Ο αναπληρωτής υπουργός Αθλητισμού, Γιάννης Οικονόμου, τόνισε ότι «η Ελλάδα έχει δυναμώσει πάρα πολύ στρατιωτικά, γεωστρατηγικά και γεωπολιτικά, που διαπραγματεύεται από θέση ισχύος με την Τουρκία», μιλώντας στον ΣΚΑΪ.

«Ο Πρωθυπουργός επιδιώκει ένα άλμα, να φτάσουμε κάποια στιγμή να συννενοηθούμε με τους Τούρκους στη μία διαφορά, που εμείς αναγνωρίζουμε ότι υπάρχει», σημείωσε.

«Το επιδιώκει γιατί όλο το προηγούμενο διάστημα κατάφερε με την πολιτική του να ενδυναμώσει πάρα πολύ τη χώρα -στρατηγικά, γεωστρατηγικά, γεωπολιτικά- και πλέον με αυτοπεποίθηση και από θέση ισχύος λέει στους Τούρκους ότι αυτά που έλεγαν για αποστρατικοποίηση, για "Γαλάζιες Πατρίδες", δεν περνούν πουθενά. Η Ελλάδα είναι προσηλωμένη στα εθνικά της συμφέροντα, έχει τις εθνικές της γραμμές και αυτά δεν περνούν πουθενά. Είναι προς όφελός μας, για να αποφεύγουμε την ένταση, να επιχειρήσουμε να λύσουμε με τον τρόπο που το Διεθνές Δίκαιο επιβάλλει -όχι τίποτα άλλο- τη μόνη διαφορά που αναγνωρίζουμε. Εάν οι Τούρκοι υποχωρήσουν στην κατεύθυνση αυτή, αυτό εμείς θεωρούμε πως θα είναι ένα κέρδος και για τις δύο χώρες. Για να πάμε στη Χάγη πρέπει να γίνουν πάρα πολλά βήματα.

Πρέπει να συνειδητοποιήσουν και οι Τούρκοι ότι η Χάγη μόνο με ένα θέμα μπορεί να ασχοληθεί -αυτή τη διαφορά που εμείς αναγνωρίζουμε και τίποτα άλλο- και να κάνουν στην άκρη όλα τα υπόλοιπα που κατά καιρούς έλεγαν. Τα βήματα που κάνει η Ελληνική Πολιτεία είναι προσεκτικά, υπολογισμένα και λελογισμένα, πάντα στην κατεύθυνση προάσπισης των εθνικών συμφερόντων, των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων, των εθνικών μας γραμμών. Η προσφυγή στη Χάγη είναι μια πάγια αρχή της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής.

Το γεγονός ότι σήμερα η Πατρίδα μας, η Ελλάδα, η Κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη μπορεί να συζητά τη διέξοδο αυτή -μια θετική διέξοδο- οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι η Ελλάδα μας έχει δυναμώσει πάρα πάρα πολύ. Η χώρα έχει δυναμώσει πάρα πολύ. Δεν συζητάμε με την Τουρκία οτιδήποτε άλλο μπορεί να πλήξει τα κυριαρχικά μας δικαιώματα, τις πάγιες αρχές της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και αυτά που δεν αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης με βάση το Διεθνές Δίκαιο και το Δίκαιο της Θάλασσας, αυτά που ισχύουν σε όλο τον κόσμο», ανέφερε χαρακτηριστικά.