Η κυβέρνηση έπραξε ευλόγως και με αίσθημα ευθύνης, αποφασίζοντας τη συνέχιση του επαγγελματικού ποδοσφαιρικού πρωταθλήματος κεκλεισμένων των θυρών, δίνοντας μια ακόμη ευκαιρία καθώς και το χρονικό περιθώριο στους παράγοντες του αθλητισμού να αναλάβουν εμπράκτως και αυτοί τις ευθύνες τους. Θα μπορούσε να προχωρήσει στη διακοπή επ’ αόριστον όλων των αγώνων: προφανώς όμως ο στόχος δεν ήταν η ισοπεδωτική αντιμετώπιση του προβλήματος, κάτι που ουσιαστικά θα λειτουργούσε υπέρ των χούλιγκαν και σε βάρος της εξυγίανσης του χώρου, αλλά να ταρακουνήσει το σύστημα που είτε ανέχεται τη βία είτε την υποθάλπει είτε χειρότερα σε ορισμένες περιπτώσεις την παρακινεί.
Το χρονικό διάστημα των δύο μηνών μέχρι να ξανανοίξουν οι θύρες των γηπέδων αποτελεί στην ουσία μια περίοδο δοκιμασίας για όλους: τις διοικήσεις των ομάδων, τους συνδέσμους των οργανωμένων οπαδών, αλλά και την κυβέρνηση. Στην ουσία πρόκειται για ένα στοίχημα που η κάθε μια πλευρά ξεχωριστά πρέπει να κερδίσει για όλους μαζί! Διότι σε διαφορετική περίπτωση όλοι μαζί θα χάσουν! Αυτό το στοίχημα αποτελεί και την απάντηση σε όσους σπεύδουν να χαρακτηρίσουν αποσπασματικά και αμφιβόλου αναποτελεσματικότητας τα κυβερνητικά μέτρα. Αλλωστε κανείς δεν ισχυρίζεται ότι η οπαδική βία, που έχει πυρήνα τα ποδοσφαιρικά γήπεδα και δεν αφορά μόνο την Ελλάδα, αντιμετωπίζεται με έναν νόμο κι ένα άρθρο. Αυτή τη φορά, όμως, υπάρχει η πολιτική βούληση και οι παράγοντες οφείλουν να λάβουν σοβαρά υπόψη τους την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης.