Το τελευταίο 48ωρο εισήλθαμε, παρά τα ημερολογιακά δεδομένα, στον χειμώνα της πολιτικής. Η εαρινή ισημερία έπεσε θύμα της αντιπολίτευσης, η οποία δείχνει με τον πιο σαφή τρόπο ότι είναι ολίγιστη και επικίνδυνη – για να μην πω για τα πανηγύρια και αδικήσω τα πανηγύρια.
Με βιασύνη και σε γλώσσα αλαμπουρνέζικη, έστησε προκρούστειες κλίνες και άρχισε να κόβει τη δημοκρατία και να ξεχειλώνει τον λαϊκισμό, διότι τι άλλο σημαίνει η πρόταση Κασσελάκη να «παραιτηθεί ήρεμα ο πρωθυπουργός όπως ταιριάζει σε δημοκρατικά εκλεγμένους ηγέτες»; Ας μας πει τουλάχιστον πώς κατά τη γνώμη του και με όσα ελληνικά πρόλαβε μέχρι χθες να μάθει, χωρούν στην ίδια πρόταση η «παραίτηση» και η «δημοκρατική εκλογή». Αν, όπως λέει, εκλέχθηκε δημοκρατικά, γιατί ζητεί νέες εκλογές με «διεθνείς παρατηρητές»;
Ας μας πει και ο κύριος Ανδρουλάκης τι εννοούσε όταν έκανε σάλπισμα, σαν άλλος Παλαιών Πατρών, προς τα κόμματα του «δημοκρατικού τόξου» για πρόταση δυσπιστίας. Απ’ ό,τι είδα το τόξο ήταν εν τέλει εκκρεμές κι έφτασε από το ένα άκρο στο άλλο. Τώρα τι θα κάνει; Η φωτοβολίδα που πήγε να ρίξει στον Μητσοτάκη έσκασε στα χέρια του και κάπως πρέπει να μαζέψει ό,τι έμεινε στην αγκαλιά του – ήτοι: Βελόπουλος, Κουτσούμπας, Στίγκας, Χαρίτσης και λοιποί.
Για να μη μακρηγορώ: η Ελλάδα έχει διεθνείς παρατηρητές, οι οποίοι παρατηρούν πώς βελτιώνεται, προοδεύει, επιτυγχάνει στόχους, κατακτά όνειρα, συντονίζει τον βηματισμό της με την εποχή και το μέλλον. Η δημοκρατία έχει ισχυρά έχματα και οι δημοκράτες δεν βρέχουν τα πόδια τους στα λύματα του λαϊκισμού, στα σενάρια συνωμοσίας, στην καχυποψία, στην απαξίωση όσων κατακτήθηκαν με αγώνες μόνο και μόνο επειδή ένας οπλίτης ολίγων ημερών νομίζει ότι είναι Ναπολέων ούτε επειδή ένας τριτοδεύτερος –εννοώ δημοσκοπικά– πρόεδρος κοιτάζει τον καθρέφτη του και βλέπει τον Αϊνστάιν.