Σαν σήμερα, στις 31 Οκτωβρίου 1922, ξεκίνησε στην αίθουσα της Παλαιάς Βουλής στην Αθήνα η περίφημη «δίκη των έξι». Ήταν η δίκη που επιχείρησε να δώσει απαντήσεις και δικαίωση για τη Μικρασιατική Καταστροφή, ένα δράμα εθνικό, πολιτικό και ανθρώπινο, που σφράγισε τη χώρα για δεκαετίες.

Η Ελλάδα βρισκόταν ακόμη μέσα στις στάχτες της Καταστροφής, η Σμύρνη είχε χαθεί, εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες κατέφθαναν στα λιμάνια, ο στρατός είχε εξεγερθεί, και η οργή του λαού ζητούσε ενόχους. Η Επαναστατική Επιτροπή υπό τους Νικόλαο Πλαστήρα και Στυλιανό Γονατά είχε ήδη εκθρονίσει τον βασιλιά Κωνσταντίνο και εγκαθιδρύσει στρατιωτικό καθεστώς. Μέσα σε αυτό το φορτισμένο κλίμα αποφασίστηκε η σύσταση Έκτακτου Στρατοδικείου για να «αποδοθούν ευθύνες» στους πολιτικούς και στρατιωτικούς που θεωρούνταν υπαίτιοι της καταστροφής.

Στο εδώλιο κάθισαν οκτώ άνδρες, όλοι πρόσωπα πρώτης γραμμής της προπολεμικής πολιτικής σκηνής: οι πρώην πρωθυπουργοί Δημήτριος Γούναρης, Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης και Νικόλαος Στράτος, οι υπουργοί Γεώργιος Μπαλτατζής και Νικόλαος Θεοτόκης, ο αρχιστράτηγος της Μικράς Ασίας Γεώργιος Χατζηανέστης, καθώς και δύο ακόμη ανώτατοι αξιωματούχοι. Η κατηγορία ήταν βαριά: εσχάτη προδοσία.

Η δίκη ξεκίνησε στις 31 Οκτωβρίου, με πρόεδρο τον στρατηγό Αλέξανδρο Οθωναίο, και έγινε μέσα σε πρωτοφανές ενδιαφέρον του Τύπου και του λαού. Οι εφημερίδες της εποχής μετέδιδαν καθημερινά αποσπάσματα των απολογιών, ενώ η κοινωνία διχάστηκε ξανά, όπως και στην εποχή του Εθνικού Διχασμού. Από τη μια οι βενιζελικοί, που έβλεπαν στη διαδικασία την «αποκατάσταση του έθνους», κι από την άλλη οι αντιβενιζελικοί, που μιλούσαν για πολιτική εκδίκηση ντυμένη με τον μανδύα της δικαιοσύνης.

Η διαδικασία κράτησε μόλις δεκαπέντε ημέρες. Στις 15 Νοεμβρίου 1922, το Στρατοδικείο ανακοίνωσε την ετυμηγορία του:
έξι από τους κατηγορουμένους κρίθηκαν ένοχοι και καταδικάστηκαν σε θάνατο. Η απόφαση εκτελέστηκε σχεδόν αμέσως, στο πεδίο του Γουδή. Ο ήχος των πυροβολισμών εκείνο το πρωινό θεωρήθηκε από πολλούς το συμβολικό τέλος της παλιάς Ελλάδας... της Ελλάδας των ανακτόρων, των κομματικών αυλών και των επεκτατικών ονείρων.

Η «δίκη των έξι» έμεινε στην Ιστορία ως η πιο δραματική πολιτική δίκη του ελληνικού 20ού αιώνα. Για άλλους ήταν μια αναγκαία κάθαρση, για άλλους, μια πράξη βιασύνης που υπαγορεύτηκε από τη λαϊκή οργή. Εκατό χρόνια μετά, οι ιστορικοί ακόμη συζητούν αν οι Έξι ήταν ένοχοι ή απλώς θύματα μιας εποχής που ζητούσε αίμα για να λυτρωθεί.

Αυτό που δεν αλλάζει είναι ότι εκείνη η δίκη σήμανε το τέλος μιας ολόκληρης εποχής. Η Ελλάδα του 1922 έκλεισε τότε, με οδυνηρό τρόπο, τον κύκλο των μεγάλων ιδεαλισμών και μπήκε στη σκληρή πραγματικότητα του 20ού αιώνα: στην εποχή των προσφύγων, της πολιτικής ρευστότητας και των διαρκών διχασμών.