«Με τον τρόπο αυτόν μου ζητάτε να αποδεχθώ μιαν ανύπαρκτη ενοχή. Προφανώς, αυτό δεν είναι δυνατόν να γίνει από μέρους μου. Αντιλαμβάνεστε βέβαια επίσης ότι με τον τρόπο αυτόν συνομολογείτε ότι συμμετέχετε στις κακόβουλες συκοφαντίες του κυρίου Πολάκη εναντίον μου, συμπεριφερόμενος ως αυτόκλητος δικαστής».
Η απάντηση της Αθηνάς Λινού στην απαίτηση του Στέφανου Κασσελάκη να παραιτηθεί και να παραδώσει την έδρα της με αφορμή τις καταγγελίες του Παύλου Πολάκη σε βάρος της και μια απροσδιόριστη αναφοράσε «γκρίζες ζώνες» ως προς τα στοιχεία που η ίδια απέστειλε στο γραφείο του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, αναδεικνύουν τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η ηγετική ομάδα του κόμματος, αλλά και συνολικά το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Χωρίς κανείς να μπορεί να βεβαιώσει σε αυτήν τη φάση ποιος έχει δίκιο αναφορικά με τα θέματα που αφορούν τις επαγγελματικές δραστηριότητες της –πρώην πλέον– βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, το ζήτημα που εγείρεται είναι σημαντικό. Ιδιαίτερα σημαντικό ως προς τη νοοτροπία που επικρατεί σε έναν κομματικό μηχανισμό που διατηρεί, μέχρι σήμερα, τον ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης, δηλώνοντας παράλληλα κόμμα εξουσίας.
Καταγγέλλουν, παραπέμπουν, δικάζουν και καταδικάζουν, με τρόπο που θυμίζει λαϊκά δικαστήρια χωρίς… εκπροσώπηση του λαού, εκτός και αν τον ρόλο αυτόν τον αναλαμβάνουν τα τρολ του Διαδικτύου με τις προγραφές και τις δολοφονίες χαρακτήρων.
Και αυτά σε ένα κόμμα που δεν αναγνωρίζει τις αποφάσεις της Δικαιοσύνης όταν δεν του αρέσουν, δηλώνει ότι δεν έχει εμπιστοσύνη σε αυτήν και τους εκπροσώπους της –όπως πρόσφατα έπραξε ο Στέφανος Κασσελάκης με την υπόθεση των παρακολουθήσεων– αλλά αναλαμβάνει τον ρόλο δικαστή όταν οι υποθέσεις αφορούν πολιτικούς τους αντιπάλους.
Η Αθηνά Λινού μετατράπηκε σε πολιτικό αντίπαλο από τη στιγμή που ο Παύλος Πολάκης την αναγόρευσε σε αιτία της διαγραφής του από την Κοινοβουλευτική Ομάδα και όχι ως αφορμή, γνωρίζοντας ο ίδιος τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί το κόμμα στο οποίο είναι βασικό στέλεχος από την πρώτη στιγμή που βρέθηκε σε αυτό.
Οπως είπαμε, στην παρούσα φάση ουδείς γνωρίζει την ουσία του θέματος. Αν την κατάλαβαν στον ΣΥΡΙΖΑ μέσα από τα στοιχεία που η ίδια η βουλευτής παρέθεσε, καλώς. Αν όντως υπάρχουν γκρίζα σημεία καλό θα ήταν να γνωστοποιηθούν, αν και αυτό που κυριαρχεί στις πολιτικές συζητήσεις, αλλά και αυτό που καταγγέλλουν ήδη στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και βουλευτές, είναι πως η Αθηνά Λινού διεγράφη στο πλαίσιο της προσπάθειας του Στέφανου Κασσελάκη να προσεγγίσει εκ νέου τον Παύλο Πολάκη.
Πάντως, δεν είναι η πρώτη φορά που στον ΣΥΡΙΖΑ λειτουργούν με τη λογική και την τακτική των αυτόκλητων δικαστών και… εισαγγελέων. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι διέσυραν πολιτικούς αντίπαλους –δέκα τον αριθμό, μεταξύ των οποίων και δύο πρώην πρωθυπουργοί– για την υπόθεση Νovartis, έχοντας ήδη καταλήξει σε… δικαστική απόφαση, αφού ο τότε αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης Δημήτρης Παπαγγελόπουλος έβγαινε από το Μαξίμου για να δηλώσει πως «πρόκειται για το μεγαλύτερο σκάνδαλο από τη σύσταση του ελληνικού κράτους».
Δεν υπάρχει υπόθεση για την οποία να μην έχουν εκδώσει «δικαστική απόφαση». Ενοχοποιητική για τους πολιτικούς αντιπάλους, αθωωτική για τους… συντρόφους που παραμένουν πιστοί στον αρχηγό του κόμματος. Υπό τη νέα ηγεσία τα δεδομένα δεν άλλαξαν. Η Δικαιοσύνη βρέθηκε στο στόχαστρο. Μέντορας του Στέφανου Κασσελάκη –σύμφωνα και με τον ίδιο– είναι ο Παύλος Πολάκης, ο οποίος με κάθε του ανάρτηση, που εμφανίζει ως δήθεν αποκάλυψη, έχει και την ανάλογη «δικαστική» και καταδικαστική απόφαση.
Η επίθεση που εξαπολύθηκε κατά της Δικαιοσύνης αναφορικά με το θέμα των παρακολουθήσεων προκάλεσε αλγεινές εντυπώσεις. Δεν τέθηκε υπό κρίση η απόφαση. Τέθηκε υπό αμφισβήτηση η Δικαιοσύνη και οι δικαστικοί λειτουργοί χαρακτηρίστηκαν χειραγωγούμενοι. Και αυτό είναι πλήγμα για έναν από τους βασικούς πυλώνες του δημοκρατικού πολιτεύματος. Πολύ περισσότερο όταν προέρχεται από έναν άλλον, αυτόν της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Δεν είναι τυχαίο ότι και στο Διαδίκτυο, οι οπαδοί του ΣΥΡΙΖΑ δικάζουν και καταδικάζουν πρόσωπα που μπαίνουν στο στόχαστρο από το κόμμα που υποστηρίζουν.
Το 1937, στη Σοβιετική Ενωση δημιουργήθηκαν τρόικες προκειμένου να εξεταστούν και να διωχθούν τα λεγόμενα αντισοβιετικά στοιχεία. Αυτοί διαχωρίστηκαν σε δυο κατηγορίες. Οι της πρώτης κατηγορίας συλλαμβάνονταν και θανατώνοντας χωρίς πολλά πολλά. Χωρίς δίκες και άλλες… περιττές για το καθεστώς διαδικασίες.
Οι της δεύτερης κατηγορίας πήγαιναν στις γνωστές φυλακές της Σοβιετικής Ενωσης μέσα από δήθεν δίκες με συνοπτικές διαδικασίες, αφού συνήθως… ομολογούσαν την αντικαθεστωτική τους δραστηριότητα.
Στο πλαίσιο της Μεγάλης Εκκαθάρισης, οι… εχθροί του λαού βρέθηκαν μπροστά σε άνευ προηγουμένου διώξεις, αφού πριν είχαν διαπομπευτεί με κάθε τρόπο. Προσωπικά, οικογενειακά, σεξουαλικά και οικονομικά.
Αυτά όμως γίνονταν σε άλλες εποχές. Οι μέθοδοι έχουν αλλάξει, ίσως όχι πολύ. Ευτυχώς πάντως για τους… αντιφρονούντες δεν υπάρχουν εκτελέσεις, αν και το παιχνίδι της δολοφονίας χαρακτήρων είναι εξίσου καταστρεπτικό.
* To άρθρο δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση του «Μανιφέστο»