Είθισται, στην Ελλάδα των μετεμφυλιακών τραυματικών εμπειριών, η Δημοκρατία να... απειλείται από την Ακροδεξιά, ποτέ όμως από το άλλο άκρο, το οποίο ενίοτε λειτουργεί ως εισαγγελέας συνειδήσεων και συγχρόνως δικαστής φρονημάτων.
Η προβλεπόμενη άνοδος των άκρων στην Ευρώπη θέτει δύο ουσιαστικά ζητήματα για προβληματισμό. Το πρώτο είναι ότι η Κεντροαριστερά συμπλέει παρασκηνιακά με ακραίες δυνάμεις προκειμένου να πλήξει την Κεντροδεξιά. Το δεύτερο είναι ότι οι μετριοπαθείς πολιτικές δυνάμεις αντιμετωπίζουν με ελαφρότητα κοινωνικά αιτήματα, ωθώντας έτσι κατηγορίες πολιτών να στρέφονται στα ακραία κόμματα. Προφανώς η τεχνολογική εξέλιξη αφήνει πίσω κάποιους, ενώ σπρώχνει άλλους μπροστά. Γι’ αυτό απαιτείται σεβασμός στους «χαμένους», κάτι που φαίνεται ότι δεν κατανοούν οι γραφειοκράτες των Βρυξελλών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι πολίτες της μεσαίας τάξης να γίνονται εύκολη λεία των λαϊκιστών. Διότι πέραν των εξηγήσεων για την πράσινη μετάβαση σ’ έναν αγρότη με τρακτέρ ντίζελ ή σε μια οικογένεια που δεν μπορεί να αντεπεξέλθει στις δανειακές της υποχρεώσεις λόγω αύξησης των επιτοκίων, χρειάζονται και λύσεις. Σ’ αυτές προσβλέπουν οι πρωτοβουλίες του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη. Αλλά για να υπάρξουν αποτελέσματα πρέπει να ενισχυθεί η δύναμη της ΝΔ και του ΕΛΚ, ώστε η ΕΕ να ανακτήσει τον λαϊκό χαρακτήρα της.