Η Αττική υπέστη ακόμη μία τεράστια οικολογική καταστροφή, συνεπεία της μεγαλύτερης και πιο καταστροφικής πυρκαγιάς των τελευταίων δεκαετιών. Από την πρώτη στιγμή ενεργοποιήθηκαν όλες οι προβλέψεις του νέου επιχειρησιακού δόγματος πυρασφάλειας. Η κινητοποίηση εναέριων και επίγειων δυνάμεων ήταν μεν ακαριαία, αλλά οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες ανέτρεψαν κάθε σχεδιασμό.
Κατά την ταπεινή άποψη του γράφοντος, η αναζήτηση πολιτικών και επιχειρησιακών ευθυνών είναι το ελάχιστο μπροστά στην καταστροφή. Τα κόμματα θα βάλλουν κατά της κυβερνήσεως, η κυβέρνηση θα υπερασπιστεί τη θέση της, οι αρμόδιοι θεσμικοί παράγοντες θα εκθέσουν τα πεπραγμένα τους. Οι ευθύνες θα αναζητηθούν, θα καταλογιστούν και όποιος φταίει θα πληρώσει – ποικιλοτρόπως μάλιστα, κατά τα ειωθότα στις δημοκρατίες. Πάντα έτσι γίνεται άλλωστε.
Το μείζον όμως δεν είναι η απόδοση ευθυνών. Είναι η ταχεία μετατροπή της μεγαλύτερης περιφέρειας της χώρας σε μια αφόρητη ερημοποιημένη έκταση. Το ορόσημο του 2030 για την ανάσχεση των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης θα βρει την Αττική σε πολύ χειρότερο επίπεδο από όσο μπορούσε να διατυπώσει ακόμη και η πιο δυσοίωνη πρόβλεψη. Μια Αττική που θα ασφυκτιά από την έλλειψη πρασίνου και από την περιορισμένη παραγωγή οξυγόνου, που τον χειμώνα θα πλήττεται από σφοδρές πλημμύρες και το καλοκαίρι θα βιώνει φονικούς καύσωνες. Απαιτείται σήμερα κιόλας σοβαρό κλιματικό σχέδιο άμεσης εφαρμογής sur mezure. Οχι σχέδιο επί χάρτου και ατέρμονων μελετών. Σχέδιο εθνικό, άμεσο και ρεαλιστικό, το οποίο θα επιχειρήσει να ανατρέψει την ερημοποίηση και να καταστήσει την Αττική ανθρώπινη.