Στις περιοδείες του ο Στέφανος Κασσελάκης, ανάλογα με το πώς ξημερώνει η μέρα, καρπίζουν οι παροχές για να ικανοποιήσει αυτούς που έρχονται να παρακολουθήσουν ένα… «πολιτικό φαινόμενο», που από το πουθενά και μέσα σε λίγους μήνες ανέλαβε επικεφαλής του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, βασιζόμενος σε τραμπικές πολιτικές άκρατου λαϊκισμού, μοιράζοντας δισεκατομμύρια δεξιά και αριστερά, χωρίς στοιχειώδη κοστολόγηση, χωρίς σχεδιασμό, χωρίς καν έλεγχο εάν εναρμονίζονται με την ευρωπαϊκή νομοθεσία.
Με βάση όσα έχει υποσχεθεί μέχρι τώρα, αν ποτέ αναλάμβανε τη διακυβέρνηση του τόπου, θα πληρώναμε περίπου 15 δισ. ευρώ –αυξομειώνονται ανάλογα τις προεδρικές διαθέσεις– δημοσιονομικό κόστος κατά το πρώτο έτος εφαρμογής, 8 δισ. ευρώ ετήσιο κόστος για τα επόμενα έτη και 40 δισ. ευρώ συνολικό πρόσθετο δημοσιονομικό κόστος στα τέσσερα έτη εφαρμογής, χωρίς καμία ρεαλιστική πηγή εσόδων, αγνοώντας έτσι τη δημοσιονομική ισορροπία της χώρας.
Για σειρά λεγομένων του Στέφανου Κασσελάκη υπάρχουν σοβαρές αντιρρήσεις που προσκρούουν στους ευρωπαϊκούς κανόνες και όχι μόνο. Για παράδειγμα, όταν αναφέρεται στο θέμα της ακρίβειας, φαίνεται να μη γνωρίζει ότι για τα τρόφιμα και τα βιομηχανικά αγαθά ευρείας χρήσης η κυβέρνηση έχει ήδη προχωρήσει στην επιβολή πλαφόν κερδών σε όλο το μήκος της εφοδιαστικής αλυσίδας, ενώ έχει καθιερώσει καθημερινούς εντατικούς ελέγχους, βάζοντας υψηλότατα πρόστιμα στους παραβάτες.
Παράλληλα, για το πλαφόν κέρδους που εξαγγέλλει συνεχώς ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, έχει επιβληθεί ήδη ανώτατο περιθώριο κέρδους σε εισαγωγείς-εγχώριους βιομηχανικούς παραγωγούς και αποθήκες λιανεμπορίου.
Την ίδια ώρα έχει προχωρήσει ήδη ο μηδενισμός του συντελεστή ΦΠΑ στις κατηγορίες βασικών αγαθών, όπως τα προσδιορίζει η ΕΛΣΤΑΤ, κάτι που μάλλον επίσης δεν γνωρίζει ο Στέφανος Κασσελάκης.
Δημοσιονομικές τρύπες
Παράγοντες της αγοράς μελέτησαν τις προτάσεις για το πρώτο έτος μιας υποτιθέμενης διακυβέρνησης και έμειναν άφωνοι από την ελαφρότητα με την οποία ο πολιτικός άνδρας προσθέτει δισεκατομμύρια στον Κρατικό Προϋπολογισμό. Συγκεκριμένα και σε ότι αφορά την τροποποίηση της κλίμακας φορολογίας εισοδήματος των φυσικών προσώπων (μισθωτών και αυτοαποσχολουμένων) που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ σημειώνουν τα εξής:
-Για εισοδήματα έως 10.000 ευρώ προτείνεται αφορολόγητο για όλους, κάτι που σημαίνει κόστος 284 εκατομμύρια ευρώ
-Για εισοδήματα από 10.000 έως 15.000 ευρώ από 22% που ισχύει σήμερα, προτείνεται 10%, δηλαδή κόστος 531 εκατομμύρια ευρώ
-Για εισοδήματα από 15.000 έως 20.000 προτείνεται 12%, κόστος 803 εκατομμύρια ευρώ
-Για εισοδήματα από 20.000 έως 26.000 ευρώ στο 15%. Για τους παράγοντες της αγοράς η συγκεκριμένη εξαγγελία κοστίζει 690 εκατομμύρια ευρώ
-Για εισοδήματα από 26.000 έως 30.000 ευρώ από 28% στο 18%. Κόστος: 233 εκατομμύρια ευρώ
-Για εισοδήματα από 30.000 έως 40.000 ευρώ από 36% στο 22%, δηλαδή κόστος 405 εκατομμύρια ευρώ
-Για εισοδήματα από 40.000 έως 60.000 ευρώ από 44% στο 30%, που δημιουργεί τρύπα 429 εκατομμύρια ευρώ
-Για εισοδήματα από 60.000 έως 80.000 ευρώ από το 44 στο 36%, κάτι που σημαίνει κόστος 113 εκατομμύρια ευρώ.
Επίσης, από την κατάργηση της προκαταβολής των επιχειρήσεων ο Κρατικός Προϋπολογισμός επιβαρύνεται με 1,8 δισ. ευρώ με την μείωση της φορολογίας των ενοικίων από το 15% στο 5% η επιβάρυνση είναι 224 εκατομμύρια ευρώ, με τη μείωση των συντελεστών Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης καυσίμων, η επιβάρυνση ανέρχεται στα 3,34 δισεκατομμύρια ευρώ, η μείωση –κατά Κασσελάκη– των συντελεστών ΦΠΑ θα επιβαρύνει 2,1 δισ. ευρώ και η επαναφορά των επιδομάτων εορτών και αδείας στο Δημόσιο θα κοστίσει 2,5 δισ. ευρώ. Τέλος, περίπου 1,2 δισ. ευρώ θα κοστίσουν οι εκπτώσεις στον ΕΝΦΙΑ που εξαγγέλλει ανερυθρίαστα, όλα αυτά για το πρώτο έτος.
Μη εφαρμόσιμες προτάσεις
Εκτός από τις εκτιμήσεις που κάνουν οι οικονομικοί παράγοντες, ακόμα πιο προωθημένες είναι εκείνες του υπουργείου Οικονομικών. Για παράδειγμα, για την κατάργηση της προκαταβολής στις επιχειρήσεις, το υπουργείο πιστεύει ότι «το κόστος υπολογίζεται σε 4,2 δισ. ευρώ για το πρώτο έτος εφαρμογής. Σημειώνεται ότι τα έσοδα του φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων, που περιλαμβάνουν την προκαταβολή φόρου, σύμφωνα με τον Προϋπολογισμό 2024, εκτιμώνται σε 6,7 δισ. ευρώ»!
Είναι κάτι παραπάνω από ξεκάθαρο ότι κανένας σοβαρός παράγοντας της ελληνικής ή της διεθνούς αγοράς δεν μπορεί να «επενδύσει» στις απόψεις Κασσελάκη. Πολλές από αυτές είναι μη εφαρμόσιμες αφού προσκρούουν στην ευρωπαϊκή νομοθεσία –όπως η υπερφορολόγηση των διυλιστηρίων καυσίμων–, ενώ άλλες λέγονται για να «χαϊδεύουν» τα αυτιά αυτών που δεν γνωρίζουν. Τέλος, η αιχμηρή αποστροφή του πρωθυπουργού ότι οι θέσεις Κασσελάκη θα εκτιμηθούν από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους θα αποκαλύψουν σύντομα τη γελοιότητα των υποσχέσεων.