Στο καθημερινό μου σερφάρισμα στο διαδίκτυο έπεσα σε ένα άρθρο με τον βαρύγδουπο τίτλο «Το φθινόπωρο του Κυριάκου Μητσοτάκη και η αναπόφευκτη πολιτική αλλαγή». Το κείμενο υπογράφεται από διευθυντή μεγάλης ενημερωτικής ιστοσελίδας, η οποία ανήκει σε εκδοτικό όμιλο που το τελευταίο διάστημα έχει μετατραπεί σε προκεχωρημένο φυλάκιο αντιπολιτευτικού λόγου. Ο αρθρογράφος λοιπόν, αποφάσισε να προαναγγείλει το πολιτικό τέλος του πρωθυπουργού. Όχι επειδή υπάρχουν πραγματικά δεδομένα, αλλά επειδή το εύχεται ο ίδιος.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης παρουσιάζεται περίπου ως παρελθόν, παρά το γεγονός ότι είναι πρωθυπουργός, έχει ισχυρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, δηλώνει παρών για την επόμενη τετραετία και προηγείται με μεγάλη διαφορά σε όλες τις δημοσκοπήσεις. Όμως για τον συντάκτη όλα αυτά δεν έχουν σημασία. Σημασία έχει η αφήγηση.

Η τακτική δεν είναι καινούρια. Θυμίζει παλιά κόλπα της αντιπολίτευσης. Όταν δεν μπορείς να νικήσεις τον αντίπαλο, πες στον κόσμο ότι είναι ήδη νεκρός πολιτικά. Έστω κι αν περπατά, κυβερνά, νομοθετεί και προηγείται δώδεκα μονάδες στις μετρήσεις.

Το άρθρο παραβλέπει κάτι ακόμη πιο βασικό. Σήμερα δεν υπάρχει αξιόπιστη εναλλακτική διακυβέρνησης. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να σταθεί ούτε οργανωτικά ούτε πολιτικά. Το ΠΑΣΟΚ ακόμη ψάχνει ταυτότητα και κατεύθυνση. Οι υπόλοιποι απλώς περιστρέφονται γύρω από τον εαυτό τους, αδυνατώντας να διαμορφώσουν λόγο εξουσίας. Η Νέα Δημοκρατία, παρά τα λάθη της, παραμένει το μοναδικό κόμμα που μπορεί να κυβερνήσει.

Το υπόλοιπο κείμενο πλέκει σενάρια διαδοχής στη Νέα Δημοκρατία, υπαινίσσεται διαλυτικές τάσεις και καταλήγει με μια δραματική προτροπή για «ανάληψη ευθύνης» από νέες ηγετικές προσωπικότητες που όμως δεν κατονομάζονται ποτέ. Η παραινέσεις είναι πολλές, το πολιτικό σχέδιο ανύπαρκτο. Μόνο η βεβαιότητα ότι «το τέλος πλησιάζει» μένει να αιωρείται.

Κι έτσι, πίσω από το ένδυμα της πολιτικής ανάλυσης, κρύβεται μια παλιά γνώριμη τεχνική. Η προσπάθεια δημιουργίας κλίματος. Όταν η πραγματικότητα δεν σου κάνει τη χάρη, φτιάχνεις μία δική σου. Και ποντάρεις στο ενδεχόμενο να πείσεις έστω κάποιους ότι ζουν στο τέλος μιας εποχής, ενώ αυτή συνεχίζεται.

Η πολιτική όμως έχει τους δικούς της ρυθμούς και αυτοί δεν συμβαδίζουν με τη φαντασία ορισμένων γραφίδων. Γιατί τελικά, η νύχτα που έχει πέσει βαριά δεν είναι πάνω από το Μέγαρο Μαξίμου, αλλά πάνω από τα γραφεία εκείνων που γράφουν τέτοιες αναλύσεις και πιστεύουν ότι εκφράζουν τον λαό.