Τις τελευταίες ημέρες και με αφορμή το νομοσχέδιο για την ψήφο των ομόφυλων ζευγαριών, αποκαλύπτεται η αντπολιτευτική ένδεια που υπάρχει στο πολιτικό σύστημα της χώρας μας. Όταν ξεκίνησε να συζητείται εντόνως κατά το προηγούμενο διάστημα, η προοπτική να έρθει το νομοσχέδιο προς ψήφιση στην Βουλή, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ «έτριβαν τα χέρια τους», καθώς γνώριζαν ότι πρόκειται για ένα νομοσχέδιο το οποίο δεν τυγχάνει της στήριξης της κυβερνητικής πλειοψηφίας. Οι τοποθετήσεις από τους βουλευτές και τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ έδιναν και έπαιρναν, «κουνούσαν το δάχτυλο» στην Νέα Δημοκρατία επειδή γνώριζαν ότι υπάρχουν αρκετοί διαφωνούντες και επιδόθηκαν σε ένα λαϊκίστικο παίγνιο πλειοδοσίας, με τα δυο αυτά κόμματα να λένε ότι, αυτά που θα φέρει η κυβέρνηση είναι ημίμετρα και θα πρέπει να είναι πιο τολμηρή στην συγκεκριμένη μεταρρύθμιση.
Μέχρι που μίλησε ο Κυριάκος Μητσοτάκης μίλησε και περιέγραψε το πλαίσιο επάνω στο οποίο θα καταρτιστεί το εν λόγω νομοσχέδιο. Από εκεί και μετά, άρχισαν οι «παραφωνίες» - όχι για την κυβερνητική πλειοψηφία, καθώς λίγο-πολύ οι θέσεις των βουλευτών ήταν γνωστές, αλλά για τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, καθώς βγήκαν στην επιφάνεια οι συντηρητικές απόψεις των βουλευτών και των στελεχών τους, δημιουργώντας έτσι εσωτερικά προβλήματα στα κόμματα της (κεντρο)αριστεράς, κάτι που στην θεωρία και σύμφωνα με τις δηλώσεις τους μέχρι εκείνη τη στιγμή, ήταν αδύνατο να συμβεί. Πλέον το αφήγημα ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, αλλάζει: «ο Κυριάκος Μητσοτάκης εργαλειοποιεί τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών»! Αυτό ισχυρίστηκαν στο ίδιο πάνελ του ΑΝΤ1, η Μιλένα Αποστολάκη και ο Χρήστος Γιαννούλης. Θα πρέπει βέβαια να εξηγήσουν, πώς κατάφερε ο Κυριάκος Μητσοτάκης να εργαλειοποιήσει το συγκεκριμένο θέμα, διότι για να ισχύει αυτό, θα έπρεπε να γνωρίζει εκ των προτέρων τις εσωτερικές διαφωνίες σε ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ.
Ζητείται σοβαρότητα
Είναι προφανές ότι το επιχείρημα είναι γελοίο, καθώς ο Πρωθυπουργός έφερε ένα νομοσχέδιο το οποίο πιστεύει ότι είναι σωστό και για το οποίο καταναλώνει πολιτικό κεφάλαιο. Οι αντιδράσεις στην κυβερνητική πλειοψηφία ήταν δεδομένες, η κοινωνία είναι μοιρασμένη 50-50, όμως η (κεντρο)αριστερά εδώ και πολλά χρόνια έχει καταστήσει τέτοιου είδους ζητήματα ως ταυτοτικά. Συνεπώς, εργαλειοποίηση δεν υπάρχει. Το μόνο που υπάρχει, είναι μια σαθρή απόπειρα αποπροσανατολισμού, προκειμένου να μην φανεί η πολιτική ένδεια των κομμάτων της αντιπολίτευσης, τα οποία εντελώς καιροσκοπικά επένδυσαν στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο, επειδή πίστεψαν ότι μπορούν να κάνουν ζημιά στην κυβέρνηση και τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Αλλά τελικά, τους γύρισε «μπούμερανγκ».
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός, ότι τα ποιοτικά στοιχεία όλων των δημοσκοπήσεων δείχνουν πως δεν υπάρχει ρεαλιστική εναλλακτική από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, στην πρωθυπουργία της χώρας μας. Ο καιροσκοπισμός και λαϊκίστικες τακτικές στοίχησαν ακριβά στην Ελλάδα, κατά την περασμένη δεκαετία και ο κόσμος πλέον απορρίπτει όποιον πολιτικό χώρο δείχνει τέτοια σημάδια. Η αντιπολίτευση έχει έναν και μόνο ρόλο: να αναδεικνύει τα λάθη και τις παραλείψεις της κυβέρνησης, προκειμένου να προλάβει καταστάσεις οι οποίες θα ήταν επιβαρυντικές προς τους πολίτες, όχι να εφευρίσκει λάθη και παραλείψεις, προκειμένου να τη φθείρει. Είναι προφανές ότι ενώ οι ψηφοφόροι μετά το πάθημα της την περασμένης δεκαετίας «ωρίμασαν», το ίδιο όμως δεν ισχύει και για τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Και για αυτό είναι καταδικασμένα να μην μπορούν να «σηκώσουν κεφάλι», διότι ο κόσμος πια καταλαβαίνει την ιδιοτέλεια της αντιπολίτευσης, έναντι του θεσμικού της ρόλου.