«Μερικοί περιγράφουν το φαινόμενο Κασσελάκη ως ελληνικό τραμπισμό. Μπορεί, αν και το φαινόμενο είναι πιο σύνθετο γιατί εδώ επιπλέον έχουμε μια ομάδα ανθρώπων πίσω από τον Κασσελάκη, ταυτισμένων με τις χειρότερες παραδόσεις του ΣΥΡΙΖΑ, που κινούν νήματα αξιοποιώντας προς όφελός τους την ανεπάρκεια του ηγέτη. Εξάλλου στον ΣΥΡΙΖΑ μερικοί είναι τόσο κυνικοί, ρηχοί και ιδιοτελείς, που όχι τον Τραμπ αλλά ακόμη και τον Μουσολίνι θα ψήφιζαν, αν διασφάλιζε την καριέρα τους» τονίζει σε άρθρο του στα «Νέα» με τίτλο «Ο ΣΥΡΙΖΑ στο τίποτα, η δημοκρατία στο πουθενά» ο Νίκος Μαραντζίδης, καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.
Σύμφωνα με τον πρώην συνεργάτη του Αλέξη Τσίπρα και της Έφης Αχτσιόγλου στις εσωκομματικές εκλογές του ΣΥΡΙΖΑ, «το κρίσιμο όμως βρίσκεται στον κίνδυνο μετάδοσης του φαινομένου. Οποιος νομίζει πως ό,τι έγινε στον ΣΥΡΙΖΑ αφορά αποκλειστικά αυτόν, αυταπατάται. Η γοητεία του μεταπολιτικού μεσσιανισμού μπορεί να κυριεύσει σύντομα κι άλλους χώρους και τότε οι κίνδυνοι που ανοίγονται μπροστά μας είναι πολυεπίπεδοι. Η δημοκρατία είναι ένα παιχνίδι μάθησης και μίμησης, όπως και η υπονόμευσή της επίσης».
Το άρθρο του Νίκου Μαραντζίδη
Οταν το 2004 ο Παπανδρέου εισήγαγε στο ΠΑΣΟΚ τον θεσμό της άμεσης εκλογής προέδρου από τη βάση, πολλοί από όλο το πολιτικό φάσμα τον λοιδόρησαν. Αντιμετώπισαν την καινοτομία εχθρικά, ως ιδιορρυθμία εξ Αμερικής ορμώμενη, ασύμβατη με τα ήθη του κομματικού συστήματος.
Ο,τι κοροϊδεύεις το λούζεσαι, λέει το ρητό. Μερικά χρόνια αργότερα η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ υιοθέτησαν τη διαδικασία.
Τη θέσπισαν όμως άρον άρον, τυχοδιωκτικά, χωρίς σοβαρές θεσμικές ασφαλιστικές δικλίδες.
Στη ΝΔ, οι δύο πρόεδροι που εκλέχτηκαν άμεσα από τη βάση υποστηρίζονταν από μικρές, σχεδόν ασήμαντες μειοψηφίες στην Κοινοβουλευτική Ομάδα και στις κομματικές ελίτ, γεγονός που συνιστά ιδιαιτερότητα ασύμβατη με τις παραδόσεις της Κεντροδεξιάς, αδιανόητη μερικά χρόνια νωρίτερα· απόδειξη ίσως της διάβρωσης που έχει υποστεί ο κοινοβουλευτισμός ακόμη και στη συνείδηση του συντηρητικού κόσμου.
Στην Αριστερά ακόμη χειρότερα! Γιατί ποιος θα μπορούσε να φανταστεί τον ΣΥΡΙΖΑ να εκλέγει πρόεδρό του έναν μέχρι πριν από λίγους μήνες άσχετο με την Αριστερά μόνιμο κάτοικο των ΗΠΑ.
Προφανώς η εκλογή Κασσελάκη σχετίζεται με συνθήκες που διαμορφώθηκαν εντός του ΣΥΡΙΖΑ: συλλογική ψυχολογία πένθους ενισχυμένη από κατευθυνόμενη τοξικότητα και διασπορά fake news, οργανωτική καχεξία και μεσσιανική κουλτούρα.
Τα τελευταία χρόνια, ο ΣΥΡΙΖΑ είχε μετατραπεί σε ένα αρχηγικό κόμμα, που στην προσπάθειά του να κυριαρχήσει ισορροπούσε επικίνδυνα ανάμεσα στον ριζοσπαστισμό, στην αριστερή σοσιαλδημοκρατία και στον τυχοδιωκτικό λαϊκισμό.
Η ισορροπία τώρα ανατράπηκε προς όφελος του τυχοδιωκτισμού.
Αναμφίβολα, η θεσμική επιπολαιότητα που επιδείχθηκε είναι συγκλονιστική. Προφανώς, οι κομματικές ελίτ δεν είχαν ποτέ διανοηθεί την ντροπιαστική πιθανότητα να εκλεγεί πρόεδρος ένα μη μέλος πρώην θαυμαστής του Μητσοτάκη, που εκτιμούσε τον Τραμπ περισσότερο από τον Τσίπρα. Με πολιτικούς όρους, πρόκειται για απαγωγή από μια ξένη στην Αριστερά κουλτούρα.
Είμαι σίγουρος πως ο Τσίπρας θα θλίβεται σήμερα, αλλά δυστυχώς για τον ίδιο θα μείνει στην Ιστορία για την αδυναμία του να προβάλει οποιαδήποτε αντίσταση. Ισως αυτό το πάθημα να αποτελέσει για τον ίδιο ένα καλό μάθημα για το μέλλον, διαφορετικά θα αρκεστεί στη συγγραφή ενός βιβλίου αναμνήσεων με τον πικρό τίτλο «Πώς μου έκλεψαν το κόμμα μέσα από τα χέρια μου».
Υπάρχουν και χειρότερα. Η εκλογή Κασσελάκη δείχνει επικίνδυνη περιφρόνηση στους θεσμούς της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Ο περιορισμένων γνώσεων και παραστάσεων περί της ελληνικής πολιτικής νεοεκλεγείς αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης όχι μόνο δεν βρίσκεται στο κοινοβούλιο, αλλά δεν διαθέτει καμιά εμπειρία από αυτόν ή άλλον αντιπροσωπευτικό θεσμό. Δεν διαθέτει καμιά προηγούμενη πολιτική εμπειρία γενικώς.
Αν υποθέσουμε ότι γίνονταν αύριο εκλογές, θα διεκδικήσει την πρωθυπουργία χωρίς να έχει μιλήσει ούτε μία φορά από το βήμα της Βουλής. Και αν χρειαστεί να γίνει σύσκεψη των αρχηγών των κομμάτων για κάποιο κρίσιμο εθνικό θέμα, θα πάει αυτός που δεν ξέρει τη διαφορά του κρατιδίου από το ψευδοκράτος; Την ώρα που η μεσσιανική θεωρία «μαθαίνω γρήγορα» τρομάζει για το μέγεθος της αυθάδειάς της, οι κίνδυνοι για τη δημοκρατία και τη χώρα από αυτόν τον τραγέλαφο είναι προφανείς.
Πάντως, πολλές καταστάσεις εκτός ΣΥΡΙΖΑ έστρωσαν τον δρόμο στην ύβριν. Καιρό τώρα, οι πολίτες εθίζονται σε μια ποικιλόμορφη υποβάθμιση της δημοκρατίας. Ο υποβιβασμός του κοινοβουλίου σε υπηρέτη της εκτελεστικής εξουσίας και η απαξιωτική στάση των κυβερνήσεων έναντι των βασικών δημοκρατικών και φιλελεύθερων πρωτοκόλλων ενισχύουν υπονομευτικές στη δημοκρατία δυνάμεις: τον κυνισμό («πάντα γίνονταν αυτά»), την παραίτηση («τίποτε δεν αλλάζει»), τη λατρεία της μεταπολιτικής και της αντιπολιτικής, το παρατεταμένο αίσθημα ασφυξίας και τον θυμό («γουστάρεις να τους ξεδοντιάσουμε;»).
Η δημοκρατία μας βιώνει μια διπλή διάβρωση: στην κορυφή, οι κυβερνώσες ελίτ περιφρονούν τους κανόνες ολισθαίνοντας σε μια σιωπηλή εκτροπή, ένα διαρκές αθόρυβο πραξικόπημα. Στη βάση, οι πολίτες χάνουν σταδιακά την εμπιστοσύνη τους στους αντιπροσωπευτικούς θεσμούς και «γουστάρουν» πολιτικούς που (λένε ότι) θα «ξεδοντιάσουν το σύστημα».
Μερικοί περιγράφουν το φαινόμενο Κασσελάκη ως ελληνικό τραμπισμό. Μπορεί, αν και το φαινόμενο είναι πιο σύνθετο γιατί εδώ επιπλέον έχουμε μια ομάδα ανθρώπων πίσω από τον Κασσελάκη, ταυτισμένων με τις χειρότερες παραδόσεις του ΣΥΡΙΖΑ, που κινούν νήματα αξιοποιώντας προς όφελός τους την ανεπάρκεια του ηγέτη. Εξάλλου στον ΣΥΡΙΖΑ μερικοί είναι τόσο κυνικοί, ρηχοί και ιδιοτελείς, που όχι τον Τραμπ αλλά ακόμη και τον Μουσολίνι θα ψήφιζαν, αν διασφάλιζε την καριέρα τους.
Το κρίσιμο όμως βρίσκεται στον κίνδυνο μετάδοσης του φαινομένου. Οποιος νομίζει πως ό,τι έγινε στον ΣΥΡΙΖΑ αφορά αποκλειστικά αυτόν, αυταπατάται. Η γοητεία του μεταπολιτικού μεσσιανισμού μπορεί να κυριεύσει σύντομα κι άλλους χώρους και τότε οι κίνδυνοι που ανοίγονται μπροστά μας είναι πολυεπίπεδοι. Η δημοκρατία είναι ένα παιχνίδι μάθησης και μίμησης, όπως και η υπονόμευσή της επίσης.