Σαν σήμερα, 10 Δεκεμβρίου 1893, ανοίγει μια σελίδα της ιστορίας που δεν περνά απαρατήρητη. Κάθε φορά που φτάνει αυτή η ημερομηνία, η ελληνική ιστορία μας καλεί να σταθούμε μπροστά σε μια από τις πιο γνωστές, πιο συζητημένες και, ενίοτε, πιο παρεξηγημένες στιγμές της πολιτικής μας πορείας, τη διάσημη ή έστω θρυλική φράση του Χαρίλαου Τρικούπη: «Δυστυχώς επτωχεύσαμεν».

Ήταν το 1893, και η Ελλάδα ακόμα πάλευε να βρει τον βηματισμό της μετά από δεκαετίες πολιτικής αστάθειας, πολέμων και συνεχών οικονομικών αναταράξεων. Η χώρα είχε ήδη βιώσει οικονομικούς τριγμούς, είχε δει την εμπιστοσύνη των ξένων επενδυτών να κλονίζεται και είχε ξαναβρεθεί σε καθεστώς χρεοκοπίας, αυτή ήταν η τρίτη της σύγχρονης ιστορίας μετά την ανεξαρτησία. Η πτώχευση δεν ήταν απλά ένα οικονομικό γεγονός, ήταν ένα κοινωνικό και πολιτικό σοκ, που άφηνε ένα βαθύ αποτύπωμα στην ψυχολογία των Ελλήνων.

Παράλληλα, όμως, η περίοδος αυτή είχε και μια φωτεινή πλευρά, που αποκαλύπτει το μεγαλείο της φιλοδοξίας του Χαρίλαου Τρικούπη. Ο πρωθυπουργός δεν φοβόταν να ονειρευτεί: άνοιξε ράγες σιδηροδρόμων που συνέδεαν την ελληνική ύπαιθρο με τα μεγάλα αστικά κέντρα, προώθησε έργα υποδομής που άλλαξαν το τοπίο της χώρας, όπως η διάνοιξη διωρύγων και η κατασκευή νέων λιμανιών, και προσπάθησε να θεμελιώσει μια Ελλάδα που θα στεκόταν ισότιμη απέναντι στις ευρωπαϊκές δυνάμεις. Ο Τρικούπης ήταν ο πρώτος που έθεσε με τόλμη τις βάσεις για τη μοντέρνα ελληνική πολιτεία, με όραμα για βιομηχανική ανάπτυξη, εκσυγχρονισμό της διοίκησης και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις.

Η ειρωνεία της ιστορίας, όμως, δεν λείπει ποτέ. Τα έργα αυτά, μεγαλόπνοα και αναγκαία, έγιναν και το βάρος που λύγισε την ελληνική οικονομία. Ο Τρικούπης πήρε δάνεια από ξένες τράπεζες, ενώ τα κρατικά έσοδα παρέμεναν ανεπαρκή και η ελληνική παραγωγή - ιδιαίτερα η σταφίδα, που αποτελούσε την κύρια εξαγωγική αξία της χώρας - έπεφτε σε κρίση λόγω διεθνών τιμών και ανταγωνισμού. Οι ξένες αγορές, που άλλοτε έδειχναν εμπιστοσύνη, άρχισαν να κλείνουν τις πόρτες τους, και η Ελλάδα οδηγήθηκε σε οικονομικό αδιέξοδο. Ο Τρικούπης, με την αίσθηση ρεαλισμού που τον χαρακτήριζε, δεν μπορούσε πλέον να κρύβεται πίσω από ευφημισμούς.

Κι εδώ εμφανίζεται η περίφημη φράση, που μέχρι και σήμερα σχεδόν όλοι την ξέρουμε: «Δυστυχώς επτωχεύσαμεν». Την ακούμε ως πολιτικό παράδειγμα, ως ειρωνικό σχόλιο, ως σύμβολο αποτυχίας. Οι ιστορικοί, όμως, επισημαίνουν ότι στα πρακτικά της Βουλής δεν υπάρχει πουθενά καταγεγραμμένη. Ίσως ειπώθηκε σε κάποια κλειστή συνεδρίαση, ίσως ακούστηκε στα παρασκήνια ή μεταφέρθηκε προφορικά μέχρι να εδραιωθεί στη συλλογική μνήμη. Το βέβαιο είναι ότι η Ελλάδα, εκείνη την ημέρα, οδηγείται σε πτώχευση, και αυτό σηματοδοτεί την αρχή μιας νέας εποχής: του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου. Μια εποπτεία που θα περιορίσει για χρόνια την οικονομική κυριαρχία της χώρας, επιβάλλοντας αυστηρούς ελέγχους στα δημόσια έσοδα και δαπάνες.

Η πτώχευση του 1893 δεν ήταν μόνο οικονομική αποτυχία. Ήταν το πλήρωμα του χρόνου για μια κοινωνία που έπρεπε να συνειδητοποιήσει τα όρια των φιλοδοξιών της και τη σημασία της οικονομικής βιωσιμότητας. Ταυτόχρονα, όμως, ήταν και ένα μαθήματα για τον εκσυγχρονισμό, για τη διαχείριση του δημόσιου χρέους, για την ανάγκη πολιτικής σταθερότητας και ορθολογικού προγραμματισμού. Ο Τρικούπης, αν και πολιτικά πληγωμένος, άφησε έργα που έμειναν όρθια και εξακολουθούν να υπηρετούν τη χώρα. Σιδηροδρομικές γραμμές, λιμάνια, δρόμοι και διοικητικές μεταρρυθμίσεις δείχνουν ότι ακόμα και μέσα στην πίκρα, το όραμα μπορεί να διαρκεί πέρα από τον βίο του ηγέτη.

Σαν σήμερα, λοιπόν, δεν θυμόμαστε απλά μια φράση. Θυμόμαστε τον κόπο, την τόλμη, την πίκρα, τις αντιφάσεις και τα διδάγματα μιας Ελλάδας που, όσο κι αν σκοντάφτει, δεν σταματά ποτέ να κοιτά μπροστά. Και ίσως εκεί βρίσκεται το μεγαλύτερο μάθημα, ότι η ιστορία δεν είναι μόνο οι ήττες ή οι νίκες, είναι οι αποφάσεις, οι προσπάθειες και η τόλμη να ονειρευτείς, ακόμα κι όταν τα οικονομικά ή πολιτικά αστέρια δεν είναι με το μέρος σου.