Συνεχίζεται η σεισμική δραστηριότητα στις Κυκλάδες, καθώς χθες στη 1 μετά τα μεσάνυχτα σημειώθηκε διπλός σεισμός μεγέθους 4,2 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ, με διαφορά ενός λεπτού, μεταξύ Σαντορίνης και Αμοργού.
Ο πρώτος σεισμός 4,2 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ σημειώθηκε στη 01:02, σε απόσταση 228 χλμ. νοτιοανατολικά της Αθήνας. Σύμφωνα με το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, το επίκεντρο της δόνησης εντοπίστηκε στον θαλάσσιο χώρο 23 χλμ. νοτιοδυτικά της Αρκεσίνης Αμοργού.
Ένα λεπτό αργότερα στις 1:03, σύμφωνα με το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο, σημειώθηκε και δεύτερη δόνηση 4,2 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ με το ίδιο επίκεντρο. Ο σεισμός έγινε σε απόσταση 229 χλμ. νοτιοανατολικά των Αθηνών.
Στο μεταξύ σήμερα θα βρεθεί στη θαλάσσια περιοχή μεταξύ Σαντορίνης και Αμοργού, το ωκεανογραφικό «Αιγαίο», με πολυμελή επιστημονική ομάδα, η οποία θα αναλύσει περισσότερα δεδομένα από το γεωλογικό και γεωφυσικό υλικό.
O κίνδυνος για μεγάλο σεισμό
Αναφερόμενος στον κίνδυνο για πολύ μεγάλο σεισμό, ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνιας και μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, Κωνσταντίνος Συνολάκης, τόνισε στο ΕΡΤNews ότι υπάρχουν γεωλογικά όρια. Όπως εξήγησε, ανάλογα με την περιοχή παραμόρφωσης, αν εξακολουθήσουμε να έχουμε επίκεντρα τα οποία προχωρούν προς τα βόρεια ή τα νότια, η περιοχή παραμόρφωσης, που θα μπορούσε να δώσει ένα μεγαλύτερο σεισμό, μεγαλώνει.
«Παρακολουθούμε με μεγαλύτερη ακρίβεια αν υπάρχει μετατόπιση επικέντρων και αυτό που μας απασχολεί είναι να μην ξεφύγει η σεισμικότητα από το συγκεκριμένο ρήγμα που έχει ήδη σπάσει, δεν έχουμε αποκλείσει και το ενδεχόμενο κάποιου μεγαλύτερου σεισμού» σημείωσε από την πλευρά του ο διευθυντής του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου, Βασίλης Καραστάθης.
Σε ό,τι αφορά το ενδεχόμενο ηφαιστειακής διέργεσης ή κίνδυνο έκρηξης, η καθηγήτρια Γεωλογίας του ΕΚΠΑ, Εύη Νομικού, μιλώντας στο ΕΡΤNews, τόνισε: «Πρέπει να αποφύγουμε να χρησιμοποιούμε λέξεις όπως οι ηφαιστειακές εκρήξεις, γιατί ο κόσμος πάντοτε στο μυαλό του έχει την έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης πριν 3.600 χρόνια, με τα πολύ μεγάλα καταστροφικά αποτελέσματα. Είναι ένα φαινόμενο το οποίο το παρακολουθούμε και θα πρέπει να το ερμηνεύουμε όχι σε επιστημονικά συνέδρια που θα το κάνουμε παρακάτω, αλλά στο να το κατανοούν οι κάτοικοι των τριγύρω περιοχών». Πρόσθεσε πως «το πιο σημαντικό είναι ότι τα δύο ηφαίστεια, το ηφαίστειο της Νέας Καμένης και το υποθαλάσσιο ηφαίστειο του Κολούμπο, που ξέρουμε ότι είναι δύο ηφαίστεια ενεργά, θα πρέπει να παρακολουθούνται με τα καλύτερα επιστημονικά όργανα, έτσι ώστε να έχουμε μία συνεχή παρακολούθηση και ροή δεδομένων».
«Δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι υπάρχει δραστηριοποίηση του Κολούμπο, τέτοια που να δημιουργεί υποψίες» τόνισε από πλευράς του ο καθηγητής Κώστας Παπαζάχος.