Μήπως πρέπει η αντιπολίτευση να ξαναδεί τον τρόπο με τον οποίο αντιδρά στα θέματα εξωτερικής πολιτικής; Το ερώτημα δεν έχει να κάνει με τον ρόλο της αντιπολίτευσης, αλλά με το πώς αντιμετωπίζει διάφορες περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα οι ρηματικές διακοινώσεις της Λιβύης και πιο συγκεκριμένα της μεταβατικής κυβέρνησής της.
Εγκαλώντας την ελληνική κυβέρνηση για ενέργειες τρίτων χωρών, τη στιγμή που αυτές δεν παράγουν κάποιο αποτέλεσμα, δημιουργεί αρνητικές εντυπώσεις, πολύ περισσότερο τη στιγμή που είναι σαφής η προστασία των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας μας, πάντα στη βάση του Διεθνούς Δικαίου, καθώς και οι παρεμβάσεις που γίνονται στα αρμόδια όργανα.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πριν από είκοσι μέρες οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης έστειλαν σαφές μήνυμα στη Λιβύη μέσα από τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, όπου αναφέρεται κατηγορηματικά ότι «το Μνημόνιο Συνεννόησης Τουρκίας-Λιβύης για την οριοθέτηση περιοχών θαλάσσιας δικαιοδοσίας στη Μεσόγειο παραβιάζει τα κυριαρχικά δικαιώματα τρίτων κρατών, δεν συνάδει με το Δίκαιο της Θάλασσας και δεν μπορεί να παράγει έννομες συνέπειες για τρίτα κράτη».
Πιο σαφής θέση δεν γίνεται, δεδομένου ότι δεν μπορεί κάποιος να απαγορεύσει σε μια χώρα να δηλώνει ό,τι θέλει, ειδικά στην περίπτωση της Λιβύης που όλοι γνωρίζουν τα παζάρια με την Τουρκία, η οποία από την πλευρά της παίζει τα δικά της παιχνίδια.
Η ουσία είναι αυτό που δήλωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος στη χθεσινή ενημέρωση των πολιτικών συντακτών. «Η ρηματική διακοίνωση της Λιβύης στον ΟΗΕ δεν προσθέτει κάτι στα ήδη γνωστά και χιλιοειπωμένα, θα μου επιτρέψετε, επιχειρήματα. Και εκφράζει τις πάγιες θέσεις της Λιβύης, ενός διαιρεμένου κράτους», τόνισε ο Παύλος Μαρινάκης, προσθέτοντας πως η ενέργεια αυτή «δεν έχει αποτύπωμα, δεν έχει αποτέλεσμα. Δεν αναγνωρίζονται όλα αυτά από κανέναν».
Συμπλήρωσε δε ότι «είναι όπως το άκυρο και ανυπόστατο τουρκολιβυκό μνημόνιο, το οποίο κάποιοι προσπαθούσαν στη χώρα μας να το “αναβαθμίσουν” ως εξέλιξη τον τελευταίο καιρό».
Διότι αυτό γίνεται από την αντιπολίτευση. Επιχειρείται η αναβάθμιση μιας άκυρης πράξης με στόχο να πλήξει την κυβέρνηση. Να δείξει ότι δεν είναι ικανή να κυβερνήσει και να προστατεύσει τη χώρα και το εντάσσει μέσα σε ένα γενικότερο πλαίσιο αντιπολιτευτικό που κινείται σε ακραία υψηλούς τόνους, την ώρα που η κυβέρνηση αυτή δρα στο πεδίο, λαμβάνει αποφάσεις και μέσα από συμφωνίες όπως αυτή με την Ιταλία και την Αίγυπτο μεγαλώνει την Ελλάδα.
Η εξωτερική πολιτική δεν ασκείται με κορόνες ούτε με αναφορές όπως ότι η κυβέρνηση «επέτρεψε» με τη στάση της να προχωρήσει η Λιβύη στις ρηματικές διακοινώσεις. Αυτή η στάση δείχνει άγνοια και αυτό ίσως είναι το χειρότερο που μπορεί να προσφέρει η αντιπολίτευση μιας χώρας που αντιμετωπίζει συνεχώς μεγάλες γεωπολιτικές προκλήσεις...
* Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση του «Μανιφέστο»