Σαν σήμερα, στις 2 Σεπτεμβρίου 1843, η Ελλάδα υπέγραψε το πρώτο της «μνημόνιο». Η χώρα, μόλις είκοσι χρόνια μετά την Επανάσταση του ’21 και δώδεκα από τη δημιουργία του νεοελληνικού κράτους, είχε ήδη χρεοκοπήσει. Τα δάνεια που είχε λάβει από τις Μεγάλες Δυνάμεις - Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία - αποδείχθηκαν αβάσταχτο φορτίο. Η επίσημη πτώχευση του 1841 άφησε το κράτος σε πλήρες αδιέξοδο και το καλοκαίρι του 1843 οι πιστωτές ήρθαν να επιβάλουν τους όρους τους.
Η εικόνα δεν απέχει πολύ από εκείνη που ζήσαμε το 2010. Μια χώρα καθηλωμένη στα χρέη, ένα κράτος που δεν μπορούσε να πληρώσει ούτε τους υπαλλήλους του, κι από πάνω ξένοι εκπρόσωποι να υπαγορεύουν την πολιτική της. Οι τότε «τρόικες» δεν λέγονταν έτσι, είχαν τα πιο ευγενικά ονόματα των «Προστάτιδων Δυνάμεων». Όμως οι απαιτήσεις τους ήταν σκληρές: λιτότητα, περικοπές, επιτήρηση και κυρίως, παρουσία των πρεσβευτών τους μέσα στο υπουργικό συμβούλιο. Ένα είδος διεθνούς κηδεμονίας που για τους Έλληνες της εποχής ήταν ταπεινωτικό.
Τα μέτρα που συμφωνήθηκαν στις 2 Σεπτεμβρίου σοκάρουν ακόμη και σήμερα. Το ένα τρίτο των δημοσίων υπαλλήλων απολύθηκε. Οι μισθοί όσων έμειναν μειώθηκαν κατά 20%. Οι στρατιωτικές δαπάνες κόπηκαν σχεδόν στο μισό, ενώ οι αξιωματικοί αντί για χρήματα πληρώνονταν με… χωράφια. Οι συντάξεις καταργήθηκαν, οι φόροι αυξήθηκαν και όσοι είχαν αυθαίρετα κτίσματα υποχρεώθηκαν να τα «νομιμοποιήσουν» με βαριά πρόστιμα. Η Ελλάδα είχε μπει σε μια περίοδο σκληρής λιτότητας, που θύμιζε πως η οικονομική εξάρτηση φέρνει και πολιτική υποτέλεια.
Μέσα σε αυτό το κλίμα ασφυξίας, η οργή του λαού και του στρατού δεν άργησε να ξεσπάσει. Λίγες ώρες μετά την επιβολή του μνημονίου, ένας άνδρας με το όνομα Δημήτριος Καλλέργης, συνταγματάρχης του ιππικού, συγκέντρωσε στρατεύματα και μαζί με πλήθος Αθηναίων βάδισε προς τα Ανάκτορα. Η ατμόσφαιρα ήταν ηλεκτρισμένη: για πρώτη φορά, στρατός και λαός ήταν ενωμένοι, όχι για να ρίξουν τον βασιλιά, αλλά για να τον αναγκάσουν να μοιραστεί την εξουσία.
Το σύνθημα που ακούστηκε εκείνο το βράδυ ήταν απλό και συγκλονιστικό: «Ζητούμε Σύνταγμα!». Ο βασιλιάς Όθωνας, ο Βαυαρός που είχε φτάσει παιδί στην Ελλάδα και κυβερνούσε απολυταρχικά με τη βοήθεια ξένων συμβούλων, βρέθηκε αντιμέτωπος με μια πρωτοφανή λαϊκή κινητοποίηση. Στρατός και πολίτες είχαν περικυκλώσει τα Ανάκτορα· η πίεση ήταν συντριπτική. Μέσα σε λίγες ώρες, ο Όθωνας αναγκάστηκε να υποχωρήσει. Υποσχέθηκε τη θέσπιση Συντάγματος και κάλεσε τους πολιτικούς να το συντάξουν.
Έτσι, το πρώτο μνημόνιο της ελληνικής ιστορίας γέννησε την πρώτη συνταγματική επανάσταση, η οποία έμεινε στην Ιστορία ως η μέρα που ο ελληνικός λαός, πληγωμένος και ταπεινωμένος από την οικονομική εξάρτηση, διεκδίκησε και κέρδισε πολιτικά δικαιώματα. Το Σύνταγμα του 1844 που ακολούθησε καθιέρωσε την καθολική ψηφοφορία για τους άνδρες, δημιούργησε Βουλή και Γερουσία και έβαλε για πρώτη φορά όρια στην απόλυτη μοναρχία.
Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι τίποτα δεν χαρίστηκε. Η Επανάσταση που ακολούθησε δεν ήταν μόνο μια αυθόρμητη έκρηξη. Είχε πίσω της πολιτική προετοιμασία: ο στρατηγός Μακρυγιάννης, ο πολιτικός Ανδρέας Μεταξάς και ο συνταγματάρχης Καλλέργης είχαν συντονιστεί για να εκφράσουν τη λαϊκή αγανάκτηση σε μια συντεταγμένη πράξη. Γι’ αυτό και η επανάσταση πέτυχε χωρίς να χυθεί αίμα: μέσα σε δεκατέσσερις ώρες, η χώρα είχε αποκτήσει Σύνταγμα.
Η πλατεία μπροστά από τα Ανάκτορα, εκεί όπου συγκεντρώθηκαν οι επαναστάτες, πήρε από τότε το όνομα που ξέρουμε όλοι: Πλατεία Συντάγματος και μολονότι, η υπογραφή του πρώτου μνημονίου στις 2 Σεπτεμβρίου 1843 ήταν ένα σοκ για την Ελλάδα, στο τέλος λειτούργησε σαν σπίθα που άναψε τη φωτιά της πολιτικής αλλαγής. Μέσα από τη φτώχεια και την ταπείνωση, γεννήθηκε μια νέα σχέση ανάμεσα στον λαό και την εξουσία. Η Ελλάδα πέρασε από την απόλυτη μοναρχία στη συνταγματική μοναρχία· ένα βήμα μικρό για την Ευρώπη του 19ου αιώνα, αλλά τεράστιο για ένα νέο κράτος που προσπαθούσε να σταθεί στα πόδια του.
Σαν σήμερα, λοιπόν, θυμόμαστε όχι μόνο το πρώτο μνημόνιο, αλλά και το μάθημα που το ακολούθησε: πως οι κρίσεις, όσο οδυνηρές κι αν είναι, μπορούν να γίνουν η απαρχή για πολιτικές και κοινωνικές τομές. Κι αν κάτι μας διδάσκει η μέρα αυτή, είναι ότι καμία λιτότητα, καμία ξένη πίεση, δεν μπορεί να καταπνίξει για πάντα την απαίτηση ενός λαού για ελευθερία και δικαιοσύνη.