Σαν σήμερα, στις 15 Σεπτεμβρίου 1991, το ΚΚΕ γνώριζε μια από τις μεγαλύτερες κρίσεις της ιστορίας του. Μια διάσπαση που δεν ήταν απλώς εσωτερικό ζήτημα, αλλά μια ρήξη που άλλαξε την πορεία της ελληνικής Αριστεράς και έβαλε τα θεμέλια για τη δημιουργία του ΣΥΡΙΖΑ.
Η εποχή εκείνη ήταν καταιγιστική: η πτώση του Τείχους του Βερολίνου, η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, το τέλος του «υπαρκτού σοσιαλισμού» στην Ανατολική Ευρώπη. Οι κομμουνιστικές ιδέες κλυδωνίζονταν παντού και το ΚΚΕ δεν μπορούσε να μείνει ανεπηρέαστο. Στο εσωτερικό του κόμματος η σύγκρουση ήταν ανοιχτή: από τη μια η «παλιά φρουρά» που ήθελε σφιχτό δόγμα και πίστη στις παραδοσιακές γραμμές, από την άλλη η ανανεωτική πτέρυγα που ζητούσε αλλαγές, άνοιγμα στην κοινωνία και προσαρμογή στη νέα πραγματικότητα.
Η ρήξη κορυφώθηκε όταν περίπου οι μισοί της Κεντρικής Επιτροπής αποχώρησαν. Ανάμεσά τους στελέχη που αργότερα θα έπαιζαν ρόλο στην ανασύνθεση της Αριστεράς: η Μαρία Δαμανάκη, ο Γιάννης Δραγασάκης, ο Μίμης Ανδρουλάκης, ο Παναγιώτης Λαφαζάνης. Σχημάτισαν τον Συνασπισμό της Αριστεράς και της Προόδου, τον πρόδρομο του ΣΥΡΙΖΑ. Από εκεί ξεκίνησε μια πορεία γεμάτη αντιφάσεις, αλλά και με σταθερό στόχο: να καταλάβουν χώρο στο πολιτικό σκηνικό που είχε αφήσει κενό το ΠΑΣΟΚ και η φθορά του.
Η διάσπαση είχε άμεσες συνέπειες. Το ΚΚΕ περιορίστηκε σε έναν πιο σκληρό, ιδεολογικά καθαρό αλλά πολιτικά αδύναμο χώρο. Οι ανανεωτικοί κέρδισαν μια νέα ταυτότητα αλλά έχασαν για χρόνια σε εκλογική επιρροή, καθώς ο Συνασπισμός έμοιαζε περισσότερο με εργαστήρι ιδεών παρά με κόμμα εξουσίας. Ωστόσο, με την κρίση του 2010 και τη φθορά του δικομματισμού, το σχήμα εκείνο, πλέον ως ΣΥΡΙΖΑ, βρέθηκε στην κορυφή της εξουσίας.
Η ιστορία δείχνει ότι η διάσπαση του 1991 δεν ήταν απλώς μια «οικογενειακή» υπόθεση της Αριστεράς. Ήταν η αρχή της μεταμόρφωσης ενός χώρου που έφτασε μέχρι την πρωθυπουργία, αλλά με ποια αποτελέσματα; Η διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ κατέληξε να επιβεβαιώσει πως τα πειράματα χωρίς σταθερό σχέδιο, χωρίς θεσμική συνέχεια και χωρίς σεβασμό στους κανόνες της οικονομίας, οδηγούν σε αδιέξοδα. Από την ελπίδα του 2015 μέχρι το τρίτο και βαρύτερο μνημόνιο, η χώρα πλήρωσε ακριβά αυτήν την πορεία.
Η Νέα Δημοκρατία, απέναντι σε όλα αυτά, λειτούργησε ως ο σταθερός πυλώνας. Όταν η Αριστερά βυθιζόταν σε διαμάχες και ιδεολογικές ακροβασίες, η ΝΔ διατηρούσε τον θεσμικό της ρόλο, κέρδιζε την εμπιστοσύνη της μεσαίας τάξης και έδειχνε πως η πολιτική δεν μπορεί να είναι πειραματισμός, αλλά υπευθυνότητα. Το σημερινό πολιτικό σκηνικό το αποδεικνύει: ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει διχασμένος, με τάσεις που θυμίζουν το 1991, ενώ η Νέα Δημοκρατία κυβερνά με σταθερή εντολή και ευρωπαϊκό προσανατολισμό.
Η διάσπαση του ΚΚΕ πριν από 34 χρόνια είναι μάθημα για όλους: όταν μια παράταξη κατατρώγεται από εσωτερικούς καβγάδες και ιδεολογικούς φανατισμούς, στο τέλος χάνει την κοινωνική της δύναμη. Αντίθετα, όταν ένα κόμμα επενδύει στη συνέπεια, στον εκσυγχρονισμό και στην πολιτική σταθερότητα, όπως η ΝΔ, κερδίζει την εμπιστοσύνη των πολιτών.
Σαν σήμερα, λοιπόν, η Αριστερά έσπαγε στα δύο. Σήμερα, οι πολίτες βλέπουν ξεκάθαρα το αποτέλεσμα εκείνης της πορείας: ένας ΣΥΡΙΖΑ εγκλωβισμένος στα δικά του αδιέξοδα και μια Νέα Δημοκρατία που αποτελεί τον μόνο σταθερό άξονα διακυβέρνησης της χώρας.
