Ήταν καλοκαίρι του 2023 όταν ο Αλέξης Τσίπρας, ύστερα από μια συντριπτική ήττα στις εθνικές εκλογές και την αδυναμία του να διαχειριστεί τα εσωτερικά του κόμματος, αποφάσισε να αποχωρήσει από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, που ο ίδιος μετέτρεψε από ένα μικρό κόμμα διαμαρτυρίας σε κεντρικό παίκτη της ελληνικής πολιτικής σκηνής. Τότε, πολλοί πίστεψαν ότι κλείνει οριστικά ένας κύκλος. Όμως, όπως φαίνεται, στην πολιτική κανείς δεν πρέπει να λέει ποτέ.

Σήμερα, λιγότερο από δύο χρόνια μετά την αποχώρησή του, ο «άχαστος» Τσίπρας –όπως προσδιοριζόταν από συνεργάτες του– επιστρέφει, αυτή τη φορά όχι μέσω του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά με «φιέστα» μέσω του Ινστιτούτου Αλέξη Τσίπρα, που ίδρυσε μετά την αποχώρησή του. Ένα ινστιτούτο που, όπως υποστηρίζει ο ίδιος, στοχεύει στη συσπείρωση προοδευτικών δυνάμεων, στην αναζήτηση νέων απαντήσεων σε παλιά προβλήματα και στην πολιτική επανεμφάνισή του.

Η ίδρυση του ινστιτούτου δεν πέρασε απαρατήρητη. Οι παρεμβάσεις Τσίπρα χαρακτηρίζονταν από συγκρατημένο ύφος, με περισσότερο θεωρητικό και λιγότερο πολιτικό περιεχόμενο. Ωστόσο, τους τελευταίους μήνες οι κινήσεις του έγιναν πιο τολμηρές, πιο προσωπικές και τελικά σχεδόν ανοιχτά παραταξιακές.

Πολιτικοί παρατηρητές λένε ότι για να κατανοήσει κανείς τη σημερινή αντίδραση του πολιτικού κόσμου στην επιστροφή Τσίπρα πρέπει να θυμηθεί την πορεία του. Από το 2008 ως το 2015, ο ΣΥΡΙΖΑ ανέβηκε με εντυπωσιακή ταχύτητα. Ο Τσίπρας, με τη βοήθεια της κρίσης, της λαϊκής δυσαρέσκειας και ενός σκληρού αντιμνημονιακού λόγου, κατέλαβε την εξουσία το 2015.

Τότε, ξεκίνησε το πιο αλλοπρόσαλλο πολιτικό δράμα της Μεταπολίτευσης. Από το δημοψήφισμα του 2015 –που έμεινε στην ιστορία ως μία από τις μεγαλύτερες πολιτικές υπαναχωρήσεις– μέχρι τη συμφωνία των Πρεσπών, ο Τσίπρας κυβέρνησε με μια μείξη λαϊκισμού, τακτικισμού και συνεχών μετατοπίσεων, που συχνά έδιναν την εντύπωση πως στόχος δεν ήταν μια συγκροτημένη στρατηγική, αλλά η ίδια η πολιτική επιβίωση.

Ο ΣΥΡΙΖΑ επί Τσίπρα πέρασε από πολλά στάδια: από το κόμμα των κινημάτων, έγινε κυβερνητικό κόμμα, και τελικά ένα συνονθύλευμα χωρίς ταυτότητα που ρέπει προς τη διάλυση. Οι προσωπικές επιλογές του προέδρου, οι εσωτερικές διαγραφές, η απουσία ξεκάθαρης ιδεολογικής γραμμής και η δυσανεξία στην κριτική οδήγησαν πολλούς αξιόλογους ανθρώπους στην έξοδο και το κόμμα στην αποδόμηση.

Η συγκυρία δεν είναι τυχαία. Ο ΣΥΡΙΖΑ υπό τον Στέφανο Κασσελάκη –που ανέλαβε μετά τον Τσίπρα– όχι μόνο δεν κατάφερε να σταθεροποιηθεί, αλλά κατηγορήθηκε ευρέως για αποπολιτικοποίηση, celebrity πολιτική και εσωστρέφεια. Πολλοί στην αριστερή βάση –όσοι απέμειναν– ένιωσαν απογοητευμένοι και «ορφανοί».

Ο Τσίπρας, γνωρίζοντας τα παραπάνω, επιχειρεί σήμερα να εκμεταλλευτεί το πολιτικό κενό. Εμφανίζεται ως η «συνείδηση» του χώρου, αυτός που μπορεί να ενώσει το παλιό με το νέο, να ανασυγκροτήσει τις δυνάμεις του προοδευτικού τόξου και να ξαναπαίξει ρόλο πρωταγωνιστή. Όμως, υπάρχει ένα βασικό ερώτημα στους ανθρώπους του χώρου: ποιους μπορεί να συγκινήσει πια.

Η 2η Διεθνής Διάσκεψη Ινστιτούτου Αλέξη Τσίπρα για την Ειρήνη, Δικαιοσύνη και Βιώσιμη Ανάπτυξη θα διεξαχθεί στο Μέγαρο Μουσικής στις 10 Ιουνίου.

Στη διάσκεψη, που είναι αφιερωμένη στη δημοκρατία και την κοινωνική δικαιοσύνη, θα συμμετάσχουν πολιτικοί, ακαδημαϊκοί, ερευνητές και ακτιβιστές από τις ΗΠΑ, την Ελλάδα και την υπόλοιπη Ευρώπη.

Όπως ανακοίνωσε το ινστιτούτο, «οι προοδευτικές δυνάμεις από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού μιλούν για την οικοδόμηση Κινήματος για τη Δημοκρατία και την Κοινωνική Δικαιοσύνη με ομιλητές τους Bernie Sanders, Enrico Letta, Yolanda Diaz, Elly Schlein, Ines Schwerdtner, François Ruffin κ.ά.», ενώ στη συνέχεια αναφέρει: «Έναν χρόνο μετά την 1η Διεθνή Διάσκεψη, με τους πολέμους στην Ουκρανία και Παλαιστίνη να κλιμακώνονται, η επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ, η στρατιωτικοποίηση της ευρωπαϊκής πολιτικής, ο ορισμός του “δίκαιου του ισχυρού” ως σημείο αναφοράς των διεθνών σχέσεων, η θεσμοθέτηση μεγάλων οικονομικών συμφερόντων στην εκτελεστική εξουσία και η ισχυροποίηση αυταρχικών καθεστώτων έχουν οδηγήσει στην περαιτέρω ενίσχυση και συντονισμό της Ακροδεξιάς στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, τη διεύρυνση των ανισοτήτων και την υπονόμευση της ίδιας της Δημοκρατίας.

Στο πλαίσιο αυτό το Ινστιτούτο Αλέξη Τσίπρα αφιερώνει τη 2η Διεθνή Διάσκεψη στην ανάπτυξη ενός Κινήματος Δημοκρατίας και Κοινωνικής Δικαιοσύνης στις δύο πλευρές του Ατλαντικού που θα βασίζεται σε προοδευτικές πολιτικές για τη θωράκιση της Δημοκρατίας, την αντιμετώπιση των ανισοτήτων, την παγκόσμια και περιφερειακή ειρήνη και την προάσπιση των νέων κοινωνικών δικαιωμάτων στο πλαίσιο του ψηφιακού μετασχηματισμού».

Κατά την εκδήλωση, θα απονεμηθεί το Βραβείο Ειρήνης Πρεσπών 2025 στους τέσσερις συντελεστές του πολυβραβευμένου ντοκιμαντέρ «No Other Land».

Συγκεκριμένα, θα βραβευτούν ο Παλαιστίνιος κινηματογραφιστής Basel Adra, ο Παλαιστίνιος φωτογράφος και ακτιβιστής Hamdan Ballal, ο Ισραηλινός δημοσιογράφος Yuval Abraham και η Ισραηλινή σκηνοθέτιδα Rachel Szor.

Η αλήθεια είναι ότι η πολιτική ζωή στην Ελλάδα πάσχει διαχρονικά από ένα πρόβλημα: οι ηγέτες δεν φεύγουν ποτέ οριστικά. Σύμφωνα με τους πολιτικούς παρατηρητές, το σύνδρομο του «αναντικατάστατου» οδηγεί πολλούς στην επιστροφή, συνήθως με ολέθρια αποτελέσματα.

Ο Τσίπρας δεν είναι η εξαίρεση. Αντί να στηρίξει την ανανέωση, έμεινε στη γωνία και παρακολούθησε το κόμμα του να αποδομείται, χωρίς ποτέ να δείξει αληθινή αυτοκριτική.

Σύμφωνα με τους ίδιους κύκλους η «επιστροφή» του δεν θα συνοδεύεται από κάτι πραγματικά νέο. Ούτε νέο σχέδιο, ούτε νέα πρόσωπα, ούτε φρέσκες ιδέες. Η ρητορική του θα παραμένει γνώριμη, κουραστική και προβλέψιμη. Η «φιέστα» του στο ινστιτούτο μπορεί να εντυπωσιάσει κάποιους νοσταλγούς της πρώτης περιόδου, αλλά δύσκολα θα εμπνεύσει το ευρύ κοινό.

Η επιστροφή Τσίπρα ίσως δεν είναι το πιο μεγάλο πολιτικό γεγονός του 2025, αλλά είναι ενδεικτική μιας βαθύτερης παθογένειας: της αδυναμίας του ελληνικού πολιτικού συστήματος να παραγάγει νέες, άφθαρτες, πειστικές ηγεσίες.

Μέχρι να το κάνει, θα βλέπουμε «παλιούς παίκτες» να εμφανίζονται σαν μεσσίες. Και όπως είπε ο παραδοσιακός αριστερός που είχε διαφωνήσει με τον Αλέξη Τσίπρα, «οι πολίτες θα φωνάζουν: Οϊμέ! Αλί και τρισαλί!».