Ο πολιτικός επιστήμων, Νίκος Μαραντζίδης υπογραμμίζει, σε συνέντευξή του, πως ο νέος πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ είναι άσχετος και με ανερμάτιστο λόγο. Δεδομένου ότι στις πρόσφατες εκλογές συνεργάστηκε με τον Αλέξη Τσίπρα, ο κ. Μαραντζίδης μιλάει για τον ρόλο του πρώην πρωθυπουργού, αναλύει τη συνολική διαδρομή του ΣΥΡΙΖΑ και επισημαίνει πως υπάρχει πλέον χώρος για ένα σοβαρό αριστερό κόμμα.
Σύμφωνα με τον κ. Μαραντζίδη, «υπάρχει κάποια πρωτόλεια πολιτική σκέψη στον Κασσελάκη. Σε αυτήν όντως διακρίνω πρωτοφασιστικά, λαϊκιστικά χαρακτηριστικά, τύπου Τραμπ. Ο κόσμος του είναι ανησυχητικά μανιχαϊστικός, αφελής και με χοντροκομμένες διαιρέσεις (οι καλοί και οι κακοί η ελίτ και ο λαός)».
Επίσης στηλιτεύει την απαρέσκεια που δείχνει στους πολιτικούς θεσμούς, στις συλλογικές λειτουργίες και στα πολιτικά κείμενα θυμίζει, όπως σημειώνει «λαϊκιστές ηγέτες και φασίστες του Μεσοπολέμου. Φοβάμαι όμως πως το σπουδαιολογούμε, γιατί αλλάζει με ιδιαίτερη ευκολία απόψεις».
Το τηλεοπτικό προϊόν του καλοκαιριού
Στο ερώτημα, γιατί κέρδισε ο Κασσελάκης, ο Νίκος Μαραντζίδης, υποστηρίζει, μιλώντας στα «Παραπολιτικά» και στον Ανδρέα Παπαδόπουλο, ότι «η νίκη Κασσελάκη είναι αποτέλεσμα πολλών παραγόντων. Κάποιοι από αυτούς είχαν βαθύτερο και μακροχρόνιο χαρακτήρα και άλλοι ήταν προϊόντα της συγκυρίας.
Μετασχηματισμένος από καιρό σε αρχηγικό κόμμα ο ΣΥΡΙΖΑ, με ασθενείς κομματικές δομές και αδύναμους θεσμούς συλλογικής λειτουργίας, διαμόρφωσε σε ένα σημαντικό τμήμα των οπαδών του μια μεσσιανική κουλτούρα, η οποία «κούμπωσε» στο σοκ που προκάλεσαν οι πρόσφατες εκλογές και η αποχώρηση του Τσίπρα.
Ενα κομμάτι της εκλογικής βάσης ήταν σε απόγνωση, θυμωμένο. Ηθελε με όρους γηπέδου σχεδόν να ξεσπάσει την οργή του απέναντι σε αυτούς που αντιλαμβανόταν ως τους «παλιούς» και στους οποίους απέδωσε την ευθύνη της ήττας.
Παραδόξως ενώ στα κόμματα εξουσίας η εκλογική ήττα αποδίδεται κυρίως στον ηγέτη και οδηγεί στην αυτονόητη παραίτησή του, στον ΣΥΡΙΖΑ δεν υπήρχε αυτή η νοοτροπία.
Πολλοί θεωρούσαν πως ο Τσίπρας έπρεπε να μείνει στο διηνεκές, είτε κερδίζει είτε χάνει, και πως η παραίτησή του ήταν προϊόν συνωμοσίας. Γελοιότητες δηλαδή. Ο Κασσελάκης εμφανίστηκε αιφνιδιαστικά (σε κανένα σοβαρό κόμμα δεν θα μπορούσε να συμβεί αυτό) και ενώ ήδη είχε περάσει ένας μήνας προεκλογικής καμπάνιας.
Παρουσιάστηκε ως το «φρέσκο» μπροστά σε ένα καταπονημένο και αποκαρδιωμένο ακροατήριο. Η συγκρατημένη και συντηρητική, αλλά πάντως σοβαρή μέχρι τότε αναμέτρηση μεταξύ των τεσσάρων υποψηφίων δεν συγκινούσε ούτε τα ΜΜΕ ούτε τη βάση, που ήθελαν σασπένς και δράματα.
Ο Κασσελάκης διεξήγαγε μια αστραπιαία καμπάνια, στηριγμένη σε σημαντικό αριθμό αφελών, πλην πιασάρικων βίντεο στα σόσιαλ μίντια, που αναπαράγονταν τηλεοπτικά στις ειδήσεις και στις εκπομπές lifestyle. Ηταν το τηλεοπτικό προϊόν του καλοκαιριού. Αξιοποίησε προς όφελος του το πένθος των ψηφοφόρων του ΓΥΡΙΖΑ σκορπώντας παιδαριώδεις υποσχέσεις, του τύπου «Εγώ κερδίζω τον Μητσοτάκη», ενθουσιάζοντας επιπλέον ένα μικρό , αλλά κρίσιμο εκτός ΣΥΡΙΖΑ κοινό. Ακόμα και σοβαροί άνθρωποι την πάτησαν. Η καμπάνια του συνδυάζοντας θετικά (Εγώ κερδίζω) και αρνητικά για τους συνυποψήφιους του μηνύματα, μέσω των φίλων του και τρολ στο Διαδίκτυο, κατάφερε να μετατρέψει την οργή και την τοξικότητα του Διαδικτύου σε καύσιμο υπέρ της υποψηφιότητάς του».
Σχολιάζοντας τις απόψεις στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ που έχουν περιγράψει με διάφορους τρόπους το Κασσελάκη, από Τραμπ και Μπέπε Γκρίλο, έως alternative right, ο κ. Μαραντζίδης τονίζει τα εξής:
«Φοβάμαι πως δίνουμε υπερβολική σημασία στην πολιτική σκέψη του Κασσελάκη. Με όρους κοινής πολιτικής λογικής, θα τον χαρακτήριζα άσχετο, με ανερμάτιστο λόγο. Νιώθω ντροπή όταν τον ακούω και αμηχανία που είναι αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ακόμα και τώρα, δύο μήνες μετά την εκλογή του δυσκολεύομαι να πιστέψω τι συνέβη. Μερικές φορές αναρωτιέμαι μήπως εν αγνοία μας συμμετέχουμε σε κάποιο κοινωνικό πείραμα, σε ένα γιγαντιαίο «Big Brother» που μελετά τις αντοχές μας. Βεβαίως, υπάρχει κάποια πρωτόλεια πολιτική σκέψη στον Κασσελάκη. Σε αυτήν όντως διακρίνω πρωτοφασιστικά, λαϊκιστικά χαρακτηριστικά, τύπου Τραμπ. Ο κόσμος του είναι ανησυχητικά μανιχαϊστικός, αφελής και με χοντροκομμένες διαιρέσεις (οι καλοί και οι κακοί η ελίτ και ο λαός). Επίσης η απαρέσκεια που δείχνει στους πολιτικούς θεσμούς, στις συλλογικές λειτουργίες και στα πολιτικά κείμενα θυμίζει λαϊκιστές ηγέτες και φασίστες του Μεσοπολέμου. Φοβάμαι όμως πως το σπουδαιολογούμε, γιατί αλλάζει με ιδιαίτερη ευκολία απόψεις. Τώρα που το σκέφτομαι αν έπρεπε να βρω έναν Μαρξ που να έχει επηρεάσει τη σκέψη του, προφανώς δεν θα ήταν ο Κάρολος αλλά ο Γκράουτσο. Ο Κασσελάκης μού δείχνει πως κινείται με πυξίδα το «Αυτές είναι οι αρχές μου κι αν δεν σας αρέσουν, έχω κι άλλες». Αν ήμουν χριστιανός θα αναφωνούσα έντρομος: Παναγιά, βοήθα!».