Για μια «εικόνα μοναδική στην μεταπολιτευτική πολιτική ιστορία και τις δημοσκοπήσεις διαχρονικά», κάνει λόγο ο Ζαχαρίας Ζούπης, με αφορμή την κυραρχία τόσο της Νέας Δημοκρατίας όσο και του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος επιλέγεται στην καταλληλότητα για πρωθυπουργός με υπερτετραπλάσια ποσοστά του Στέφανου Κασσελάκη και του Νίκου Ανδρουλάκη.
Με άρθρο του στο marketnews.gr, ο διευθυντής Ερευνών της OPINION POLL και πολιτικός αναλυτής υπογραμμίζει ότι με βάση την εικόνα των πολιτικών συσχετισμών αυτή την στιγμή η πορεία προς τις ευρωεκλογές θα είναι πολύ ενδιαφέρουσα και οπωσδήποτε φαίνεται ότι τα αποτελέσματα σ΄ αυτές, μπορεί να τροφοδοτήσουν σημαντικές διεργασίες.
Αναλυτικά το άρθρο του:
Η είσοδος στο 2024 γίνεται με τους γνωστούς όρους που παρακολουθούμε επί έξι μήνες μετά τις βουλευτικές εκλογές στις δημοσκοπήσεις.
Η Ν.Δ κυρίαρχη και προηγούμενη με ποσοστό στην εκτίμηση ψήφου 38%-39% κατά 23%-24% του δεύτερου πια ΠΑΣΟΚ και ένας Πρωθυπουργός που επιλέγεται στην καταλληλότητα για Πρωθυπουργός με υπερτετραπλάσια ποσοστά του Στ. Κασσελάκη και του Ν. Ανδρουλάκη. Είναι μια εικόνα μοναδική στην μεταπολιτευτική πολιτική ιστορία και τις δημοσκοπήσεις διαχρονικά. Από την άλλη μια αντιπολίτευση μειωμένης ισχύος και παροιμιώδους δυσκολίας να πείσει ότι μπορεί να αποτελέσει εναλλακτική λύση.
Ο ΣΥΡΙΖΑ κινείται πια στο 12.4%-13.4% στην εκτίμηση ψήφου παρουσιάζοντας και νέες φθορές που δεν έχουν ανακοπεί , το ΠΑΣΟΚ «εισπράττει» και έχει περάσει στην δεύτερη θέση με επιδόσεις από 14%-15.5% δείχνοντας πιθανά όρια αφού στις τελευταίες δημοσκοπήσεις εμφάνισε μικρή πτώση. Από τα άλλα κόμματα αύξηση εμφανίζουν το Κ.Κ.Ε και η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΥΣΗ.
Μ΄αυτά τα δεδομένα θα περίμενε κάποιος να «γκαζώσουν» οι δυνάμεις της αντιπολίτευσης, να διαμορφώνουν ένα σαφές σχέδιο πρωτοβουλιών, παρεμβάσεων και αλλαγών στην στρατηγική τους ώστε να διαδραματίσουν ένα πιο αποφασιστικό ρόλο. Ωστόσο, το «γκάζωμα» το κάνει ο Κ. Μητσοτάκης, ενώ η αντιπολίτευση στο σύνολό της αντιδρά σπασμωδικά και απογοητευτικά.
Ο Κ. Μητσοτάκης μπαίνει στο 2024 κάνοντας κινήσεις σε δύο επίπεδα : Πρώτον ανοίγει την μεταρρυθμιστική ατζέντα (επιστολική ψήφος, Νομοσχέδιο Υπουργείου Δικαιοσύνης, μη Κρατικά Πανεπιστήμια, γάμος ομόφυλων ζευγαριών κ.λ.π) απαντώντας σε όσους κατηγορούσαν την Κυβέρνηση για μεταρρυθμιστική άπνοια αλλά και αναγκάζοντας τις άλλες δυνάμεις να πάρουν θέση. Δεύτερο, με τις διορθωτικές κινήσεις στο κυβερνητικό σχήμα εκπέμπει μήνυμα αποφασιστικότητας να διορθωθούν οι ορατές αδυναμίες σε δύο κρίσιμους τομείς όπως αυτός της ασφάλειας του πολίτη και της υγείας, επιστρατεύοντας δύο έμπειρα και κατά τεκμήριο ικανά κυβερνητικά στελέχη.
Σε κάθε περίπτωση ο Κ. Μητσοτάκης δείχνει να αντιδρά στα προβλήματα και να βάζει και την ατζέντα του δημόσιου διαλόγου. Το πρόβλημα βρίσκεται στην αντιπολίτευση και πρώτα απ΄όλα στο ΣΥΡΙΖΑ. Δείχνει να έχει δύο προβλήματα: Δεν έχει βρει τον βηματισμό του, δεν έχει προωθήσει καμία αλλαγή αφουγκραζόμενο το μήνυμα της λαϊκής ψήφου, πέφτει συνέχεια στις δημοσκοπήσεις. Ο Σ. Κασσελάκης δεν πείθει, έχει ιδιαίτερα χαμηλή δημοφιλία και ταυτόχρονα κάνει γκάφες. Με την ρητορική του για τις δηλώσεις του Α. Συρίγου φλερτάρει με την ακροδεξιά στο πλαίσιο της άποψης περί συγκρότησης πατριωτικής Αριστεράς. Πιάνεται αδιάβαστος στο θέμα με τους υποτιθέμενους 500.000 που θα έρχονταν από το Πακιστάν, ανεκδοτοποιείται από την ερμηνεία της δήλωσης του Πρωθυπουργού ότι δεν θα βάλει το κάρο μπροστά από το άλογο. Η δήθεν πρόταση για υπουργοποίησή του το 2019 αλλά και η όλη συζήτηση για την περίφημη πια συνάντηση των Σπετσών δείχνει ελαφρότητα. Το θέμα είναι ότι αν ο ΣΥΡΙΖΑ συνεχίσει έτσι, θα οδεύσει σε πολύ άσχημα αποτελέσματα στις Ευρωεκλογές και τώρα πια δεν υπάρχει η δικαιολογία των « βάρβαρων » που δήθεν υπονόμευαν παλιότερα τον Α. Τσίπρα και τώρα τον Σ. Κασσελάκη. Θα μπορέσει να σταθεροποιηθεί ή και να αυξήσει τις δυνάμεις του; Θα φανεί, αλλά το σίγουρο είναι ότι με τα μέχρι τώρα δεδομένα , κάτι τέτοιο δείχνει δύσκολο.
Το ΠΑΣΟΚ ανεβαίνει, αλλά δεν κάνει το άλμα που θα μπορούσε. Έχει υψηλή συσπείρωση άρα δεν έχει να περιμένει πολλά από την δεξαμενή των ψηφοφόρων του, ενώ έχει φανεί ότι δεν μπορεί να περιμένει ρεύμα εισροών από τις διαρροές του ΣΥΡΙΖΑ, πολύ περισσότερο που η ΝΕΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ θα λειτουργεί ως ανάχωμα. Για να ανέβει επομένως ή ακόμα και για να μην χάσει δυνάμεις από ότι δείχνουν οι δημοσκοπήσεις τώρα, χρειάζεται στρατηγική κέντρου και όχι μιας στρατηγικής δομικής αντιπολίτευσης. Αυτό όμως δεν συμβαδίζει με την θολή εικόνα που εμφανίζουν στελέχη του ακόμα και για την επιστολική ψήφο ή και για μη Κρατικά Πανεπιστήμια. Επίσης ένα ανοικτό πρόβλημα είναι το ανέβασμα της πρωθυπουργισιμότητας του Ν. Ανδρουλάκη, ώστε να μπορεί να στηριχτεί μια εικόνα εναλλακτικής πρότασης.
Δεν πρέπει ταυτόχρονα να διαφεύγει της προσοχής, ότι δύο κόμματα δείχνουν ανοδικές τάσεις και αυτά είναι το Κ.Κ.Ε και η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΥΣΗ που αυτή την στιγμή βρίσκονται στην ζώνη του 10% και 7% αντίστοιχα. Πρόκειται για δύο κόμματα που μπορούν να συγκεντρώσουν την διαμαρτυρία από την μια αριστερόστροφων δυνάμεων και από την άλλη δυνάμεων δεξιών έως και ακροδεξιών. Πολύ περισσότερο σε μια μάχη σαν αυτή των Ευρωεκλογών με χαρακτηριστικό την πιο χαλαρή ψήφο, κάτι που μπορεί να οδηγήσει γενικότερα σε μικρότερη ή μεγαλύτερη ενίσχυση δυνάμεων όπως η ΝΕΑ ΑΡΙΣΤΕΡΑ, το ΜΕΡΑ 25 κ.λ.π
Έτσι διαμορφώνεται η εικόνα των πολιτικών συσχετισμών αυτή την στιγμή. Η πορεία προς τις Ευρωεκλογές θα είναι πολύ ενδιαφέρουσα και οπωσδήποτε φαίνεται ότι τα αποτελέσματα σ΄αυτές, μπορεί να τροφοδοτήσουν σημαντικές διεργασίες. Το πολιτικό παιχνίδι ξεκίνησε και βεβαιότητες δεν υπάρχουν. Πάντως αν οι κάλπες βγάλουν μια Ν.Δ που ακόμα και χάνοντας δυνάμεις προηγείται π.χ 20% του δεύτερου κόμματος, οι μεγάλοι πονοκέφαλοι που θα προκύψουν θα είναι περισσότερο για την αντιπολίτευση, με ότι αυτό σημαίνει.