Οι χαρές και τα πανηγύρια που επικράτησαν στη Χαριλάου Τρικούπη στις εκλογικές βραδιές του 2023 δεν έχουν συνέχεια, παρά το γεγονός ότι σε αρκετές από τις τελευταίες δημοσκοπήσεις το ΠΑΣΟΚ δείχνει να παγιώνεται στη δεύτερη θέση και ν’ αφήνει πίσω του τον ΣΥΡΙΖΑ. Τούτο διότι δεν καταφέρνει να πείσει ότι μπορεί πράγματι ν’ αποτελέσει τον εναλλακτικό πόλο απέναντι στη ΝΔ και να επιστρέψει έτσι το πολιτικό σκηνικό σ’ αυτόν τον «παλιό» δικομματισμό που πολλοί ονειρεύτηκαν ήδη από το βράδυ του Μαΐου και τις ισορροπίες που διαμόρφωσε τότε η πρώτη εκλογική αναμέτρηση.
Γράφει η Έρση Παπαδάκη
Με άλλα λόγια, κανονικά θα έπρεπε να έχει συσπειρώσει γύρω του τον κόσμο που απογοητεύτηκε οικτρά από τον Αλέξη Τσίπρα και εγκατέλειψε την Κουμουνδούρου, καθώς ο Στέφανος Κασσελάκης αποδεικνύεται κι εκείνος ανίκανος να το πράξει. Με αποτέλεσμα η διαφορά από τη ΝΔ να είναι χαοτική και αυτό έχει την εξήγησή του αν δει κάποιος τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των δημοσκοπήσεων: την υπεροχή που έχει ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη δημοτικότητα των πολιτικών αρχηγών και τη λεγόμενη καταλληλότητα για την πρωθυπουργία, αφού οι χαμηλές επιδόσεις του Νίκου Ανδρουλάκη ερμηνεύουν ξεκάθαρα το φαινόμενο. Δανειζόμενοι δηλαδή και μια… φράση των ημερών, ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, παρά το νεαρόν της ηλικίας του, δεν μπορεί ν’ αποτελέσει το άλογο που θα μπει μπροστά από το κάρο και θα το τραβήξει αποτελεσματικά στον δρόμο προς τη μεγάλη επιστροφή για το ιστορικό Κίνημα της κεντροαριστεράς.
Εχει επισημανθεί άλλωστε πολλάκις ακόμη και στους διαδρόμους της Χαριλάου Τρικούπη ότι το πρόβλημα του κ. Ανδρουλάκη είναι πως ο ίδιος αποτελεί ένα στέλεχος που μπορεί μεν να είναι νέο σε ηλικία, αλλά καθόλου άφθαρτο, δεδομένης της ενασχόλησής του με την πολιτική και ιδίως με τα ενδο-πασοκικά από πολύ νεαρή ηλικία. Δεν είχε ακόμη 30αρίσει όταν εξελέγη πρώτος σε σταυρούς ως μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ πριν ακόμη το ίδιο το κόμμα του βιώσει αυτήν την κρίση ταυτότητας που λίγο έλειψε να το διαλύσει με τα μνημόνια και τις άλλες ιστορίες που άφησαν το αποτύπωμά τους σε ολόκληρη τη χώρα και όχι μόνο στον συγκεκριμένο πολιτικό σχηματισμό. Μοιραία λοιπόν ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ είχε και εξακολουθεί να έχει μια ιδιαίτερη αγάπη για τους κομματικούς μηχανισμούς και το σχετικό παρασκήνιο, γεγονός όμως που δεν ταιριάζει με το προφίλ ενός νέου πολιτικού που απευθύνεται ευρέως στην κοινωνία.
Εμπρός προς... τα πίσω
Πρόκειται για ακριβώς το αντίθετο δηλαδή από αυτό που κατάφερε να κάνει ο κ. Μητσοτάκης στη ΝΔ: ν’ αφήσει σε δεύτερο πλάνο τους μηχανισμούς και τους «διαδρομιστές» και να μιλήσει απευθείας στην κοινωνία, πέρα από πολιτικούς και ιδεολογικούς διαχωρισμούς. Ο κ. Ανδρουλάκης θυμίζει πιο πολύ δηλαδή τα στελέχη του λεγόμενου παλιού ΠΑΣΟΚ, αυτού της δεκαετίας του ’80, αφού και ο ίδιος δεν έχει κρύψει ποτέ ότι θαυμάζει τον Ανδρέα Παπανδρέου και συχνά στον λόγο του επικαλείται τις ιδεολογικές παρακαταθήκες του και την ευθύνη που, σύμφωνα με τον ίδιο, έχει ως διάδοχός του και ηγέτης του κόμματος που ίδρυσε το 1974 αυτή η ιστορική φυσιογνωμία.
Από την άλλη πλευρά, τα σενάρια που κυκλοφόρησαν και κυκλοφορούν –όχι εν αγνοία ορισμένων στελεχών που πρόσκεινται στον κ. Ανδρουλάκη, αλλά το αντίθετο– περί συνεργασίας ή ακόμη και συμπόρευσης ή συγχώνευσης με τον ΣΥΡΙΖΑ που καταρρέει απωθούν περισσότερο τους ψηφοφόρους παρά τους συγκινούν. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι αμέσως μετά από αυτά, ύστερα από τον β΄ γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών το φθινόπωρο, αποχώρησαν στελέχη όπως ο Ανδρέας Λοβέρδος και δεν αποκλείεται να υπάρξει συνέχεια, αφού η ιδέα της «αριστερής στροφής» του ΠΑΣΟΚ συγκινεί ελάχιστους στη Χαριλάου Τρικούπη. Και ναι μεν τα σενάρια για διάσπαση ή διάλυση του ΠΑΣΟΚ «α λα Κουμουνδούρου» έχουν περάσει σε δεύτερο πλάνο λόγω της ευφορίας που προκαλούν οι δημοσκοπήσεις και τα διψήφια ποσοστά που καταγράφηκαν στις πρόσφατες εκλογικές αναμετρήσεις, αλλά ουδέποτε αποσύρθηκαν από το προσκήνιο. Δεν αποκλείεται δε να επανέλθουν, ιδιαίτερα εάν ο κ. Ανδρουλάκης και οι συν αυτώ διαψεύσουν τις (υψηλές) προσδοκίες στις ευρωεκλογές του Ιουνίου…