Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει να εκμεταλλευθεί το έλλειμμα παιδείας και ιστορικής γνώσης που υπάρχει σε μεγάλο μέρος των Ελλήνων ψηφοφόρων, όπως ακριβώς έκαναν ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, ο Ιταλός... ηγέτης του Κινήματος των 5 Αστέρων και άλλοι...
Γράφει η Έρση Παπαδάκη
Η προσπάθεια του Στέφανου Κασσελάκη να αποκηρύξει τον Ντόναλντ Τραμπ και να πείσει την κοινή γνώμη ότι οι απόψεις του είναι «100% αντίθετες», όπως είπε χαρακτηριστικά, με τον πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ αποδεικνύει ακριβώς την προφανή μεταξύ τους σύνδεση. Διότι μπορεί ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ να δηλώνει ότι δεν έχει κάτι κοινό με τον Αμερικανό δισεκατομμυριούχο, ωστόσο η πραγματικότητα είναι διαφορετική: αναδείχθηκαν και οι δύο από το «κύμα» των social media, χρησιμοποίησαν και χρησιμοποιούν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να επικοινωνήσουν τις απόψεις τους και κυρίως ρέπουν και οι δύο προς την ίδια μορφή λαϊκισμού. Η οποία πάντως είναι αξιοσημείωτα δημοφιλής σε μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος, που κυρίως για λόγους αντίδρασης και αντίστασης προς το παραδοσιακό πολιτικό σύστημα θέλγεται από ανάλογες προσωπικότητες.
Οπως τους βολεύει...
Την πραγματικότητα αυτή είδαμε άλλωστε τα τελευταία χρόνια και σε άλλες περιπτώσεις, με άλλες αφορμές – ανεξάρτητα μάλιστα από πολιτικές καταβολές και κατευθύνσεις. Χαρακτηριστικά παραδείγματα ο Μπέμπε Γκρίλο στην Ιταλία, ο στενός φίλος του Αλέξη Τσίπρα, Πάμπλο Ιγκλέσιας, στην Ισπανία, ο Μπόρις Τζόνσον στη Μεγάλη Βρετανία και η ακροδεξιά Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία, η οποία συμμάχησε με τον αριστερό Ζαν-Λικ Μελανσόν προκειμένου να δημιουργήσουν μέτωπο απέναντι στον Εμανουέλ Μακρόν.
Κοινό χαρακτηριστικό όλων ήταν ακριβώς αυτό που έχει ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ – και φροντίζει μάλιστα να υπενθυμίζει σε κάθε δημόσια παρουσία του: ότι δεν είναι «επαγγελματίας» πολιτικός και δεν ανδρώθηκε σε ένα κόμμα, περνώντας μέσα από τους μηχανισμούς, αλλά ότι, αντιθέτως, είναι «αντισυστημικός» και «επαναστάτης», θέλοντας να ξεφύγει από αυτά τα καλούπια.
Το τελευταίο ωστόσο καταλήγει να περιγράφει το λήμμα του λαϊκισμού σε οποιοδήποτε λεξικό. Αυτή δηλαδή η αντίδραση και η αντίσταση σε οτιδήποτε συστημικό, είτε αριστερό είτε δεξιό, και εξαγγελίες που ουδεμία σχέση έχουν με την πραγματικότητα, όπως π.χ. είπε ο κ. Κασσελάκης ότι δεν θα εισπράττει μισθό ως βουλευτής ή υπουργός και αυτό αρκεί για να λύσει τα οικονομικά προβλήματα των πολιτών.
Το ίδιο και ο τρόπος με τον οποίο ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ συμπεριφέρεται απέναντι στους πολιτικούς αντιπάλους του, αλλά και τους ίδιους τους συντρόφους του στην Κουμουνδούρου – ακολουθώντας εν μέρει τα χνάρια του Αλέξη Τσίπρα στο πεδίο αυτό.
Αυτοπροβολή στο φουλ
Ο κ. Κασσελάκης επενδύει επίσης στην αυτοπροβολή, παρότι δηλώνει ότι την απεχθάνεται. Το ίδιο ωστόσο πράττει και ο Τραμπ στις ΗΠΑ, ιδιαίτερα τώρα που επιχειρεί να επιστρέψει στο προσκήνιο, με φόντο τις προεδρικές εκλογές της επόμενης χρονιάς και την προσδοκία της επανόδου του στον Λευκό Οίκο.
Βεβαίως, υπάρχει και μια σημαντική διαφορά ανάμεσα στον κ. Κασσελάκη και τον πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ: Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ σίγουρα δεν είναι τόσο πλούσιος όσο ο Τραμπ. Δεν είναι δισεκατομμυριούχος, ούτε έχει το ίδιο βιογραφικό με τον... αληθινό δισεκατομμυριούχο στις ΗΠΑ. Δηλώνει όμως διαρκώς ότι είναι «αντισυστημικός» και ότι αντιμάχεται το εγχώριο πολιτικό σύστημα, την ίδια ώρα που επιχειρεί να παρουσιάσει τον εαυτό του ως υπερασπιστή των αδυνάτων.
Απευθύνεται, δηλαδή, περισσότερο στο συναίσθημα παρά στη λογική των ψηφοφόρων και επιχειρεί να εντυπωσιάσει με (λεκτικές) πομφόλυγες. Ακριβώς, δηλαδή, όπως κάνει στις ΗΠΑ ο Τραμπ ή έκανε με το περιβόητο Κίνημα των 5 Αστέρων στην Ιταλία ο Γκρίλο, ο οποίος εμφανιζόταν μάλιστα να εκπροσωπεί την Αριστερά, σε αντίθεση με τον Αμερικανό πρώην πρόεδρο.
Αυτόκλητοι σωτήρες...
Μία ακόμη ομοιότητα που αποδεικνύει τη σχέση και τη σύνδεση όλων αυτών των λαϊκιστών πολιτικών είναι πως ο κ. Κασσελάκης επιδιώκει να εκμεταλλευθεί το έλλειμμα παιδείας και ιστορικής γνώσης που υπάρχει σε μεγάλο μέρος των Ελλήνων ψηφοφόρων.
Οπως ακριβώς έκαναν ο Τραμπ, ο Γκρίλο και άλλοι στις χώρες τους όπου αναδείχθηκαν ως αυτόκλητοι σωτήρες. Δίνοντας, δηλαδή, μεγαλύτερη έμφαση στην εικόνα, στην ατάκα και τις δημοσιεύσεις στα social media παρά στη δουλειά, στην ουσία και στην αποτελεσματικότητα. Διότι αυτό, δυστυχώς, «πουλάει» στο εκλογικό σώμα – ή, έστω, σε ένα μέρος αυτού...