H χθεσινή επέτειος των 50 χρόνων από την ιδρυτική διακήρυξη του ΠΑΣΟΚ, η γνωστή 3η Σεπτέμβρη, πέρασε. Οι γιορτές και τα πανηγύρια ολοκληρώθηκαν και το κόμμα που ίδρυσε ο Ανδρέας Παπανδρέου ξαναμπαίνει στη γνωστή λούπα των εσωκομματικών διεργασιών και στην αναζήτηση ενός αρχηγού που θα αναλάβει να το μετατρέψει εκ νέου σε κόμμα εξουσίας. Να ξεπεράσει δηλαδή την υπερδεκαετή κρίση που έφερε το κόμμα του... λαού –ναι, έχουμε πολλά κόμματα του λαού– στα όρια της κρίσης καθιστώντας το σημείο αναφοράς ως προς την καθίζηση των σοσιαλιστών-σοσιαλδημοκρατών στην Ευρώπη και όχι μόνον. Να αναστρέψει δηλαδή τον όρο pasokification, αυτόν που επικράτησε σε ευρωπαϊκό και διεθνές, θα έλεγε κανείς, επίπεδο προκειμένου να περιγράψει το δράμα των... σοσιαλιστών, του τρίτου δρόμου που θα έλεγε και ο Ανδρέας Παπανδρέου.

Πριν από 50 χρόνια, δύο και κάτι μήνες πριν από τις εκλογές του 1974, ένα κόμμα έκανε την εμφάνισή του. Με σημαία τον λαό και τον... λαϊκισμό κατάφερε εντός επτά χρόνων από το 13,58% να εκτιναχθεί στις καρέκλες της εξουσίας μέσα από μια δημαγωγική τακτική που αξιοποίησε το θυμικό των ψηφοφόρων και με αναφορές που αν κάποιος τις παρατηρήσει θα δει ομοιότητες με αυτές ενός άλλου κόμματος που επίσης αξιοποίησε ένα κύμα αγανακτισμένων πολιτών για να ανέλθει στην εξουσία το 2015.

Φυσικά, καμία σχέση δεν υπάρχει και δεν θα μπορούσε να υπάρχει μεταξύ του Ανδρέα Παπανδρέου και του Αλέξη Τσίπρα, εν τούτοις και ο δεύτερος επιχείρησε να καρπωθεί τα οφέλη του... Σοσιαλισμού δεδομένης της... διασποράς που έχει σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αλλά και εντός Ελλάδος. Δεν είναι τυχαίο πως επέλεξε να μετάσχει, ως παρατηρητής, στην ομάδα των Ευρωσοσιαλιστών αν και το κόμμα του ήταν μέλος της ευρωπαϊκής Αριστεράς.

Ας επανέλθουμε όμως στο ΠΑΣΟΚ... Ενα κόμμα που κυριάρχησε στη μεταπολιτευτική Ελλάδα υπό την ηγεσία του Ανδρέα Παπανδρέου, αλλά και υπ’ αυτήν του Κώστα Σημίτη, ο οποίος επιχείρησε να αλλάξει τη φυσιογνωμία του κόμματος, επιλέγοντας ως προμετωπίδα τον εκσυγχρονισμό και αφήνοντας στα μετόπισθεν τη λογική του Σοσιαλισμού και της Σοσιαλδημοκρατίας.

Το ΠΑΣΟΚ μετά την 3η Σεπτέμβρη κατάφερε να κυριαρχήσει με τη σημαία του Σοσιαλισμού. Η φυσιογνωμία του Ανδρέα Παπανδρέου επέτρεψε τη δυναμική συμμετοχή του και στα ευρωπαϊκά δρώμενα, αφού ξεπέρασε τα συνθήματα όπως το «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο» που το έφεραν στην εξουσία, εκμεταλλευόμενο την τάση των Ελλήνων ψηφοφόρων να αναζητούν υπαίτιους για τις καταστάσεις που διαμορφώνονται.

Ο Σοσιαλισμός κατέστη κυρίαρχη ιδεολογία και ο «τρίτος δρόμος» αναδείχθηκε σε βασικό στόχο, αν και τελικά αποκαλύφθηκε ότι ήταν ένας μονόδρομος που οδηγούσε σε αδιέξοδο. Τέτοιο που κόντεψε η χώρα να συγκρουστεί τρέχοντας με ταχύτητα και χωρίς να φορά ζώνη ασφαλείας. Τελικά, συγκρούστηκε με την πραγματικότητα του υπέρμετρου δανεισμού προκειμένου να καταστεί εφικτή η διατήρηση ενός κόμματος στην εξουσία.

«Για τον Σοσιαλισμό δουλεύουμε όλοι» ήταν το σύνθημα, που εν τοις πράγμασι αποδείχθηκε φενάκη. Αυταπάτη, που θα έλεγαν κάποιοι νεόκοποι αριστεροί οι οποίοι είδαν τον Σοσιαλισμό και βρήκαν το επόμενο βήμα για να διατηρηθούν ζωντανοί στην πολιτική σκηνή της χώρας. Η σύγκρουση με την πραγματικότητα έφερε στο προσκήνιο όλα τα αρνητικά του Σοσιαλισμού. Η οικονομική κρίση προκάλεσε ανακατατάξεις και η δεκαετία του 2010 ήρθε για να αποκαθηλώσει ινδάλματα και ιδεολογίες. Το pasokification, η πασοκοποίηση δηλαδή, κατέστησε τη διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη έκθεμα για το μουσείο της Χαριλάου Τρικούπη.

Το 40,12% του 1981, που έφτασε μέχρι και 48%, πήγε στο 5% του 2012 και από τότε ο Σοσιαλισμός, που επικαλείται ακόμη και σήμερα το ΠΑΣΟΚ, ψάχνει τον δρόμο του. Το pasokification, όμως, μετατράπηκε σε πανευρωπαϊκό όρο για να καταδείξει την πτώση του Σοσιαλισμού και τη δραματική μείωση της εκλογικής επιρροής των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων στην Ευρώπη, με το ΠΑΣΟΚ να δείχνει τον… δρόμο.

Σήμερα, 50 χρόνια μετά, αναζητείται το πρόσωπο που θα οδηγήσει εκ νέου το ΠΑΣΟΚ σε τροχιά εξουσίας. Από το 5% του 2012 μέχρι τώρα ελάχιστα έχει καταφέρει. Το ποσοστό των εθνικών εκλογών του 2023 δεν επιτρέπει θριαμβολογίες αν και πρέπει να ομολογήσουμε ότι ο Νίκος Ανδρουλάκης το... πάλεψε προκειμένου να εμφανίσει το 11,84% και την τρίτη θέση περίπου ως μια μεγάλη νίκη.

Το ερώτημα πλέον δεν είναι αν μπορεί το ΠΑΣΟΚ να επανέλθει στην εξουσία, αλλά αν μπορεί με μια άλλη ηγεσία να δημιουργήσει τις συνθήκες που απαιτούνται ώστε να μετατραπεί εκ νέου σε έναν πόλο έλξης ψηφοφόρων που μεταφέρθηκαν στην Αριστερά με τη μορφή που αυτή επικράτησε μέσω του ΣΥΡΙΖΑ. Αν μπορεί να παίξει έναν ρόλο στην πολιτική σκηνή. Τα τελευταία χρόνια έδειξε ότι δεν μπορεί. Δεν κατάφερε να καρπωθεί την κατάρρευση του... διπλανού κόμματος, δεν κατάφερε να πείσει παρά αριθμητικά ελάχιστους ψηφοφόρους.

Η διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη χάθηκε στα βάθη του χρόνου και της κυβερνησιμότητας. Το pasokification δεν λέει να υποχωρήσει και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Στις 6 Οκτωβρίου λογικά όσοι προσέλθουν στην ψηφοφορία θα αναζητήσουν τη λύση που θα δώσει μια ελπίδα επανόδου στην πρώτη γραμμή, εν τούτοις ο «τρίτος δρόμος» εξακολουθεί να βγάζει σε... αδιέξοδο.

* Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση του «Μανιφέστο»