισε να αποκαλύψει την ταυτότητά του, καταγγέλλοντας πιέσεις και απειλές προς εκείνον και την οικογένειά του, να πει πράγματα τα οποία του υποδεικνύονταν. Πρόκειται για τον Νίκο Μανιαδάκη, στον οποίον είχε αποδοθεί το ψευδώνυμο «Ιωάννης Αναστασίου». Ο κύριος Μανιαδάκης στην προανακριτική της Βουλής για τον Δημήτρη Παπαγγελόπουλο (επονομαζόμενο και ως «Ρασπούτιν») είχε καταθέσει ότι οι δυο προστατευόμενοι μάρτυρες ήταν οι Φ. Δεστεμπασίδης και Μ. Μαραγγέλη, το οποίο αποδείχθηκε χθες. Παράλληλα, ο κύριος Μανιαδάκης είχε καταθέσει ότι «ο δικηγόρος Παύλος Σαράκης μετέφερε τρεις μάρτυρες από την Ελλάδα στις Η.Π.Α., από τους οποίους οι δυο είναι προστατευόμενοι μάρτυρες στην Ελλάδα».

Συνεπώς, γνωρίζουμε ότι ο τρίτος προστατευόμενος μάρτυς στην υπόθεση των ΗΠΑ, δεν ενεπλάκη καθόλου στη σκευωρία Novartis που στήθηκε για την Ελλάδα. Ως εκ τούτου, υπάρχει ένα πολύ βασικό πρόβλημα στον χαρακτηρισμό των μαρτύρων «Σαράφη» και «Κελέση» ως προστατευόμενοι, καθώς για να υπαχθεί κάποιος μάρτυς στο συγκεκριμένο καθεστώς, θα πρέπει να μην έχει οικονομικό όφελος. Όπως γνωρίζουμε από την έκβαση της ιστορίας, οι προστατευόμενοι μάρτυρες από τις καταθέσεις τους στις ΗΠΑ, αποκόμισαν περίπου 27.000.000 ευρώ, με άλλα 30.000.000 να αποκομίζει ο δικηγόρος της υπόθεσης, κύριος Σαράκης.

Το γεγονός ότι η έρευνα των ΗΠΑ, η οποία επικεντρώθηκε στο κομμάτι της δωροδοκίας ιατρών, απέφερε στο αμερικανικό δημόσιο 345.000.000 σε αποζημίωση από την Novartis, σε αντιδιαστολή με την έρευνα για τα 10 πολιτικά πρόσωπα -τα οποία απέφεραν «μηδεν εις το πηλίκον»-, μιλάει από μόνο του για το εάν στήθηκε μια σκευωρία, επάνω σε ένα υπαρκτό σκάνδαλο χρηματισμού. Όπως είναι επίσης σαφές, ότι η Novartis δεν αναγκάστηκε να πληρώσει 345.000.000 ευρώ στις ΗΠΑ, επειδή κάποιος «Σαράφης» και κάποια «Κελέση», έκαναν λόγο για χρηματισμό υπουργών και πρωθυπουργών, με «τροχήλατες βαλίτσες», τις οποίες δεν είδαν, αλλά «κάποιοι» -που σαφώς δεν κατονόμασαν- τους πληροφόρησαν ότι τις είδαν. Στις ΗΠΑ επικεντρώθηκαν στο κομμάτι που αφορούσε τους χρηματισμούς των ιατρών, για αυτό και κατάφεραν να στριμώξουν τη Novartis και κατ' επέκταση, να αποκομίσουν μέρος της αποζημίωσης, ως αμοιβή.

Οι αρχειοθετήσεις

Όπως ήταν φυσικό, η σκευωρία ήταν εντελώς «στο πόδι» φτιαγμένη, με συνέπεια να αναγκαστεί η τότε επικεφαλής της εισαγγελίας Διαφθοράς, Ελένη Τουλουπάκη, να αρχειοθετεί μια - μια τις υποθέσεις για τα δέκα πολιτικά πρόσωπα. Η αρχειοθέτηση σημαίνει ότι δεν υπήρξαν ούτε καν αποχρώσες ενδείξεις προκειμένου να ασκηθεί δίωξη στα συγκεκριμένα πρόσωπα, ενώ για τον Ανδρέα Λοβέρδο υπήρξε ομόφωνο απαλλακτικό βούλευμα, καθώς κρίθηκε ότι οι μαρτυρίες των Δεστεμπασίδη και Μαραγγέλη («Σαράφης» και «Κελέση» αντίστοιχα), ήταν «αόριστες, χωρίς να συμπεριλαμβάνουν συγκεκριμένα περιστατικά, τόπο, χρόνο, λοιπές περιστάσεις δωροληψίας, ούτε προσδιορίζεται το ακριβές ποσό αυτής, οι ίδιοι δε, δεν ήταν ούτε αυτόπτες, ούτε αυτήκοοι μάρτυρες». Αναρωτιέται λοιπόν κανείς, ποιος στην πραγματικότητα έκανε ζημιά στον θεσμό του προστατευόμενου μάρτυρα. Εκείνοι που λοιδορήθηκαν και «κρεμάστηκαν στα μανταλάκια» επί σειρά ετών και με απανωτά πρωτοσέλιδα, τα οποία ήταν καταφανώς ψευδέστατα, ή αυτοί που έφτιαξαν κάποιους «κουκουλοφόρους μάρτυρες», οι οποίοι κατέθεσαν αοριστίες σε επίπεδο «κουτσομπολιού του καφενέ»; Στην πραγματικότητα, ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να γλιτώσει «τα χειρότερα», καθώς η υπόθεση «έχει ουρά».

Οι συγγνώμες και οι αλληλοκατηγορίες

Ο Αλέξης Τσίπρας είχε κάνει δημόσια την αυτοκριτική του, στο συνέδριο της Καθημερινής για τα 50 χρόνια της Μεταπολίτευσης, στις αρχές του περασμένου Μαρτίου. Εκεί, είχε χαρακτηρίσει ως «αστοχίες» της κυβέρνησής του, τους χειρισμούς στην υπόθεση της Novartis, καθώς και στην υπόθεση των αδειών των τηλεοπτικών καναλιών. Ενδιαφέρον έχει αυτό που μάθαμε πριν από μερικές ημέρες, ότι σε ανύποπτο χρόνο ο Αλέξης Τσίπρας είχε ζητήσει συγγνώμη από τον Ευάγγελο Βενιζέλο, για την εμπλοκή του τελευταίου στη σκευωρία της Novartis.

Ο Σταύρος Κοντονής -τότε υπουργός Δικαιοσύνης- είχε σχολιάσει τότε τη συγκεκριμένη δήλωση του Αλέξη Τσίπρα, λέγοντας ότι υπήρχε «παραϋπουργείο Δικαιοσύνης στο -τότε- Μέγαρο Μαξίμου», ενώ είχε πει ότι έπαθε σκοτοδίνη, όταν είδε τα ονόματα στον φάκελο της υπόθεσης. Ο κύριος Κοντονής, είχε σχολιάσει ότι κατάλαβε προς τα πού πηγαίνει το πράγμα απαριθμώντας τα τρία «καμπανάκια» στην αρχή της υπόθεσης. Πρώτον, όταν είδε τον -τότε- κυβερνητικό εκπρόσωπο Δημήτρη Τζανακόπουλο να μεταβαίνει -ως μη όφειλε- το επόμενο πρωί στην εισαγγελία του Αρείου Πάγου το επόμενο πρωί προκειμένου να «ενημερωθεί». Δεύτερον, τη δήλωση του Παύλου Πολάκη ότι γνώριζε τους προστατευόμενους μάρτυρες, ενώ τρίτον, τις ίδιες τις καταθέσεις των κουκουλοφόρων μαρτύρων που έλεγαν ότι «είδα τον τάδε, που έμπαινε στο Μέγαρο Μαξίμου με μια τροχήλατη βαλίτσα και πιθανόν στη βαλίτσα να ήταν λεφτά», οι οποίες δε θα μπορούσαν να σταθούν σε κανένα απολύτως δικαστήριο. 

Ο Δημήτρης Παπαγγελόπουλος -τότε αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης- είχε απαντήσει στις αιτιάσεις του Σταύρου Κοντονή, περί του «παραϋπουργείου Δικαιοσύνης», λέγοντας ότι δεν συμμετείχε σε κανένα «παραϋπουργείο», ενώ παράλληλα είχε δηλώσει ότι «Καλογήρου και Τζανακόπουλος έκαναν τους χειρισμούς». Μάλιστα είχε πει τότε -στα μέσα του περασμένου Μαρτίου- ότι ήδη γράφει βιβλίο για τη Novartis και τα πρόσωπα τα οποία έπαιξαν ρόλο στην υπόθεση. Καλά θα κάνει να το επισπεύσει, γιατί ενδέχεται να τον προλάβουν οι εξελίξεις στην υπόθεση.

Τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ ζητά και τα ρέστα

Είναι σαφές πως όταν φτάνουν τα εμπλεκόμενα -με τον έναν, ή τον άλλο τρόπο- μέρη της υπόθεσης να αποποιούνται ευθύνες, ή να προσπαθούν να τις ρίξουν σε άλλους, επικρατεί πανικός. Διότι με την αποκάλυψη των ταυτοτήτων των «κουκουλοφόρων μαρτύρων» η σκευωρία Novartis έχει καταρρεύσει εντελώς. Και τώρα, είναι η σειρά της απόδοσης των ευθυνών. Όμως, αντί ο ΣΥΡΙΖΑ να φροντίσει να πάρει αποστάσεις, ακριβώς επειδή βαρύνεται με όλη αυτή τη σκευωρία, προσπαθεί να αποπροσανατολίσει τη συζήτηση, λέγοντας ότι βάλλεται ο θεσμός του προστατευόμενου μάρτυρα. Και αυτό δεν το έκαναν μόνο οι άμεσα ενδιαφερόμενοι, όπως π.χ. ο Νίκος Παππάς, αλλά το έκανε και η Θεοδώρα Τζάκρη, ακόμη και ο Στέφανος Κασσελάκης. Ιδίως ο τελευταίος, έχασε μια καλή ευκαιρία να διαχωρίσει τη θέση του από το αμαρτωλό παρελθόν του ΣΥΡΙΖΑ. Δε θα χρειαζόταν καν να βγει «κόντρα» στη γραμμή του κόμματος, η σιωπή του και μόνο θα αρκούσε. Μάλλον, τα περί της ισχνής πολιτικής οξυδέρκειας που του καταλογίζουν οι εσωκομματικοί του αντίπαλοι, ισχύουν. 

Και για να μην υπάρχουν κενά και παρανοήσεις: το κύρος του θεσμού του προστατευόμενου μάρτυρα, τον έπληξε κατ' αποκλειστικότητα ο ΣΥΡΙΖΑ. Διότι όχι μόνο έδωσε τη συγκεκριμένη ιδιότητα παρανόμως - που όπως στοιχειοθετήσαμε παραπάνω, στην ελληνική Δικαιοσύνη είναι προαπαιτούμενο να μην υπάρχει οικονομικό όφελος του προσώπου που επιθυμεί να λάβει αυτό το καθεστώς. Αλλά το έκανε για πρόσωπα τα οποία καταφέρθηκαν εναντίον πολιτικών τους αντιπάλων, με εντελώς έωλες κατηγορίες, οι οποίες θα ευσταθούσαν μονάχα στις «Δίκες της Μόσχας». Μόνο και μόνο βλέποντας το περιεχόμενο των καταθέσεων των μαρτύρων, θα έπρεπε να είναι αρνητικοί στην απόδοση της ιδιότητας του προστατευόμενου μάρτυρα, ακριβώς για να προστατέψουν το κύρος του θεσμού. Αλλά όπως αποδείχτηκε, ο πειρασμός της πολιτικής και ηθικής εξόντωσης των πολιτικών τους αντιπάλων, ήταν απλώς πολύ μεγάλος.