Κυριακή, 27 Απριλίου 1941. Στις 08:00 το πρωί, ημέρα Κυριακή σαν σήμερα, μοτοσικλετιστές και οχήματα της 2ης Τεθωρακισμένης Μεραρχίας, με επικεφαλής τον ανθυπολοχαγό Φριτς Ντίρφλιγκ, εισήλθαν από τα βόρεια προάστια στην Αθήνα. Οι μοτοσικλετιστές συνάντησαν μικρή αντίσταση και οι πρώτοι Γερμανοί μπήκαν στην Αθήνα, ακολουθούμενοι από θωρακισμένα οχήματα, άρματα μάχης και πεζικό.
Κατέλαβαν μεγάλες ποσότητες πετρελαίου, λαδιού και λιπαντικών, πολλές χιλιάδες τόνους πυρομαχικών, δέκα φορτηγά φορτωμένα με ζάχαρη και δέκα φορτία άλλων προμηθειών, καθώς και άλλον εξοπλισμό, όπλα και ιατρικές προμήθειες.
Οι κάτοικοι της Αθήνας περίμεναν τους κατακτητές να μπουν στην πόλη πολλές μέρες πριν και βρίσκονταν κλεισμένοι στα σπίτια τους με τα παράθυρά τους κλειστά. Το πρωί το αθηναϊκό ραδιόφωνο έβγαλε ανακοίνωση για να εμψυχώσει τους Έλληνες. Οι Γερμανοί κατευθύνθηκαν αμέσως στην Ακρόπολη και ύψωσαν τη ναζιστική σημαία.
Τους ναζί κατακτητές υποδέχτηκε στο καφενείο των Αμπελοκήπων «Λουξ» επιτροπή που του παρέδωσε την πόλη. Μέλη εκείνης της επιτροπής ήταν ο ανώτερος στρατιωτικός διοικητής Αττικής, υποστράτηγος Χρήστος Καβράκος, ο νομάρχης Αττικοβοιωτίας- αντιναύαρχος σε αποστρατεία Κωνσταντίνος Πεζόπουλος, οι δήμαρχοι Αθηναίων Αμβρόσιος Πλυτάς και Πειραιά Μιχάλης Μανούσκος – ο συνταγματάρχης Κωνσταντίνος Κανελλόπουλος εκτελούσε χρέη διερμηνέα.
Το καφενείο «Λουξ» στους Αμπελόκηπους –κατ’ άλλους «Παρθενών»–, ανήκε στον κτηματία Ανδρέα Γλεντζάκη και βρισκόταν στη διασταύρωση των λεωφόρων Αλεξάνδρας και Κηφισίας, απέναντι από την τότε έπαυλη Θων.
Οι Έλληνες αξιωματούχοι δήλωσαν πως η Αθήνα ήταν μια ανοχύρωτη πόλη που δεν είχε την πρόθεση να προβάλει αντίσταση. Ο Γερμανός αντισυνταγματάρχης Φον Σέιμπεν όρισε πολιτικούς διοικητές των Αθηνών και του Πειραιά τους δύο δημάρχους, ενώ κατέστησε αιχμάλωτο πολέμου και υπεύθυνο για τυχόν εχθρικές πράξεις τον υποστράτηγο Καβράκο.
Στην επιτροπή προβλεπόταν ως πρόεδρος ο αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος (πρώην μητροπολίτης Τραπεζούντας [1913-1938] σε δύσκολη στιγμή του Ελληνισμού), ο οποίος αρνήθηκε όμως να παραστεί μη αντέχοντας να συναντήσει τους εισβολείς, γεγονός που δεν πέρασε απαρατήρητο.
Στις 23 Απριλίου, τέσσερις ημέρες προτού πέσει η Αθήνα στα χέρια των Γερμανών, έφυγαν από τον Σκαραμαγκά για την Κρήτη ο βασιλιάς Γεώργιος Β΄ με τον πρωθυπουργό Τσουδερό και μέλη της κυβέρνησης.
Από εκείνο το πρωινό της 27ης Απριλίου απλώνεται το βαθύ σκοτάδι της ναζιστικής κατοχής στην Ελλάδα, αφήνοντας πίσω του χιλιάδες νεκρούς, ερείπια, οικονομική κατάρρευση, ήρωες, προδότες και έναν αιματηρό εμφύλιο σπαραγμό στη συνέχεια…