Ήταν Αύγουστος του 2019 όταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης πέρασε για πρώτη φορά το κατώφλι της Καγκελαρίας, για να συναντήσει την Άνγκελα Μέρκελ. Νεοεκλεγείς τότε, με φρέσκια εντολή και μια ξεκάθαρη στόχευση: να αλλάξει την εικόνα της Ελλάδας στο εξωτερικό. Έξι χρόνια αργότερα, επιστρέφει στο Βερολίνο, όχι για να συστηθεί, αλλά για να επιβεβαιώσει ότι η Ελλάδα έχει πλέον αλλάξει θέση στο τραπέζι.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι ο πρώτος αρχηγός κυβέρνησης που υποδέχεται ο Φρίντριχ Μερτς ως νέος καγκελάριος της Γερμανίας. Ένα γεγονός που, πέρα από τον συμβολισμό, λέει πολλά για τη θέση της Ελλάδας στην Ευρώπη. Και ακόμα περισσότερα για τη συνέπεια και την αξιοπιστία της ελληνικής ηγεσίας τα τελευταία χρόνια.
Μέσα στη θητεία του, ο Μητσοτάκης έχει συναντήσει τρεις καγκελάριους – Μέρκελ, Σολτς και τώρα Μερτς.
Η ίδια η Μέρκελ, που κυβέρνησε τη Γερμανία επί 16 χρόνια, είχε γνωρίσει έξι Έλληνες πρωθυπουργούς. Αν αυτό δεν λέει κάτι για τη σταθερότητα στην Ελλάδα, τότε τι λέει;
Η σταθερότητα όμως δεν είναι κάτι που φωνάζει. Δεν είναι εντυπωσιακή. Δεν κάνει πρωτοσέλιδα όπως η κρίση ή η πολιτική ανατροπή. Είναι ήσυχη, σταθερή, μεθοδική. Όπως η διπλωματία που ακολουθεί ο Μητσοτάκης. Δεν κέρδισε τα φώτα με εντυπωσιακές ρήξεις, αλλά με μια επιμονή στο να κρατήσει την Ελλάδα προσανατολισμένη στη Δύση, στην Ευρώπη, στις συμμαχίες της.
Και η επιλογή του Μερτς να έχει ως πρώτο διεθνή συνομιλητή τον Κυριάκο Μητσοτάκη, αντανακλά αυτήν την αλλαγή στο βλέμμα των Ευρωπαίων προς την Αθήνα: από «μαύρο πρόβατο» σε συνομιλητή πρώτης γραμμής.
Οι δύο ηγέτες μοιράζονται πολλά – και όχι μόνο μια κοινή τεχνοκρατική λογική και καταβολές στον οικονομικό κόσμο. Μοιράζονται κυρίως μια αντίληψη για την Ευρώπη που βασίζεται στη σταθερότητα, την ασφάλεια, τη λογική. Από την άμυνα και το μεταναστευτικό έως την οικονομική συνεργασία, η συζήτησή τους γίνεται σε επίπεδο ουσίας – όχι εντυπώσεων.
Η παρουσία του Μητσοτάκη στο συνέδριο του Economic Council, όπου θα βραβευτεί για τις μεταρρυθμίσεις και την ανασυγκρότηση της ελληνικής οικονομίας, δεν είναι φιλοφρόνηση. Είναι αναγνώριση. Και είναι μια εικόνα που δύσκολα θα φανταζόταν κανείς πριν μερικά χρόνια, όταν η Ελλάδα πάλευε για να μείνει στην Ευρωζώνη.
Βέβαια, δεν λείπουν οι σκιές. Οι γερμανικές σχέσεις με την Τουρκία, οι φήμες για πωλήσεις Eurofighter, η ανησυχία για το μεταναστευτικό, είναι όλα στο τραπέζι. Η Αθήνα δεν έχει αυταπάτες. Αλλά πλέον έχει φωνή, έχει ρόλο, και κυρίως έχει σταθερότητα. Και αυτό, ειδικά σε μια Ευρώπη που αλλάζει ηγέτες πιο γρήγορα απ’ ό,τι αλλάζει εποχές, είναι μια σιωπηλή αλλά καθαρή νίκη.