Από χθες, η πολιτική ζωή της Γαλλίας αντιμετωπίζει μια ακόμη κρίση που αναδεικνύει τις βαθιές διαιρέσεις στο εσωτερικό της χώρας. Ο πρωθυπουργός Φρανσουά Μπαϊρού υπέστη ήττα στην ψήφο εμπιστοσύνης της Εθνοσυνέλευσης, οδηγώντας σε μια αναγκαστική απομάκρυνσή του και ανοίγοντας τον δρόμο για τον διορισμό νέου πρωθυπουργού από τον πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, την πέμπτη αλλαγή στην πρωθυπουργία μέσα σε μόλις δύο χρόνια.

Η πολιτική αστάθεια αυτή σημειώνεται εν μέσω της παραδοσιακής «La Rentrée», της περιόδου επιστροφής των μαθητών στα σχολεία και των ενηλίκων στην εργασία τους μετά τις καλοκαιρινές διακοπές, καθιστώντας την εξέλιξη ακόμη πιο αντιληπτή για τους πολίτες.

Η πολιτική αποτυχία του Μπαϊρού και οι κοινωνικές διαιρέσεις

Η ψήφος εμπιστοσύνης, που ο ίδιος ο Μπαϊρού είχε ζητήσει, στόχευε να δημιουργήσει ώθηση για την προώθηση ενός φιλόδοξου σχεδίου δημοσιονομικής προσαρμογής. Ο πρωθυπουργός πρότεινε περικοπές δαπανών ύψους 40 δισεκατομμυρίων ευρώ και μέτρα που θα μείωναν το ετήσιο έλλειμμα της Γαλλίας κάτω από το 3% του ΑΕΠ έως το 2029, ένα κρίσιμο όριο για να σταθεροποιηθεί ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ, με δεδομένη την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό. Ωστόσο, η πρόταση για κατάργηση δύο δημόσιων αργιών χωρίς αυξήσεις μισθών, σε συνδυασμό με τη γενικότερη κοινωνική αντίδραση, οδήγησε σε έντονη δυσαρέσκεια, η οποία αποτυπώθηκε στο αποτέλεσμα της ψηφοφορίας.

Ειδικοί επισημαίνουν ότι η αποτυχία του Μπαϊρού δεν αποτελεί μόνο προσωπική ήττα αλλά αντικατοπτρίζει τη βαθύτερη πολιτική και κοινωνική διαίρεση της Γαλλίας. Ο Τσαρλς Λίτσφιλντ από το Ατλαντικό Συμβούλιο υπογραμμίζει πως η κρίση αναδεικνύει τις διαφορές μεταξύ των ηλικιωμένων, που επωφελούνται από γενναιόδωρες συντάξεις, και των νεότερων γενεών, που θα κληθούν να επωμιστούν το βάρος των πολιτικών αυτών. Σε μια χώρα όπου οι δημογραφικές τάσεις ευνοούν την πολιτική επιρροή των «Baby Boomers», η ειλικρίνεια του Μπαϊρού σχετικά με τις ανισορροπίες του συστήματος απέναντι στις νεότερες γενιές προκάλεσε αίσθηση και, για ορισμένους, αποτελεί το μοναδικό θετικό στοιχείο της θητείας του.

Η απουσία συναίνεσης ήταν εμφανής καθ’ όλη τη διάρκεια του καλοκαιριού, με τη γαλλική κυβέρνηση να λειτουργεί σε συνθήκες μειοψηφίας. Αντί να ενισχύσει τις συμμαχίες με άλλα κόμματα, ο Μπαϊρού επέλεξε να προκηρύξει την ψήφο εμπιστοσύνης νωρίτερα από την κοινοβουλευτική διαδικασία για τον προϋπολογισμό, η οποία ήταν εξίσου καταδικασμένη σε αποτυχία. Η στρατηγική αυτή, αν και τολμηρή, δεν απέδωσε, και η επόμενη κυβέρνηση θα κληθεί να αντιμετωπίσει τις ίδιες κοινωνικές και οικονομικές προκλήσεις, με περιορισμένο χρόνο και πολιτικό χώρο.

Διεθνείς συνέπειες και η στροφή του Μακρόν στην εξωτερική πολιτική

Η πολιτική αστάθεια στη Γαλλία δεν μένει μόνο εντός των συνόρων. Ο Γιορν Φλεκ, επίσης του Ατλαντικού Συμβουλίου, τονίζει πως η αναταραχή αυτή θα έχει άμεσο αντίκτυπο στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η αδυναμία του Παρισιού να διατηρήσει συνεπή πολιτική στον τομέα της άμυνας και της στρατηγικής αυτονομίας αποδυναμώνει τη γαλλική θέση στην ΕΕ, ενώ παράλληλα μπορεί να περιορίσει την ικανότητα της ΕΕ να προωθήσει την κοινή ευρωπαϊκή στρατηγική σε ζητήματα ασφάλειας και βιομηχανικής συνεργασίας. Ιδιαίτερα η Γερμανία παρακολουθεί με ανησυχία, καθώς η σταθερότητα της γαλλογερμανικής συνεργασίας ήταν κρίσιμη για την προώθηση κοινών πολιτικών στην Ευρώπη και τη διαχείριση μεγάλων διεθνών προκλήσεων.

Παράλληλα, η κατάσταση στις αγορές δανεισμού παραμένει ευαίσθητη. Το κόστος δανεισμού της Γαλλίας αυξάνεται και πλησιάζει εκείνο της Ιταλίας, ενώ οι επενδυτές παρακολουθούν με προσοχή τις αποφάσεις των οίκων αξιολόγησης, όπως η επικείμενη αναθεώρηση της Fitch στις 12 Σεπτεμβρίου. Αν και η γαλλική κρατική ομολογιακή αγορά παραμένει σχετικά ασφαλής λόγω της περιορισμένης διαθεσιμότητας γερμανικών ομολόγων, οι πολιτικές αναταράξεις δημιουργούν αβεβαιότητα και ενδέχεται να επηρεάσουν τη στρατηγική δανεισμού της χώρας.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, ο Μακρόν δείχνει να επικεντρώνεται ακόμη περισσότερο στην εξωτερική πολιτική. Παρά την αύξηση της δυσαρέσκειας στο εσωτερικό και τις αυξανόμενες προκλήσεις στη διαχείριση του ελλείμματος, ο Γάλλος πρόεδρος συνεχίζει να προωθεί την διεθνή ατζέντα της χώρας. Τις τελευταίες εβδομάδες, συμμετείχε ενεργά στη συνάντηση «Coalition of the Willing» για την ασφάλεια της Ουκρανίας, ενώ προωθεί πρωτοβουλίες σε Παλαιστίνη, Νοτιοανατολική Ασία και Ιράν. Στόχος του είναι να διατηρήσει το κύρος της Γαλλίας στη διεθνή σκηνή και να ενισχύσει τη θέση της χώρας ως ηγετικού παράγοντα στην Ευρώπη και στον κόσμο.

Η πτώση του Μπαϊρού έρχεται σε συνέχεια της απομάκρυνσης δύο ακόμη κεντρώων πρωθυπουργών μετά τις πρόωρες εκλογές του Ιουνίου 2024, που είχαν κληθεί μετά την απροσδόκητη άνοδο της ακροδεξιάς στις ευρωεκλογές. Η προκύπτουσα κοινοβουλευτική ισορροπία, χωρίς ξεκάθαρη πλειοψηφία, έχει αυξήσει την πολιτική κατακερματισμένης λειτουργίας της χώρας και επιδεινώνει την αδυναμία για άμεσες μεταρρυθμίσεις, ειδικά στον οικονομικό και κοινωνικό τομέα.

Ενώ οι εκλογές του 2027 πλησιάζουν, η πολιτική κινητικότητα και οι συμμαχίες που θα σχηματιστούν θα καθορίσουν όχι μόνο τη μελλοντική σύνθεση της γαλλικής κυβέρνησης, αλλά και τη στρατηγική κατεύθυνση της ΕΕ σε θέματα οικονομίας, ασφάλειας και διεθνούς συνεργασίας. Η Γαλλία καλείται να βρει ισορροπία μεταξύ εσωτερικών μεταρρυθμίσεων και διεθνούς παρουσίας, διατηρώντας την αξιοπιστία της τόσο απέναντι στους πολίτες όσο και στους ευρωπαίους εταίρους.

Συμπερασματικά, η πτώση του Μπαϊρού αποτελεί μια υπενθύμιση ότι η Γαλλία βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι. Οι κοινωνικές ανισορροπίες, η πολιτική κατακερματισμένη λειτουργία και η αυξανόμενη διεθνής αβεβαιότητα καθιστούν το μέλλον της κυβέρνησης και της χώρας ιδιαίτερα ασταθές. Παράλληλα, δίνουν στον Μακρόν την ευκαιρία να αναδείξει τη διεθνή ηγεσία του, ενώ στο εσωτερικό η επόμενη κυβέρνηση θα πρέπει να αναλάβει δύσκολες αποφάσεις για να επαναφέρει τη σταθερότητα και να θέσει τις βάσεις για βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη.

Η Γαλλία, λοιπόν, παραμένει μια χώρα όπου η πολιτική κρίση και η διεθνής στρατηγική συνυπάρχουν στενά, υπενθυμίζοντας ότι η ισορροπία ανάμεσα στην εσωτερική διαχείριση και την εξωτερική επιρροή είναι λεπτή και απαιτεί αποφασιστικότητα, στρατηγική και πολιτική ευφυΐα.

**Με πληροφορίες απο Financial Times, The Guardian, Le Monde, Τoute l'Europe