Το πούρο απ’ όποια οπτική γωνία κι αν το παρατηρήσει κανείς θα δει αυτό που είναι: ένα πούρο! Σ’ αυτή τη διαπίστωση είχε καταλήξει ο Σίγκμουντ Φρόιντ και ίσως να κατέληγε στην ίδια διαπίστωση εάν του ζητούσαν να εξηγήσει γιατί ο αριθμός «122» δεν είναι μεγαλύτερος από τον αριθμό «136». Ενδεχομένως να είχε να πει πολλά για τα ορμέμφυτα των Ισπανών, αλλά, όπως κι αν το δει κανείς, στην Ισπανία το εκλογικό αποτέλεσμα ανέδειξε τον νικητή και τον ηττημένο. Πρώτο κόμμα είναι το Λαϊκό του Φεϊχό και δεύτερο το Σοσιαλιστικό του Σάντσεθ. Και παρά τους πανηγυρισμούς των απανταχού αριστερών, μηδέ των Ελλήνων εξαιρουμένων, η Κεντροαριστερά και η Αριστερά στην Ισπανία έχασαν τις εκλογές. Στην καλύτερη περίπτωση, πήραν ένα αποτέλεσμα που τους επιτρέπει να συνεχίσουν να αναπνέουν. 

Ωστόσο, το αποτέλεσμα αποτελεί ένα μήνυμα-προειδοποίηση για την Κεντροδεξιά, το οποίο δεν αφορά μόνο τους κεντροδεξιούς της Ιβηρικής. Ποιο είναι αυτό; Οτι οι εκλογές κερδίζονται και χάνονται στο χώρο του Κέντρου. Και όταν σ’ έναν συνασπισμό, όπως ισχύει σε μεγάλο βαθμό στην Ισπανία και στην Ιταλία κυρίως, η πλειοψηφία του εκλογικού σώματος δεν πεισθεί ή τέλος πάντων έχει επιφυλάξεις ότι η Κεντροδεξιά δεν είναι «ζυγισμένη» στο Κέντρο, τότε η ψήφος βάζει δύσκολες εξισώσεις που οι λύσεις τους ενίοτε δεν αντιστοιχούν στην αριθμητική δύναμη του πρώτου και του δεύτερου. Στο παρελθόν ηγέτες όπως ο Ρέιγκαν και ο Κλίντον στις ΗΠΑ, ο Μπλερ στη Βρετανία, ο Μπερλουσκόνι στην Ιταλία, αλλά εν μέρει και ο Μακρόν στη Γαλλία κατάφεραν να συνθέσουν το αφήγημά τους με βάσει τους μετριοπαθείς ψηφοφόρους του Κέντρου. 

Η συνταγή Μητσοτάκη 

Κάτι που επιτυγχάνεται προς το παρόν από τον Κυριάκο Μητσοτάκη που έχει επιτύχει την απόλυτη κυριαρχία του κεντρώου μετριοπαθούς ακροατηρίου ακριβώς γιατί συνέθεσε με ακριβή δοσολογία και στη βάση του φιλελεύθερου πραγματισμού ένα φρέσκο πολιτικό αφήγημα για την Κεντροδεξιά σταθερά «ζυγισμένο» στο Κέντρο. Το εγχείρημα απέδωσε στις εκλογές του 2019 κόντρα στον εθνολαϊκισμό και επιβεβαιώθηκε πριν από ένα μήνα κόντρα σε μια απαρχαιωμένη-παλαιομοδίτικη Αριστερά. Για να επιστρέψουμε στο «μάθημα ισπανικών», ο Φεϊχό νίκησε αλλά δεν έπεισε. Δεν μπόρεσε να πείσει τους δικούς του ψηφοφόρους ότι δεν θα «ενδώσει» στη ρητορική μιας δεξιάς γλώσσας που δεν έχει σχέση με την καθομιλουμένη. Και μια και μιλάμε για παρατάξεις και συνασπισμούς στην Ιταλία, δεν θα ήταν σήμερα πρωθυπουργός η Μελόνι χωρίς τις ψήφους του κεντρώου κόμματος του Μπερλουσκόνι. Όπως δεν θα γίνει ποτέ πρόεδρος στη Γαλλία η Λεπέν ακριβώς γιατί στερείται κεντρώας «υποβοήθησης». 

Απορία ψάλτου… Vox 

Στην Ισπανία η δαιμονοποίηση του Vox, όχι αναίτια σε κάθε περίπτωση, κατέληξε να γίνει σανίδα σωτηρίας για τον Σάντσεθ και να δώσει ανάσες σε μια Αριστερά που βαριανασαίνει, αλλά δεν έχει πεθάνει. Σήμερα, όπως και στην Ελλάδα, εμφανίζεται διχασμένη και εν πολλοίς ζαλισμένη, αλλά μέχρι τις ευρωεκλογές έχει το χρόνο να ξαναβρεί τους ρυθμούς της. Και το «ισπανικό μάθημα» οφείλουν να το μελετήσουν λέξη προς λέξη και να το μεταφράσουν σωστά οι αρχάριοι της Δεξιάς, όχι όμως κατά λέξη, γιατί τότε θα χαθούν στη μετάφραση. Οπως συνήθως συμβαίνει με όσους προσπαθούν να μιλήσουν μια ξένη γλώσσα σκεπτόμενοι γραμματικά και συντακτικά τη δική τους. Πολύ απλά η περίληψη του μαθήματος από το εκλογικό αποτέλεσμα στην Ισπανία είναι ότι η Κεντροδεξιά κέρδισε, αλλά δεν νίκησε! Επέστρεψε, αλλά το δεξιό Vox την εμποδίζει να γυρίσει και να κυβερνήσει δίνοντας επιχειρήματα στην Αριστερά και στην Κεντροαριστερά που λογικά τα αξιοποιούν ώστε να φοβίσουν τους μετριοπαθείς ψηφοφόρους ότι η Κεντροδεξιά «ζυγίστηκε» και βρέθηκε ότι γέρνει προς τα δεξιά. 

Το παράδοξο 

Προφανώς κάτι τέτοιο δεν ισχύει, αλλά αυτό σχετική σημασία έχει σε μια Ευρώπη που με τις κεντρικές της πολιτικές αποφάσεις ευνοεί τον ευρωσκεπτικισμό και ενισχύει τις δεξιές ριζοσπαστικές πολιτικές δυνάμεις, ενώ συγχρόνως παρέχει τις ευκαιρίες στην Αριστερά να συντηρεί το μύθο της και να έχει απήχηση στα μεσαία κοινωνικά στρώματα τα οποία συνθλίβει με τις πολιτικές που εφαρμόζει. Το παράδοξο είναι ότι η Αριστερά, ελέω όλων των προαναφερθέντων, όποτε κατέστη «κυβερνώσα» στράφηκε κατά της μεσαίας τάξης.