Η ευρωπαϊκή αγορά αυτοκινήτου δείχνει ότι η πράσινη μετάβαση και η αυτοκινητοβιομηχανία προχωρούν με όρους κόστους, παραγωγής και κοινωνικής αντοχής.
Έτσι, η ευρωπαϊκή αγορά αυτοκινήτου το 2025 έχει εξελιχθεί σε έναν από τους πιο αξιόπιστους δείκτες κοινωνικών και οικονομικών ισορροπιών. Οι επιλογές των καταναλωτών, όπως αποτυπώνονται στη συμπεριφορά της αγοράς και στις αποφάσεις των κατασκευαστών, επηρεάζουν πλέον άμεσα τον τρόπο με τον οποίο η Ευρωπαϊκή Ένωση επαναπροσδιορίζει την πολιτική της για την πράσινη μετάβαση. Η αυτοκινητοβιομηχανία, ως στρατηγικός πυλώνας της ευρωπαϊκής οικονομίας, διάβασε πρώτη το μήνυμα της μεσαίας τάξης. Και στη συνέχεια, το διάβασαν και οι Βρυξέλλες.
Το αυτοκίνητο δεν είναι απλώς καταναλωτικό αγαθό. Στην Ευρώπη λειτουργεί ως εργαλείο καθημερινής επιβίωσης, εργασίας και μετακίνησης. Γι’ αυτό και η συμπεριφορά της αγοράς δεν καθορίζεται από συνθήματα ή ιδεολογικές ταυτότητες, αλλά από το εισόδημα, το κόστος χρήσης και την προβλεψιμότητα. Όταν η μεσαία τάξη επιλέγει συγκεκριμένες λύσεις, δεν το κάνει για να στείλει πολιτικό μήνυμα. Το κάνει γιατί αυτές οι λύσεις χωρούν στην οικονομική της πραγματικότητα.
Από τη ρητορική στην πραγματικότητα της αυτοκινητοβιομηχανίας
Τα προηγούμενα χρόνια, η πράσινη μετάβαση στην αυτοκίνηση παρουσιάστηκε συχνά ως γραμμική διαδικασία. Στην πράξη, όμως, η αυτοκινητοβιομηχανία γνωρίζει καλύτερα από κάθε άλλον ότι οι επενδύσεις, οι γραμμές παραγωγής και η απασχόληση δεν προσαρμόζονται με πολιτικά συνθήματα. Προσαρμόζονται με βάση τη ζήτηση. Και η ζήτηση έδειξε ότι η κοινωνία επιθυμεί αλλαγή, αλλά όχι με όρους οικονομικής ασφυξίας.
Η μεσαία τάξη έθεσε τα όρια της μετάβασης
Η στάση της ευρωπαϊκής μεσαίας τάξης δεν είχε χαρακτήρα άρνησης. Αντιθέτως, είχε χαρακτήρα οριοθέτησης. Οι πολίτες δεν είπαν «όχι» στη μείωση των εκπομπών ή στον εκσυγχρονισμό. Είπαν «ναι» σε λύσεις που μειώνουν το κόστος χωρίς να ανατρέπουν την καθημερινότητα. Αυτή η στάση διαμορφώνει πλέον το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινούνται τόσο οι κατασκευαστές όσο και οι θεσμοί.
Όταν η αυτοκινητοβιομηχανία διαβάζει την κοινωνία
Οι ευρωπαϊκοί κατασκευαστές δεν λειτουργούν σε πολιτικό κενό. Αντιλαμβάνονται ότι η βιωσιμότητα δεν αφορά μόνο το περιβάλλον, αλλά και τη διατήρηση θέσεων εργασίας, εργοστασίων και ανταγωνιστικότητας απέναντι σε τρίτες αγορές. Η προσαρμογή του προϊόντος στις πραγματικές δυνατότητες των καταναλωτών δεν είναι συντηρητισμός· είναι όρος επιβίωσης της ίδιας της βιομηχανίας.
Οι Βρυξέλλες και η στροφή στον ρεαλισμό
Η επαναφορά της έννοιας της τεχνολογικής ουδετερότητας στο ευρωπαϊκό λεξιλόγιο δεν προέκυψε τυχαία. Αποτελεί αναγνώριση μιας πραγματικότητας που είχε ήδη διαμορφωθεί στην αγορά. Οι θεσμοί αντιλήφθηκαν ότι μια πολιτική που αγνοεί τη συμπεριφορά των πολιτών και τις δυνατότητες της αυτοκινητοβιομηχανίας κινδυνεύει να μείνει χωρίς κοινωνική και οικονομική βάση.
Ακτιβισμός ή κοινωνική πλειοψηφία;
Η σύγχυση μεταξύ ακτιβισμού και κοινωνικής πλειοψηφίας κόστισε στη δημόσια συζήτηση. Η πλειοψηφία των Ευρωπαίων πολιτών δεν λειτουργεί με όρους συμβολισμού, αλλά με όρους καθημερινής χρήσης. Όταν η πολιτική επιχειρεί να προηγηθεί της κοινωνίας, δημιουργεί ρήγματα. Όταν ακολουθεί τις πραγματικές ανάγκες της, χτίζει αποδοχή και σταθερότητα.
Η ελληνική εμπειρία ως παράδειγμα προσαρμογής
Η ελληνική προσέγγιση στην αυτοκίνηση κινήθηκε εξαρχής μακριά από δογματισμούς. Με σταδιακές παρεμβάσεις και χωρίς βίαιες μετατοπίσεις, η πολιτική επέλεξε να αφήσει την αγορά και την κοινωνία να προσαρμοστούν με τον δικό τους ρυθμό. Σήμερα, καθώς η ευρωπαϊκή στρατηγική επαναπροσδιορίζεται, αυτή η στάση μοιάζει περισσότερο με πρόβλεψη παρά με επιφύλαξη.
Η μετάβαση ως κοινωνική και βιομηχανική συμφωνία
Καμία στρατηγική μετάβασης δεν μπορεί να επιβληθεί ερήμην της κοινωνίας και της βιομηχανίας. Η πράσινη πορεία της αυτοκίνησης οφείλει να είναι αποτέλεσμα συμφωνίας ανάμεσα στους πολίτες, τους κατασκευαστές και τους θεσμούς. Όχι γιατί πρέπει να χαμηλώσουν οι στόχοι, αλλά γιατί μόνο έτσι μπορούν να επιτευχθούν.
Το πολιτικό συμπέρασμα πίσω από την αγορά αυτοκινήτου
Η ευρωπαϊκή αγορά αυτοκινήτου έστειλε ένα σαφές μήνυμα: η αλλαγή γίνεται αποδεκτή όταν είναι προβλέψιμη, προσιτή και κοινωνικά δίκαιη. Η προσαρμογή των Βρυξελλών δεν συνιστά υποχώρηση, αλλά επιβεβαίωση ότι η πολιτική οφείλει να ακούει την κοινωνία. Και η μεσαία τάξη, χωρίς θόρυβο και συνθήματα, έδειξε τον δρόμο.

