Σαν σήμερα, 7 Δεκεμβρίου 1963, η Θεσσαλονίκη ξύπνησε με μια είδηση που θα έμενε για χρόνια χαραγμένη στη μνήμη της. Ήταν τα ξημερώματα όταν οι αρχές ανακοίνωσαν τη σύλληψη ενός νεαρού άντρα, του Αριστείδη Παγκρατίδη, τον οποίο πολλοί έσπευσαν να βαφτίσουν ως τον περιβόητο «Δράκο του Σέιχ Σου». Μια φιγούρα που ήδη από το τέλος της δεκαετίας του ’50 είχε μετατραπεί σε σκιά πάνω από την πόλη, τροφοδοτώντας φόβο, κουβέντες στα καφενεία και έναν μύθο που έμοιαζε πιο δυνατός κι από τα ίδια τα γεγονότα.
Ο Παγκρατίδης δεν είχε μια ζωή που θα τον κρατούσε μακριά από τα βλέμματα της Ασφάλειας. Γεννημένος το 1940 στα Λαγκαδίκια, μεγάλωσε μέσα στη φτώχεια και στις συνεχείς μετακινήσεις της οικογένειάς του μετά τη δολοφονία του πατέρα του. Από μικρός γνώρισε δουλειές του ποδαριού και καταστάσεις που θα σημάδευαν την ψυχή του. Μικροκλοπές, το Αναμορφωτήριο της Κέρκυρας, μια στρατιωτική θητεία που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ και τα ψυχικά προβλήματα που τον ακολουθούσαν σαν σκιά. Ήταν ένας άνθρωπος της περιφέρειας, εκεί όπου η κοινωνία συνήθως δεν κοιτάζει δεύτερη φορά.
Εκείνα τα χρόνια όμως η Θεσσαλονίκη ζούσε κάτω από τον τρόμο μιας σειράς επιθέσεων: ζευγάρια που δέχονταν χτυπήματα με πέτρες στο δάσος, μια νεαρή κοπέλα που βιάστηκε και δολοφονήθηκε, η φρικτή εισβολή στο Δημοτικό Νοσοκομείο και ο θάνατος μιας νοσοκόμας. Οι επιθέσεις έγιναν πρωτοσέλιδα και η μορφή του «Δράκου» άρχισε να πλανάται πάνω από την πόλη σαν κάτι σχεδόν μυθικό. Η Αστυνομία είχε αδιέξοδο και η επικήρυξη μεγάλωσε την αγωνία.
Η σύλληψη του Παγκρατίδη ήρθε όταν εισέβαλε στο ορφανοτροφείο «Μέγας Αλέξανδρος» και επιχείρησε να κακοποιήσει ένα δωδεκάχρονο κορίτσι. Κρατούσε μια πέτρα στο χέρι, όπως και ο άγνωστος δράστης των προηγούμενων ετών. Αυτό έφτανε για να ανάψει τη φωτιά. Από εκείνη τη μέρα οι τίτλοι των εφημερίδων τον είχαν ήδη ορίσει. Η πόλη είχε κουραστεί να περιμένει και όλα έδειχναν πως η κοινωνία χρειαζόταν έναν ένοχο.
Μετά από μέρες εξαντλητικών ανακρίσεων, ο Παγκρατίδης ομολόγησε. Λίγο αργότερα όμως ανακάλεσε με λόγια που έμοιαζαν περισσότερο με κραυγή παρά με εξήγηση. Υποστήριξε ότι πιέστηκε, ότι η ομολογία του δεν ήταν δική του. Εκεί άρχισαν οι αμφιβολίες. Ερευνητές και άνθρωποι που αργότερα μελέτησαν την υπόθεση μίλησαν για μια εποχή αναταραχής, για μια Ασφάλεια που ήθελε να απομακρύνει το βλέμμα του κόσμου από άλλα πολιτικά τραύματα. Κάποιοι πίστεψαν ότι ο Παγκρατίδης απλώς ταίριαζε στο προφίλ ενός ενόχου που όλοι αναζητούσαν.
Το 1966 καταδικάστηκε σε τέσσερις θανατικές ποινές. Το πρωί της 16ης Φεβρουαρίου 1968 εκτελέστηκε στο ίδιο το δάσος του Σέιχ Σου. Λέγεται ότι λίγο πριν το τέλος ψιθύρισε πως ήταν αθώος. Η οικογένειά του έμαθε την εκτέλεση από τις εφημερίδες. Από τότε το ερώτημα παραμένει ανοιχτό… έκλεισε άραγε η υπόθεση του «Δράκου» ή απλώς γράφτηκε ένα τραγικό τέλος για έναν άνθρωπο που ίσως δεν άκουσε ποτέ τη φωνή του να μετράει πραγματικά;