Κάθε Παρασκευή απόγευμα, στην πλατεία Αυδή, στα Πετράλωνα, δεν πέφτει καρφίτσα. Μπύρες σε σακούλα, κασετόφωνα Bluetooth, σκέιτ, βιβλία, ακόμα και καμβάδες. Οι περισσότεροι κάτω των 30, άλλοι φοιτητές, άλλοι χωρίς σπουδές, όλοι όμως με μια εμμονική αίσθηση ότι αυτό εδώ το κομμάτι ασφάλτου τους ανήκει. Και δεν το λένε. Το δείχνουν.
«Εδώ μεγαλώσαμε. Στην πλατεία. Δεν έχει σημασία αν έχει παγκάκι ή όχι - θα καθίσουμε κάτω. Το θέμα είναι να υπάρχει κάπου που να μην πληρώνεις για να σταθείς», λέει ο Χρήστος, 24, που με μια παρέα ακόμα τριών φίλων στήνουν κάθε μήνα αυτοσχέδιο poetry slam στην Πλατεία Πετραλώνων. Χωρίς μικρόφωνα, χωρίς άδεια. Αλλά με κοινό.
Η πλατεία ως καταφύγιο
Από την Κυψέλη ως το Παγκράτι, κι απ' το Μενίδι ως το Μικρολίμανο, η νεότερη γενιά δεν πάει απλώς στις πλατείες. Τις επανανοηματοδοτεί. Εκεί που άλλοτε «πήγαινες για να βρεις παρέα», τώρα χτίζονται ολόκληρα μικροσύμπαντα. Πρόβες θεάτρου, open mics, πρωινές yoga σε δημόσια πάρκα και συλλογικές κουζίνες - όλα αυτά χωρίς χορηγούς, χωρίς Wi-Fi, με μόνη διαφήμιση τα στόρι στο Instagram και ένα αυτοσχέδιο QR πάνω σε μια πινακίδα που γράφει «απαγορεύεται η αναρρίχηση».
Η Δήμητρα, 22, φοιτήτρια στην ΑΣΚΤ, βάφει νομίμως (και άλλοτε όχι και τόσο) τοίχους στα Πατήσια. «Δεν έχουμε λεφτά για ατελιέ. Ζωγραφίζουμε σε τοίχους που κανείς δεν προσέχει. Κι όμως, όταν ξεθωριάσει το χρώμα, κάτι μοιάζει να λείπει», λέει και γελά. Όταν την ρωτάς πού δουλεύει, απαντά: «Στο μετρό. Κατεβαίνω, ανεβαίνω, και όταν βγω, το βλέμμα μου ψάχνει μια πλατεία, κάτι που δεν έχει ταβάνι».
Απόδραση σε τσιμέντο
Οι σκέιτερ της πόλης είναι ένα κεφάλαιο από μόνοι τους. Όχι γιατί κάνουν εντυπωσιακά κόλπα (που κάνουν), αλλά γιατί δεν περιμένουν τίποτα από κανέναν. «Skateparks δεν υπάρχουν. Αλλά και υπήρχαν, εμείς θέλουμε να παίζουμε κάτω από την πολυκατοικία μας, όχι να παίρνουμε ηλεκτρικό με το σανίδι», λέει ο Ορφέας, 19, που κάθε απόγευμα κατεβαίνει στην πλατεία Μεταξουργείου και μιλάει για αυτήν σαν να είναι σπίτι του. Όχι ιδιοκτησία. Ευθύνη.
«Όταν βλέπεις σκουπίδια, τα μαζεύεις. Όταν κάποιος φωνάζει, τον ηρεμείς. Αν έρθει κάποιος περίεργος, όλοι μαζί σηκωνόμαστε. Είναι δημόσιος χώρος. Δημόσιος, όχι κανενός».
Το πάρκο ως πολιτική πράξη
Στο πάρκο Τρίτση, οι «Περαστικοί» - μια χαλαρή συλλογικότητα φοιτητών οργανώνουν βραδιές αφήγησης, ανταλλαγής ρούχων και ποδηλατοβόλτες. Όλα στο τζάμπα. «Δεν είναι απλώς να βγεις έξω. Είναι να νιώθεις πως κάπου ανήκεις. Αν δεν γεμίσουμε εμείς τον δημόσιο χώρο με ζωή, αργά ή γρήγορα θα γεμίσει με κάγκελα, εισιτήρια ή πάρκινγκ», λέει η Λίλα, 27, κοινωνιολόγος.
Δεν μιλούν όλοι την ίδια γλώσσα. Ούτε έχουν όλοι το ίδιο πρόβλημα. Άλλοι απλώς θέλουν να ξεφύγουν απ’ το σπίτι. Άλλοι από την οθόνη. Μα όλοι έχουν κοινό καταφύγιο: το έξω. Ό,τι έχει παγκάκι, πράσινο, φως και άλλους ανθρώπους.
Δεν είναι ρομάντζο - είναι ανάγκη
Το να βλέπεις την Ακρόπολη δεν είναι πολυτέλεια. Είναι καθημερινότητα για δεκάδες παιδιά που κάθονται στα βράχια του Φιλοπάππου και διαβάζουν ποιήματα στο ίντερνετ. Δεν είναι όλοι διανοούμενοι.
Αλλά ξέρουν πως αν τους διώξεις από εκεί, δεν θα πάνε σε κανένα εμπορικό. Θα πάνε σε άλλη γωνία. Δεν διεκδικούν κάποιο μεγάλο μανιφέστο. Θέλουν απλώς να κάθονται κάπου που να μην γράφει «απαγορεύεται». Θέλουν λίγη σκιά, ένα παγκάκι, δυο φίλους και καθαρό πεζοδρόμιο. Θέλουν να μην τους κοιτάνε λες και κάνουν κάτι κακό επειδή είναι έξω.
Μια άλλη γενιά που ζει στην πλατεία
Ίσως να είναι η πιο ψηφιακή γενιά όλων. Αλλά είναι και αυτή που αναζητά απεγνωσμένα το έξω. Που στήνει δημόσιες ζωές σε ιδιωτικές πόλεις. Που κάνει το πάρκο σκηνή, τον τοίχο καμβά, την πλατεία κοινωνία.
Αν τη δεις αργά το βράδυ στην Πλατεία Εξαρχείων, μην ρωτήσεις τι γιορτάζουν. Γιορτάζουν απλώς το ότι κανείς δεν τους έδιωξε. Ακόμα.