Εννέα μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων της, η εύθραυστη κυβέρνηση με επικεφαλής τον Φρανσουά Μπαϊρού κατέρρευσε, βυθίζοντας τη Γαλλία σε μια άνευ προηγουμένου κρίση. Σαν αυτή που τηρουμένων των αναλογιών και των συνθηκών ασφαλώς βίωσε το πολιτικό σύστημα της Ελλάδας πριν από μια δεκαπενταετία για να φέρει στο προσκήνιο τις δυνάμεις του λαϊκισμού, να γεννήσει τη Χρυσή Αυγή και να οδηγήσει το αφήγημα του «ηθικού πλεονεκτήματος» με την πρώτη φορά Αριστερά στην κυβέρνηση.

Το ομόφωνο «όχι» από την Ακροδεξιά (Εθνικός Συναγερμός) και τα αριστερά κόμματα, κυρίως τους Σοσιαλιστές και την Ανυπότακτη Γαλλία, αποδείχθηκε μοιραίο όπως και για τον προκάτοχό του Μπαϊρού, Μισέλ Μπαρνιέ. Είναι η πρώτη φορά στην ιστορία της Πέμπτης Δημοκρατίας που ένας πρωθυπουργός καταψηφίζεται από την Εθνοσυνέλευση, ένα άλλο ρεκόρ του Μακρόν που φαίνεται να μην έχει καταλάβει το θεμελιώδες γεγονός της κρίσης: ότι αυτός είναι το πρόβλημα.

Επειδή ο πραγματικός στόχος της αντιπολίτευσης των άκρων δεν ήταν ο απερχόμενος ένοικος του Μεγάρου Ματινιόν, ούτε ο επώδυνος οικονομικός του προϋπολογισμός, αλλά ο ένοικος του Μεγάρου των Ηλυσίων. Ο Εμανουέλ Μακρόν και η μετεκλογική διαχείριση του αποτελέσματος των ευρωεκλογών τον περασμένο Ιούνιο, που σηματοδότησε την ήττα του κόμματός του της Αναγέννησης και την ταυτόχρονη άνοδο του Εθνικού Συναγερμού με επικεφαλής τη Μαρίν Λεπέν.

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ελπίζοντας να βγάλει έναν (απελπισμένο) λαγό από το καπέλο, προκήρυξε νέες εκλογές, οι οποίες επιβεβαίωσαν την ακραία πόλωση του γαλλικού πολιτικού φάσματος, με τον αριστερό συνασπισμό NFP (Νέο Λαϊκό Μέτωπο) και τον ακροδεξιό RN (Εθνικό Συναγερμό) να αφήνουν μόνο ψίχουλα για τους Μακρονιστές.

Ωστόσο, ο Μακρόν αποφάσισε να οχυρωθεί στο Μέγαρο των Ηλυσίων και να συγκροτήσει έναν απίθανο και εύθραυστο συνασπισμό προκειμένου να υποστηρίξει μια μετριοπαθή κυβέρνηση με επικεφαλής τον νεογκολιστή Μισέλ Μπαρνιέ. Επεσε μετά από μόλις δύο μήνες και αντικαταστάθηκε από τον Μπαϊρού, του οποίου η μοίρα ήταν αναπόφευκτα προδιαγεγραμμένη.

Ο πρόεδρος Μακρόν από την αρχή της θητείας του έχει διορίσει επτά πρωθυπουργούς, η οικονομική κατάσταση έχει χειροτερεύσει, τα δημόσια οικονομικά έχουν επιδεινωθεί, η εμπιστοσύνη στο Ελιζέ είναι στο χαμηλότερο σημείο όλων των εποχών, και αυτός, ο Μακρόν, συνεχίζει. Η βαθιά κρίση της Γαλλίας δεν είναι όμως ένα ξαφνικό γεγονός. Προέρχεται από μακριά, και σχετίζεται με την ιστορική ρήση του Ντε Γκολ «πώς μπορεί να κυβερνηθεί ένα έθνος που έχει 246 διαφορετικά είδη τυριού».

Ο ιστορικός ηγέτης της Γαλλίας είχε δίκιο τελικά, αλλά ο λεγόμενος προοδευτικός Τύπος (όπως και στην Ελλάδα) βλέπει το τυρί, αλλά δεν βλέπει τη φάκα. Και στην προκειμένη περίπτωση η «φάκα» είναι η χρηματοπιστωτική σταθερότητα σε σχέση με το δημόσιο χρέος (η αξιολόγησή του θα γίνει στις 12 Σεπτεμβρίου από τον οίκο Fitch), καθώς και τα όρια του πολιτικού συστήματος που αποδεικνύεται μαθημένο στα «εύκολα» και ιδιαιτέρως απρόθυμο να αντιμετωπίσει τα «δύσκολα».

Είχε δίκιο ο Μπαϊρού όταν είπε, απευθυνόμενος στους βουλευτές, ότι «έχετε τη δύναμη να ανατρέψετε την κυβέρνηση, αλλά όχι να σβήσετε την πραγματικότητα». Αλλά μιλώντας για το χρέος, έχασε το ραντεβού με την πραγματικότητα, επειδή το πραγματικό κακό της Γαλλίας είναι το ανάποδο του πολιτικού σεναρίου: αυτό της «νεύρωσης» που ο Μισέλ Χουλεμπέκ χαρακτήρισε ως προαίσθημα, οιωνό και πρόβλεψη του αύριο, το δώρο που έχουν μόνο μεγάλοι συγγραφείς.

Ο Μακρόν, ωστόσο, συνέχισε να παίζει με τον χρόνο, να αγωνίζεται, να αναζητά εργαστηριακές λύσεις, ενώ ταυτόχρονα αυξανόταν το χάσμα μεταξύ των θεσμών και της κοινωνίας. Και αυτή η τακτική αφορά τον τρόπο που βλέπει τα πράγματα η ελίτ της σοσιαλδημοκρατίας, της Αριστεράς εν γένει, που δεν μπορεί όπως και στην Ελλάδα να αποδεχθεί ότι το πρόβλημα (χθες στην Ελλάδα, σήμερα στη Γαλλία) προκλήθηκε με δική της ευθύνη, άσχετα με το επιχείρημα πως «η Δεξιά κυβερνούσε», αφού στην ουσία αυτοί κατευθύνουν τα συνδικάτα και τις απεργίες.

Πρόκειται για την ίδια ελίτ που ταξιδεύει με αεροπλάνο ενώ απαγορεύει το ντίζελ σε εργαζόμενους που δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά το ηλεκτρικό αυτοκίνητο. Φαινόταν σαν μια φάρσα, μια μπόρα που θα περνούσε και μετά όλα καλά. Ολα, όμως, ήταν προγραμματισμένα, αναμενόμενα, ασπρόμαυρα. Στη συνέχεια ήρθε ο Μπαϊρού με τις δημοσιονομικές περικοπές των 44 δισ. ευρώ και η κατάρρευση.

Το εκπληκτικό (που κάνει την κρίση για τον Μακρόν ακόμη πιο σοβαρή) είναι ότι η Γαλλία σε σύγκριση με την Ελλάδα έχει διανοούμενους, συγγραφείς και φιλόσοφους που προειδοποίησαν για τους κινδύνους που έρχονται. Τώρα ο πρόεδρος Μακρόν, έπειτα από το ολέθριο λάθος να διαλύσει την Εθνοσυνέλευση μετά το δυσμενές γι’ αυτόν αποτέλεσμα των ευρωεκλογών του Ιουνίου, έχει τρεις επιλογές: είτε να διορίσει έναν ακόμη πρωθυπουργό (ο οποίος είναι απίθανο να λάβει την εμπιστοσύνη της Βουλής), είτε να διαλύσει την Εθνοσυνέλευση και να καλέσει τον γαλλικό λαό στις κάλπες, διακινδυνεύοντας να βρεθεί με μια ακόμη πιο κατακερματισμένη Εθνοσυνέλευση ή να παραιτηθεί.

Δυστυχώς για τον ίδιο, τη Γαλλία και την Ευρώπη, και οι τρεις επιλογές οδηγούν σε αδιέξοδο. Οι συγκρίσεις σε πολλές περιπτώσεις οδηγούν σε λάθος συμπεράσματα, αλλά στην προκειμένη περίπτωση το σύνθημα «Ελλάς-Γαλλία συμμαχία» προκαλεί δυσάρεστους συνειρμούς και εγείρει έντονο προβληματισμό για το τι θα μπορούσε να συμβεί, εφόσον στην Ελλάδα, σε ένα αντίστοιχο déjà vu, είδαμε τον λαϊκισμό να ανεβαίνει στην εξουσία υπό τη «χρυσή χορηγία» των ακραίων πολιτικών κομμάτων.