Την ανάγκη πλήρους διαλεύκανσης της υπόθεσης του ΟΠΕΚΕΠΕ και τον ρόλο που καλείται να αναλάβει το ΠΑΣΟΚ στη σημερινή κρίσιμη ψηφοφορία στη Βουλή υπογράμμισε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης σε συνέντευξή του στην ΕΡΤ.

Αναφερόμενος στο πολυσυζητημένο ζήτημα του ΟΠΕΚΕΠΕ, ο κ. Μαρινάκης επεσήμανε πως απαιτείται άμεση και πλήρης διαφάνεια μέσω εξεταστικής επιτροπής, χαρακτηρίζοντας την υπόθεση ως μια από τις πιο χρόνιες και βαθιές πληγές του ελληνικού κράτους.Με αναφορά στα 2,7 δισ. ευρώ που έχουν δαπανηθεί μέσα σε περίπου τρεις δεκαετίες, σημείωσε πως αυτό και μόνο αποκαλύπτει τη διαχρονική αδυναμία του κρατικού μηχανισμού. Τόνισε πως χωρίς πλήρη διερεύνηση και χωρίς αποκάλυψη όλων των πτυχών, η πρωτοβουλία θα καταλήξει άσκοπη.

Σε ό,τι αφορά τη σημερινή συζήτηση στη Βουλή για την άρση ασυλίας βουλευτών με αφορμή την υπόθεση των Τεμπών, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος κατήγγειλε ότι επιχειρείται κάτι πρωτοφανές: η δίωξη εκλεγμένων αντιπροσώπων για την ψήφο τους και την άσκηση των κοινοβουλευτικών τους καθηκόντων. Στο επίκεντρο της κριτικής του βρέθηκε το ΠΑΣΟΚ, στο οποίο απηύθυνε αυστηρό κάλεσμα να μη διολισθήσει στον δρόμο του τυχοδιωκτισμού και του λαϊκισμού. Όπως είπε, το ΠΑΣΟΚ έχει σήμερα μια τελευταία ευκαιρία να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και να μην ταυτιστεί με εκείνους που κάποτε αποκαλούσαν προδότες εκείνους που κράτησαν την Ελλάδα όρθια μέσα στην Ευρώπη.

Απαντώντας μάλιστα στην ερώτηση γιατί στοχοποιεί ιδιαιτέρως το ΠΑΣΟΚ, ενώ και άλλα κόμματα συμμετείχαν στην επιτροπή, ο κ. Μαρινάκης σημείωσε ότι από κόμματα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ ή άλλες ακραίες φωνές, υπήρχε πάντοτε σαφής ιδεολογική τοποθέτηση – ακόμη και αν αυτή ήταν επιζήμια για τη χώρα. Αντίθετα, από το ΠΑΣΟΚ ουδείς περίμενε να επιλέξει το «παρών» και να κρατήσει ασαφή στάση σε ένα τόσο κρίσιμο ζήτημα. Δεν μπορεί, είπε, να συζητείται παραπομπή βουλευτών για εσχάτη προδοσία απλώς και μόνο για μια κοινοβουλευτική ψήφο.

Σχολιάζοντας τις επιθέσεις που δέχθηκε ο Μάκης Βορίδης, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος διευκρίνισε ότι οι πράξεις για τις οποίες κατηγορείται δεν έγιναν κατά τη διάρκεια της υπουργικής του θητείας.
Αντιθέτως, επισήμανε πως οι πληρωμές του 2019 πραγματοποιήθηκαν βάσει αποφάσεων του ΣΥΡΙΖΑ που είχαν ήδη δημοσιευθεί σε ΦΕΚ. Κατηγόρησε την αντιπολίτευση ότι καταγγέλλει ενέργειες για τις οποίες φέρει η ίδια την ευθύνη, ενώ διαβεβαίωσε πως η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας δεν πρόκειται να συγκαλύψει τίποτα και θα ρίξει φως σε κάθε περίοδο και κάθε εμπλεκόμενο.

Αναφορικά με το θεσμό των εξεταστικών επιτροπών, ο κ. Μαρινάκης αναγνώρισε πως ιστορικά δεν λειτούργησαν αποτελεσματικά, αποδίδοντας όμως την αποτυχία αυτή στην εργαλειοποίηση του θεσμού από την αντιπολίτευση. Τόνισε πως το πρόβλημα δεν είναι ο ίδιος ο θεσμός, αλλά ο τρόπος που έχει χρησιμοποιηθεί, εκφράζοντας την ελπίδα πως για πρώτη φορά θα δούμε μια πραγματικά ουσιαστική διερεύνηση.

Στη συζήτηση για τη μεταναστευτική πολιτική, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος εξήγησε πως η κυβέρνηση ενισχύει τη νόμιμη αποτροπή, με μέτρα όπως η αναστολή εξέτασης αιτήσεων ασύλου για περιορισμένο διάστημα και η μεταφορά παράνομων μεταναστών σε κλειστά κέντρα κράτησης. Τόνισε πως η Ελλάδα επιτυγχάνει ήδη καλύτερα αποτελέσματα από την περσινή χρονιά και πως η κύρια πίεση εστιάζεται πλέον στη νότια Κρήτη, από ροές προερχόμενες από τη Βόρεια Αφρική.

Σφοδρή ήταν η κριτική του προς την αντιπολίτευση για τη στάση της στο μεταναστευτικό. Κατηγόρησε κυρίως το ΠΑΣΟΚ ότι ψήφισε «παρών» σε τροπολογία κρίσιμης σημασίας για τον έλεγχο των ροών, ενώ καταδίκασε τις δηλώσεις βουλευτή του κόμματος που παρομοίασε τη δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση με χούντα. Όπως είπε, τέτοιες εκτροπές αποτελούν σοβαρό θεσμικό ατόπημα.

Τέλος, ο Παύλος Μαρινάκης επιβεβαίωσε ότι το κράτος διαθέτει επιπλέον δημοσιονομικό χώρο ύψους 1,5 δισ. ευρώ, χωρίς να έχουν αυξηθεί οι φόροι. Η υπέρβαση των εσόδων κατά περίπου 700 εκατομμύρια αποδίδεται στην ανάπτυξη και τη μείωση της ανεργίας. Το επιπλέον αυτό ποσό θα αξιοποιηθεί για στοχευμένες ελαφρύνσεις και στήριξη της μεσαίας τάξης, των μονογονεϊκών οικογενειών και των συνεπών φορολογούμενων, με μέτρα μόνιμου χαρακτήρα όπως η επιστροφή ενοικίου και η ενίσχυση συνταξιούχων, τα οποία έχουν ήδη ενταχθεί στον αναθεωρημένο προϋπολογισμό.