Το ΠΑΣΟΚ δεν ψήφισε κατά. Δεν ψήφισε υπέρ. Ψήφισε παρών. Στην υπόθεση όπου δεκατέσσερις βουλευτές κατηγορούνται για εσχάτη προδοσία επειδή άσκησαν τα κοινοβουλευτικά τους καθήκοντα. Μια σπάνια στιγμή όπου η γελοιότητα συναντά τον κίνδυνο και βαφτίζεται πολιτική στάση. 

Ο Νίκος Ανδρουλάκης αντί να σηκώσει το ανάστημα ενός κόμματος που κάποτε υπερασπιζόταν τους θεσμούς ακόμη και με κόστος επέλεξε να πιάσει στασίδι στο παζάρι του πολιτικού θορύβου. Δεν είπε ναι στη δίωξη των βουλευτών. Δεν είπε όχι. Είπε παρών. Ό,τι πιο βολικό. Ό,τι πιο αμήχανα υπολογισμένο. Ό,τι πιο ξέπνοο.

Γιατί να διαλέξεις ανάμεσα στο Σύνταγμα και τη δημαγωγία όταν μπορείς απλώς να μετράς αντιδράσεις και να ισορροπείς με βλέμμα στραμμένο στις επόμενες κάλπες. Αν κάποιος περίμενε από το ΠΑΣΟΚ να σταθεί φραγμός στην κατρακύλα του δημόσιου λόγου σήμερα πήρε την απάντηση. Το κόμμα που φιλοδοξεί να γίνει κυβέρνηση συμπαρατάχθηκε έστω με το ντροπαλό παρών με όσους θεωρούν την πολιτική γνώμη ποινικό αδίκημα.

Δεν το έκανε από άγνοια. Το έκανε επειδή έτσι θεώρησε ότι θα κερδίσει κάτι. Λίγη φασαρία από τα δεξιά. Λίγη κατανόηση από τα αριστερά. Λίγοι ψήφοι από παντού. Η κυνική εξίσωση του ουδέτερου που όμως παράγει συνέπειες. Γιατί δεν γίνεται να σώσεις τους θεσμούς με απουσία. Ούτε να στηρίξεις το πολίτευμα με ναι μεν αλλά.

Το ΠΑΣΟΚ δεν έπεσε στην παγίδα του λαϊκισμού. Μπήκε μόνο του. Έπιασε στασίδι δίπλα στην Ελληνική Λύση τη Νίκη και την Πλεύση Ελευθερίας που υπερψήφισαν το αίτημα δίωξης. Όχι επειδή μοιράζεται τις ίδιες ιδέες αλλά επειδή βολεύεται στον ίδιο θόρυβο. Κι όταν η πολιτική σκηνή μετατρέπεται σε πεδίο καταγγελιών θεωριών συνωμοσίας και αντισυστημικού παροξυσμού το παρών δεν είναι επιφύλαξη. Είναι συμμετοχή.

Ο Νίκος Ανδρουλάκης είχε την ευκαιρία να σταθεί απέναντι στην παράνοια. Την κοίταξε, χαμογέλασε και σήκωσε τα χέρια. Παρών. Ίσως γιατί στην εποχή της σύγχυσης το μόνο σταθερό πράγμα στο ΠΑΣΟΚ είναι ο φόβος του να τοποθετηθεί.