Είναι κάποια ζητήματα τα οποία έχουν μία και μόνη αντικειμενική αλήθεια. Τα ανθρώπινα δικαιώματα, η ισότητα και η ισονομία είναι μερικά από αυτά. Υπαρκτό διακύβευμα, όταν αναμένονται αλλαγές σε αυτές τις θεματικές, αποτελεί το κατά πόσο κάποιος είναι έτοιμος να αποτινάξει τον συντηρητισμό και να αποδεχθεί την πραγματικότητα. Μία πραγματικότητα ωστόσο που πρακτικά δεν αφορά και δεν επηρεάζει το σύνολο της κοινωνίας αλλά μία συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα.
Εκ των πραγμάτων λοιπόν η συζήτηση για το εάν είναι υπέρ ή κατά κανείς σχετικά με τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών, είναι εξαρχής εσφαλμένη. Δεν γίνεται να συζητάμε εάν κάποιος είναι υπέρ ή κατά της ζωής του άλλου. Δεν μπορεί να απασχολεί κανέναν η ευτυχία του άλλου, πολλώ μάλλον όταν δεν επηρεάζεται πουθενά και για κανένα λόγο η δική του ζωή και ευτυχία. Η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας λοιπόν, έρχεται και νομοθετεί ούτως ώστε να απαλείψει αδικίες του παρελθόντος.
Εφόσον αναμετρηθούμε με τον συντηρητισμό μας, το επόμενο δίλλημα είναι η τεκνοθεσία από ομόφυλα ζευγάρια. Αυτή η συζήτηση είναι πραγματικά σημαντική και η ουσία του πορίσματος έρχεται μόνο εάν αφήσουμε ιδεολογίες προοδευτισμού και συντηρητισμού στην άκρη και δούμε επιτέλους τι συμβαίνει και τι ανάγκες έχουν τα ίδια τα παιδιά.
Ένα δεδομένο είναι ότι υπάρχουν παιδιά στην χώρα μας τα όποια έχουν υιοθετηθεί από ομόφυλα ζευγάρια στο εξωτερικό και μεγαλώνουν στην Ελλάδα. Επιπλέον, μία γυναίκα αν το επιθυμεί μπορεί να αποκτήσει παιδί μέσω τράπεζας σπέρματος και στη συνέχεια να το μεγαλώσει άτυπα με την σύντροφό της. Ωστόσο, τα παιδιά αυτά δεν έχουν τα ίδια δικαιώματα με όσα παιδιά μεγαλώνουν σε οικογένειες που αναγνωρίζει κοινωνία και πολιτεία. Στην πρώτη περίπτωση υπάρχει ζήτημα αναγνώρισης του παιδιού από το κράτος, καθώς το κράτος δεν αναγνωρίζει το ζευγάρι ως γονείς, ενώ στην δεύτερη περίπτωση, εάν η βιολογική μητέρα του παιδιού πάθει κάτι, η έτερη μητέρα δεν έχει καμία αρμοδιότητα σχετικά με το παιδί.
Ας εξετάσουμε όμως τι χρειάζονται πραγματικά τα παιδιά. Τα πρότυπα μητέρας– πατέρα είναι σημαντικά για την αναπτυξιακή πορεία των παιδιών. Παιδιά όμως μεγαλώνουν σε μονογονεικές οικογένειες, μεγαλώνουν με άλλα πρόσωπα αναφοράς πέραν των βιολογικών τους γονέων, μεγαλώνουν εν τέλει σε οικογένειες που δεν έχουν την πυρηνική σύνθεση και μεγαλώνουν καλά εάν λαμβάνουν φροντίδα και αγάπη.
Ωστόσο, παιδιά μεγαλώνουν και σε ιδρύματα Η συνθήκη οδηγεί σε δεσμούς προσκόλλησης με κάποιο πρόσωπο αναφοράς, εργαζόμενο του ιδρύματος που ανά πάσα στιγμή μπορεί να φύγει. Οφείλουμε λοιπόν να αναζητήσουμε βαθύτερα τι μπορεί να σημαίνει για την υπό διαμόρφωση ψυχοσύνθεση του παιδιού μία τέτοια βίαιη διακοπή ενός ήδη ανασφαλούς δεσμού.
Τέλος, για να καταλάβουμε τι πραγματικά χρειάζονται τα παιδιά αξίζει μία αναφορά στο πείραμα του Harlow (1958). Μελετώντας την προσκόλληση, ο Harlow παρατήρησε την συμπεριφορά που είχαν κάποια μαιμουδάκια ανάμεσα σε μία συρμάτινη κούκλα, η οποία παρείχε μόνο φαγητό, και σε μία κούκλα που παρείχε μία αίσθηση ζεστασιάς και τρυφερότητας. «Η φύση της αγάπης», όπως ονομάστηκε η έρευνά του, απέδειξε πως η παροχή τροφής και φροντίδας από μόνη της είναι υπερβολικά ανίσχυρη στην ανατροφή χωρίς την ύπαρξη τρυφερότητας και αγάπης.
Τα παιδιά συνεπώς έχουν ανάγκη δημιουργίας ενός ασφαλούς δεσμού προσκόλλησης, έχουν ανάγκη την φροντίδα, έχουν ανάγκη την στοργή και την αγάπη. Η αγάπη λοιπόν όταν είναι ανιδιοτελής και πηγαία δεν έχει φύλο, σεξουαλική ταυτότητα και προσανατολισμό.
Αυτό που οφείλει το κράτος να ελέγχει σε κάθε υποψήφιο γονέα που διατείνεται προς υιοθεσία, είναι το περιβάλλον που θα μεγαλώσει το παιδί και όχι το φύλο των γονέων. Αυτό που οφείλει το κράτος να προστατεύσει, και ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν ξεκάθαρος σε αυτό, είναι η αποφυγή μίας συνθήκη παιδιών κατά παραγγελία μέσω παρένθετων μητέρων. Αυτό που οφείλει το κράτος να ελέγξει είναι ο χρόνος που χρειάζεται ώστε η κοινωνία να αποδεχθεί τις αλλαγές και να αποτρέψει τις βίαιες αντιδράσεις. Αυτό που οφείλουμε εμείς σαν κοινωνία είναι να σεβαστούμε τον άνθρωπο και να επικεντρωθούμε στην γνώση, και όχι την εκάστοτε ιδεολογία.
*Ο Γιάννης Ζουμπανιώτης είναι Ψυχολόγος, Τομεάρχης Υγείας Πολιτικού Συμβουλίου της ΟΝΝΕΔ