Δεν πιστεύουμε ότι τα «καλά λόγια» που εισέπραξε ο πρόεδρος Ερντογάν για την άρση του βέτο στην ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ αντικατοπτρίζουν τα πραγματικά συναισθήματα των Ευρωπαίων. Ηταν αναμενόμενο ότι θα συμβεί το ίδιο που συνέβη στη Μαδρίτη πριν από έναν χρόνο: Στην τετράωρη «in extremis» συνάντηση με τον γενικό γραμματέα του ΝΑΤΟ ήρε το βέτο για τη Φινλανδία. Αυτή τη φορά έλαβε τη διαβεβαίωση ότι θα αρχίσουν οι συνομιλίες για την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ! Επί της ουσίας… «λόγια».
Ωστόσο, έστω και στα λόγια, τέτοιου είδους «αντισταθμιστικά οφέλη» για την Τουρκία δεν έχουν κανένα όφελος για την Ευρώπη. Ενδεχομένως να είχαν κάποια σημασία το 1987, όταν έγινε η σχετική αίτηση από τον Οζάλ, ή πριν από 18 χρόνια, όταν ο Ερντογάν έπαιρνε την πρωτοβουλία για την έναρξη των συνομιλιών, ή το 2022, όταν με δική του ευθύνη «πάγωναν» οι διαπραγματεύσεις. Σήμερα το κοινωνικοοικονομικό status της ΕΕ, έστω και στα «λόγια», θα δημιουργήσει σοβαρές αντιδράσεις σε χώρες που αντιμετωπίζουν μεταναστευτικά προβλήματα.
Κι αυτό γιατί η Τουρκία του 1987, ή ακόμα και αυτή του 2005, δεν έχει σχέση με τη σταδιακή «ισλαμοποίηση» της Τουρκίας του 2023, με τον πληθυσμό των 85 εκατομμυρίων. Πέραν αυτής της πραγματικότητας υπάρχει και ένα θεμελιώδες ζήτημα για την Ευρώπη: Κι αυτό αφορά την άρνηση της Τουρκίας –ο λόγος που το Ευρωκοινοβούλιο «πάγωσε» τις συνομιλίες– να αποδεχθεί τις δημοκρατικές αξίες που αποτελούν προϋπόθεση για όλα τα κράτη-μέλη.