Η πτώση του Φρανσουά Μπαϊρού από την πρωθυπουργία δεν είναι απλώς ένα ακόμη επεισόδιο πολιτικής αναταραχής στη Γαλλία, είναι η απόδειξη ότι η χώρα βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι όπου η απουσία θάρρους και η πολιτική μικροψυχία τιμωρούνται. Ο Μπαϊρού, με όλα τα ελαττώματα και τις αδυναμίες του, τόλμησε να αγγίξει ένα θέμα ταμπού στη γαλλική πολιτική: τις υπερβολικές δαπάνες και τις συντάξεις που παραμένουν στο επίκεντρο του πολιτικού παιχνιδιού, εις βάρος των νεότερων γενεών. Και τι εισέπραξε; Την πολιτική του εξόντωση.
Αυτό που συνέβη δεν είναι μόνο προσωπική ήττα του Μπαϊρού. Είναι μια ηχηρή προειδοποίηση για την πολιτική τάξη της Γαλλίας: οι μικροκομματικές λογικές και η εξυπηρέτηση πελατειακών συμφερόντων μπορούν να καταστρέψουν ακόμη και τα πιο λογικά οικονομικά σχέδια. Η κοινωνία, βαθιά διχασμένη ανάμεσα σε ηλικιωμένους που απολαμβάνουν γενναιόδωρες συντάξεις και νέους που θα κληθούν να σηκώσουν το βάρος των ελλειμμάτων, δείχνει ότι η πολιτική πραγματικότητα δεν θα ακολουθήσει κανένα θεωρητικό σχέδιο, όσο σωστό κι αν είναι.
Εδώ ακριβώς βρίσκεται η ευκαιρία, αν υπάρχει το πολιτικό θάρρος να την αρπάξει κάποιος. Η επόμενη κυβέρνηση, όποιος κι αν την αναλάβει, θα πρέπει να επιλέξει: θα συνεχίσει να συντηρεί μια κοινωνία που ζει με δανεικά και επενδύει στο παρελθόν, ή θα τολμήσει να αντιμετωπίσει τα πραγματικά προβλήματα, να προσαρμόσει τις δαπάνες, να θέσει προτεραιότητες και να δώσει φωνή στις γενιές που πληρώνουν σήμερα το τίμημα;
Ο Μακρόν, από τη μεριά του, δείχνει ότι προτιμά την εξωτερική προβολή παρά τη διαχείριση του εσωτερικού χάους. Συνάντηση «Coalition of the Willing» για την Ουκρανία, διεθνείς πρωτοβουλίες για την Παλαιστίνη, στενές σχέσεις με τη Νοτιοανατολική Ασία, όλα δείχνουν έναν πρόεδρο που επιδιώκει κύρος στη διεθνή σκηνή, ενώ οι πολίτες του γυρίζουν την πλάτη στα προβλήματα που καθημερινά βιώνουν. Μπορεί αυτή η στρατηγική να αποφέρει διεθνή κέρδη, αλλά δεν απαντά στο κρίσιμο ερώτημα: ποιος θα λύσει τα βασικά προβλήματα της Γαλλίας πριν η κοινωνία φτάσει σε πλήρη αδιέξοδο;
Ας μην έχουμε αυταπάτες. Η πολιτική αστάθεια δεν είναι απλώς ενοχλητική, έχει πραγματικό κόστος για τους πολίτες και για τη θέση της Γαλλίας στην Ευρώπη. Η αποδυνάμωση της γαλλικής κυβέρνησης μειώνει την επιρροή της στις Βρυξέλλες, περιορίζει τις δυνατότητες στρατηγικής αυτονομίας της ΕΕ και καθυστερεί αποφάσεις που αφορούν ασφάλεια, βιομηχανική συνεργασία και διεθνή πρωτοβουλία. Η Γαλλία, σε έναν κόσμο που αλλάζει με ταχύτητα, δεν μπορεί να περιμένει.
Η πολιτική κουλτούρα της χώρας πρέπει να αλλάξει. Αντί να τιμωρούνται όσοι τολμούν να μιλήσουν ειλικρινά για τα οικονομικά και τις ανισότητες, η Γαλλία πρέπει να επιβραβεύει την τόλμη και τη ρεαλιστική σκέψη. Η κοινωνία δεν μπορεί να παραμένει δέσμια μικροκομματικών παιχνιδιών και παλαιών συμφερόντων. Η επόμενη κυβέρνηση έχει μια ευκαιρία να δείξει ότι η πολιτική είναι για τον πολίτη, όχι για το παιχνίδι εξουσίας.
Και υπάρχει ένα επιπλέον σημείο που δεν πρέπει να αγνοούμε: η γενιά των νέων, που βλέπει τις συντάξεις και τα ελλείμματα ως βάρος για το μέλλον της, αρχίζει να απαιτεί αλλαγές. Αν οι πολιτικοί δεν το αντιληφθούν έγκαιρα, η πολιτική πίεση θα μετατραπεί σε κοινωνική δυσαρέσκεια και η κρίση θα γίνει μη αναστρέψιμη. Ο Μπαϊρού έθεσε το ζήτημα με θάρρος, δεν χρειάζεται να τον θυμόμαστε για την ήττα του, αλλά για την προσπάθειά του να μιλήσει για αυτά που όλοι φοβούνται να αναφέρουν.
Στην τελική ανάλυση, η κρίση αυτή είναι ένα καθρέφτισμα της γαλλικής πολιτικής πραγματικότητας: τα εύκολα λόγια, οι συνήθειες του παρελθόντος και οι μικροκομματικές στρατηγικές δεν αρκούν για να οδηγήσουν μια χώρα που είναι οικονομικά επιβαρυμένη και κοινωνικά διχασμένη. Χρειάζεται θάρρος, αποφασιστικότητα και όραμα, αλλιώς η Γαλλία θα συνεχίσει να πέφτει από κυβέρνηση σε κυβέρνηση, ενώ το μέλλον της νέας γενιάς θα παραμένει αβέβαιο.
Η επιλογή είναι σαφής: ή η Γαλλία τολμά, ή παραμένει παγιδευμένη σε έναν κύκλο αδυναμίας και αδράνειας. Και όσο καθυστερεί, τόσο πιο οδυνηρές θα γίνουν οι συνέπειες, για τους πολίτες της, για την Ευρώπη και για τη θέση της στον κόσμο.
