Το θέμα της επιστολικής ψήφου για τους Έλληνες του εξωτερικού – όπως εξελίχθηκε – ανέδειξε για μια ακόμη φορά την απόσταση που χωρίζει τον Στέφανο Κασσελάκη και τον Νίκο Ανδρουλάκη από την κοινωνία. Απόσταση που διαπιστώνεται ότι υπάρχει και με τους ψηφοφόρους των κομμάτων τους, ακόμη και αυτούς που τους απόμειναν.
Σύμφωνα με την τελευταία δημοσκόπηση της εταιρείας Marc το 76,9% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ δηλώνουν πως συμφωνούν και μάλλον συμφωνούν. Αντιστοίχως στους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ, το ποσοστό αυτό φτάνει στο 71,8% . Δηλαδή περισσότεροι από 7 στους 10 ψηφοφόρους των δύο αυτών κομμάτων διαφωνούν με τις αποφάσεις που έλαβαν οι αρχηγοί τους, οι οποίοι, προσχηματικά, καταψήφισαν το νομοσχέδιο της κυβέρνησης.
Και λέμε προσχηματικά διότι την ώρα που στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής είχαν πεί πως θα υπερψηφίσουν το νομοσχέδιο προκειμένου να ισχύσει στις ευρωεκλογές η επιστολική ψήφος, στην Ολομέλεια καταψήφισαν με αποτέλεσμα να ψηφιστεί μόνο από τους βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας.
Το πρόσχημα αναφορικά με την τροπολογία που κατέθεσε η υπουργός Εσωτερικών προκειμένου να ισχύσει η επιστολική ψήφος και στις εθνικές εκλογές δεν βρίσκει απήχηση. Και αυτό διότι δεν υπάρχει πιστευτή δικαιολογία ως προς την ουσία του νομοσχεδίου. Τα περί αιφνιδιασμού δύσκολα γίνονται αποδεκτά από τους πολίτες και κυριώς από τους Έλληνες του εξωτερικού.
Πολύ περισσότερο τη στιγμή κατά την οποία θα μπορούσαν να υπερψηφίσουν το νομοσχέδιο αναφορικά με την επιστολική ψήφο στις ευρωεκλογές και να καταψηφίσουν την κυβερνητική τροπολογία για επέκτασή της και στις εθνικές.
Ταυτόχρονα δεν μπορούν να εξηγήσουν και τον λόγο για τον οποίο θεωρούν πως οι Έλληνες του εξωτερικού μπορούν να κάνουν χρήση της επιστολικής ψήφους στις ευρωεκλογές και όχι στις εθνικές εκλογές. Και αυτό θα φανεί στο δρόμο προς την ημερομηνία διεξαγωγής των ευρωεκλογών τον προσεχή Ιούνιο όταν θα κληθούν να δώσουν σαφείς απαντήσεις στην ομογένεια.
Σε κάθε περίπτωση Στέφανος Κασσελάκης και Νίκος Ανδρουλάκης βρέθηκαν για μια ακόμη φορά να χάνουν την επαφή ακόμη και με τους ψηφοφόρους τους. Δεν είναι η πρώτη, δεν θα είναι και η τελευταία. Προτάσσοντας τον λαικισμό και την καταστροφολογία, αδυνατούν να πιάσουν το σφυγμό της κοινωνίας και να ακολουθήσουν τους πολίτες στο δρόμο προς την ανάπτυξη μέσα από ριζικές τομές και μεταρρυθμίσεις.