Το φαινόμενο Κασσελάκης, γιατί περί φαινομένου πρόκειται, είναι χαρακτηριστικό της περιόδου που ζούμε αλλά και της αδυναμίας του ΣΥΡΙΖΑ να προετοιμάσει το μέλλον του.
Το κεφάλαιο Τσίπρας είχε πληγεί ανεπανόρθωτα από το 2019. Εκτοτε ακολουθούσε αντίστροφη πορεία την οποία όλοι είχαμε διαπιστώσει. Περίπου όλοι: στον μικρόκοσμο του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήθελαν να παραδεχθούν εκείνο που έβλεπαν. Πως δηλαδή έπρεπε να ανοίξουν δρόμο για στελέχη που θα μπορούσαν να ηγηθούν. Και να τα προετοιμάσουν κατάλληλα.
Αντί αυτού περιορίστηκαν να απαντούν ότι «ένα κόμμα της αριστεράς δεν λειτουργεί με όρους αστικής δημοκρατίας» και ότι «οι ευθύνες επιμερίζονται και δεν αφορούν τον αρχηγό». Υπολόγισαν όμως δίχως τον αρχηγό ο οποίος με καθυστέρηση τα βρόντηξε κάτω την πλέον ακατάλληλη στιγμή και προκάλεσε χάος.
Οι ανοιχτές διαδικασίες
Τους είχε επίσης διαφύγει πως ένα κόμμα της αριστεράς δεν εκλέγει αρχηγό με ανοιχτές διαδικασίες. Είχε φροντίσει όμως ο Αλέξης Τσίπρας να αλλάξει και αυτή τη διαδικασία ώστε να φτάσουμε στον Στέφανο Κασσελάκη και το οριστικό διαζύγιο με την πολιτική.
Φαινόμενο διότι στο διάστημα που έχει μεσολαβήσει η συζήτηση είναι καθαρά επικοινωνιακού επιπέδου με την πολιτική να λείπει από τη δημόσια συζήτηση. Ολο αυτό το διάστημα ο υποψήφιος –και φαβορί- για την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει διατυπώσει μισή πολιτική θέση. Και όμως η μάχη είναι σκληρή με τους υποστηρικτές του να δίνουν και το αίμα τους.
Ουδείς ταλαιπωρείται να σκεφθεί την επόμενη μέρα. Να αναρωτηθεί, πολιτικά τι πρεσβεύει ο άνθρωπος αυτός; Το καλό παρουσιαστικό, ο σύντροφος και το lifestyle είναι αρκετά; Αν ναι, με τι σκοπό; Το ολέθριο λάθος με το «κρατίδιο» είναι μόνο η αρχή. Πολιτικά ανεπαρκής διεκδικεί τη θέση του επόμενου πρωθυπουργού. Για να κάνει τι; Με τι εφόδια; Με τι πρόγραμμα; Με τι θέσεις;
Οι μοιραίοι
Δίπλα του, μοιραίοι εκείνοι που θεωρούν ότι ο Τσίπρας έχασε όχι για τα λάθη που έκανε αλλά επειδή κάποιοι εκ των έσω τον πολέμησαν. Πολάκης, εξάδελφος Τσίπρας και λοιποί πικραμένοι.
Ο Κασσελάκης είναι ένα δείγμα του πολιτικού ελλείμματος. Είναι ευθύνη όχι μόνο του ΣΥΡΙΖΑ αλλά του συνόλου του πολιτικού κόσμου που υπέκυψε στη γοητεία της επικοινωνίας, στο γυαλιστερό των εξωφύλλων και τα φώτα της τηλεόρασης. Και με τέτοιους όρους πολιτεύεται. Αν όμως αυτό «δικαιολογείται» για τα κόμματα της «αστικής δημοκρατίας» δεν ισχύει το ίδιο για ένα κόμμα που θέλει να επικαλείται την αριστερά.