Η θάλασσα έχει εμπνεύσει κατά καιρούς αμέτρητους καλλιτέχνες, στις 4 Μαΐου του 1972, όμως, έδειξε το σκληρότερο πρόσωπό της. Ένα τραγικό δυστύχημα που σημάδεψε την Κρήτη και ιδιαίτερα το Ρέθυμνο συνέβη στην ακτή της Γεωργιούπολης, όπου άφησαν την τελευταία τους πνοή 21 μαθήτριες και δεκάδες οικογένειες βυθίστηκαν στο πένθος.
Τίποτε δεν προμήνυε το κακό που ερχόταν…
Κατά το τέλος της σχολικής εκδρομής οι τρεις πρώτες τάξεις του γυμνασίου Σπηλίου Ρεθύμνου ήθελαν να απολαύσουν μια βαρκάδα, η οποία έμελλε να εξελιχθεί σε τραγωδία για ολόκληρη την Κρήτη…
Οι 40 μαθήτριες μοιράστηκαν σε δύο καΐκια, με 27 εξ αυτών να ανεβαίνουν στο «Δυο Γιώργηδες» και 13 στο «Δυο Αδέρφια», με σκοπό να τους κάνουν μια μικρή βόλτα στα νερά της θάλασσας κοντά στη Γεωργιούπολη Χανίων, ενώ οι καθηγητές παρέμειναν στην ακτή από όπου παρακολουθούσαν τις μαθήτριες.
Τα τραγούδια και τα γέλια των νεαρών κοριτσιών κόπηκαν απότομα όταν η πρώτη από τις δύο βάρκες ανατράπηκε. Ο λόγος ήταν πως οι μαθήτριες που κάθονταν από τη μία πλευρά του καϊκιού τρόμαξαν όταν είδαν ένα μεγάλο κύμα να έρχεται προς το μέρος τους και μετακινήθηκαν στην άλλη πλευρά, με αποτέλεσμα να αναποδογυρίσει το καΐκι και τα κορίτσια να πέσουν στην θάλασσα.
Όσοι βρίσκονταν στα παρακείμενα πλεούμενα βούτηξαν να σώσουν όσο το δυνατόν περισσότερες ζωές, όμως το έργο τους ήταν πολύ δύσκολο. Πολλά από τα κορίτσια δεν γνώριζαν κολύμπι και τα περισσότερα από αυτά είχαν μπλεχτεί στα αλιευτικά δίχτυα των ψαροκάικων. Οι 21 από τις 27 μαθήτριες πνίγηκαν στη θάλασσα εκείνη την ημέρα. Στον Τύπο της εποχής οι περιγραφές των διασωστών ήταν συγκλονιστικές... έβγαζαν πτώματα αγκαλιασμένα.
Μέσα σε λίγες ώρες, η Γεωργιούπολη και η θάλασσά της, το νοσοκομείο και οι γειτονιές, γέμισαν οργή, θρήνο, δάκρυα και κατάρες.
Μόνο μια μαθήτρια, η Στυλιανή Γλυνιαδάκη, ήξερε κολύμπι και κατάφερε να σώσει δύο ακόμη συμμαθήτριές της, ενώ άλλες τρεις κατάφεραν να σωθούν καθώς δεν είχαν μπλεχτεί στα δίχτυα.
Τα μικρά κορίτσια προέρχονταν από τα χωριά της τότε επαρχίας Αγ. Βασιλείου Σπήλι, Μιξόρρουμα, Μουρνέ, Κεντροχώρι, Κισσός, Λαμπρινή, που βυθίστηκαν στο πένθος.
Την επόμενη μέρα, ζωντανοί νεκροί οι γονείς τους ακολουθούσαν τα φέρετρα των παιδιών τους στην τελευταία τους κατοικία, με βλέμμα απλανές μπροστά στην ασύλληπτη συμφορά και με μάτια στραγγισμένα από τα δάκρυα.
Στη δική που ακολούθησε μετά την τραγωδία κρίθηκε «ένοχος ανθρωποκτονιών κατά συρροή εν συνειδήσει» ο λεμβούχος Ν. Κορδατζάκης και καταδικάστηκε σε φυλάκιση τριών ετών. «Ένοχοι… άνευ συνειδήσεως» κρίθηκαν και οι καθηγητές που ήταν συνοδοί, ο Ιω. Τσαγκαράκης και η Στυλιανή Στυλιανουδάκη (φυλάκιση 18 μηνών), ενώ στους Ι. Χαριτζόπουλο και Ζωή Ριτσάτου-Παπαδάκη επιβλήθηκε ποινή ενός έτους με αναστολή.