Δεν είναι στις βιτρίνες, ούτε στα hashtags. Είναι εκεί, λίγο πριν ανάψει πράσινο. Στους καθρέφτες μας, στα χέρια μας, στην αμηχανία μας. Είναι τα πρόσωπα που κοιτούν την πόλη από κάτω, αλλά τη γνωρίζουν καλύτερα απ’ όλους. Κάθονται ή στέκονται σε φανάρια, πλατείες, πεζοδρόμια. Ζουν από τη στιγμή που θα κατεβάσουμε το τζάμι ή θα κάνουμε πως κοιτάμε αλλού.
Το ρεπορτάζ ξεκινά σε έναν κόμβο που όλοι περνάμε χωρίς να σταθούμε. Εκεί, όπου ένας άντρας γύρω στα πενήντα καθαρίζει με επιμονή τα παρμπρίζ των αυτοκινήτων. Δεν ζητάει λεφτά. «Ό,τι δώσεις», λέει και σκουπίζει τα χέρια του στο παντελόνι. Ονομάζεται Θανάσης και είναι άστεγος εδώ και δύο χρόνια. «Μου έμεινε μόνο αυτό το σπρέι για τα τζάμια και μια γωνιά στο Πεδίον του Άρεως. Ήμουν ψυκτικός. Τώρα, ό,τι παγώνει, το ζεσταίνει ο ήλιος και η υπομονή».
Λίγο πιο κάτω, σε άλλο φανάρι, ένα παιδί πουλάει κόκκινα λουλούδια. Είναι δεν είναι δέκα χρονών. Δεν μιλάει ελληνικά, αλλά χαμογελάει. Έχει μάθει το «ευχαριστώ» και το «ένα ευρώ». Πίσω του, στέκει μια γυναίκα - ίσως η μητέρα του - με ένα μωρό στην αγκαλιά. Δεν πλησιάζει. Μένει στη σκιά.
Κι έπειτα, οι μουσικοί. Πλανόδιοι με κιθάρες, φυσαρμόνικες, κουβάδες αντί για τύμπανα. Δεν ζητιανεύουν. Παίζουν. Κάποιοι όμορφα, κάποιοι φάλτσα, αλλά όλοι με ένα βλέμμα που παρακολουθεί ποιος προσέχει - κι όχι ποιος πληρώνει.
Η πιο συγκλονιστική αφήγηση έρχεται από έναν άντρα με καταγωγή από τη Γουινέα, που πουλάει χαρτομάντιλα. Ονομάζεται Μαμαντού. «Ήρθα για καλύτερη ζωή. Έμεινα με τη ζωή του δρόμου. Μου λένε "όχι", αλλά αν κάποιος πει "καλημέρα", είναι αρκετό για σήμερα».
Αυτό το «καλημέρα» λείπει συχνά. Από μια κοινωνία που τρέχει, που κουράστηκε, που προσπέρασε την ευαισθησία για να φτάσει στην επόμενη υποχρέωση.
Η κοινωνική λειτουργός Άννα Κ. που εργάζεται σε πρόγραμμα επανένταξης ευάλωτων πληθυσμών σημειώνει:
«Για κάθε έναν που βλέπουμε στο φανάρι, υπάρχουν άλλοι δέκα που έχουν παραιτηθεί. Οι περισσότεροι δεν επέλεξαν αυτό που ζουν. Είναι το τελευταίο τους όριο πριν χαθούν εντελώς».
Τι λένε τα στοιχεία
- Σύμφωνα με το Εθνικό Σχέδιο για την Καταπολέμηση της Αστεγίας (2022–2025) και την Eurostat, περισσότεροι από 17.000 άνθρωποι ζουν χωρίς σταθερή στέγη στην Ελλάδα – είτε στον δρόμο, είτε σε ακατάλληλες συνθήκες.
- Η Eurostat (2024) αναφέρει ότι το 26,9 % του πληθυσμού της Ελλάδας βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού, το τρίτο υψηλότερο ποσοστό στην Ευρωπαϊκή Ένωση μετά τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία.
- Από την πλευρά των παιδιών, σύμφωνα με την UNICEF Ελλάδας, το 28,1% των παιδιών στη χώρα συνεχίζει να ζει σε συνθήκες φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού (στοιχεία 2022), ενώ τα παιδιά Ρομά και τα ασυνόδευτα ανήλικα αντιμετωπίζουν τις μεγαλύτερες δυσκολίες πρόσβασης σε εκπαίδευση, περίθαλψη και αξιοπρεπή διαβίωση.
- Η οργάνωση Κλίμακα, σε πανελλαδική έρευνα σε 214 άστεγους, κατέγραψε ότι το 64,8% είναι άστεγοι λιγότερο από δύο χρόνια και το 89,7% είναι Έλληνες. Το υπόλοιπο ποσοστό αποτελείται κυρίως από μετανάστες χωρίς χαρτιά, αιτούντες άσυλο ή άτομα σε διοικητική κράτηση.
- Το κρατικό πρόγραμμα «Στέγαση και Εργασία για τους αστέγους» – που ξεκίνησε το 2018 – διπλασίασε τον προϋπολογισμό του το 2024 από 10 σε 20 εκατομμύρια ευρώ, με σκοπό την επέκταση σε 89 δήμους της χώρας. Ωστόσο, οι ωφελούμενοι δεν ξεπερνούν συνολικά τους 1.500, την ώρα που οι πραγματικές ανάγκες είναι πολλαπλάσιες.
Το ερώτημα δεν είναι αν θα τους δώσουμε ένα κέρμα. Είναι αν τους βλέπουμε καθόλου. Γιατί εκείνοι μάς βλέπουν. Καθημερινά. Ξέρουν πότε βιαζόμαστε, πότε είμαστε θυμωμένοι, πότε μιλάμε στο τηλέφωνο για «κάτι σοβαρό».
** Είναι εκεί.....Εμείς;