Πολλοί υποστηρίζουν αυτό που και η ίδια η ζωή επιβεβαιώνει, ότι δηλαδή αρκετά πράγματα δημιουργήθηκαν και επινοήθηκαν εξαιτίας μίας ανάγκης ή ενός τυχαίου γεγονότος. Τόσο το διαμέρισμα μιας πολυκατοικίας όσο και το Airbnb γεννήθηκαν για να καλύψουν κάποιες ανάγκες. Η μεν πολυκατοικία με διάταγμα του 1929, προκειμένου να καλύψει τις ολοένα και αυξανόμενες ανάγκες για στέγαση στην πρωτεύουσα, κυρίως μετά την έλευση των προσφύγων, το δε Airbnb για να καλύψει τα συνεχώς διογκούμενα τουριστικά κύματα.
Εβδομήντα οκτώ χρόνια μετά τις πρώτες πολυκατοικίες της Αθήνας, στη Δυτική Ακτή των ΗΠΑ, δημιουργήθηκε άλλη μία ιδέα που, μαζί με τις αεροπορικές εταιρείες χαμηλού κόστους έμελλε να αλλάξει την έννοια και το περιεχόμενο του τουρισμού αλλά και της διαμονής γενικότερα! Τον Οκτώβριο του 2007 στο Σαν Φρανσίσκο, έλαβε χώρα ένα διεθνές συνέδριο σχεδιαστών. Οι τότε συγκάτοικοι Gebbia και Chesky, λόγω αδυναμίας πληρωμής του ενοικίου του διαμερίσματός τους (τι ειρωνεία, όταν σήμερα λόγω του Airbnb τα ενοίκια έχουν εκτοξευτεί), αποφάσισαν να μετατρέψουν το σαλόνι τους σε ξενώνα, προσφέροντας σε τρεις συμμετέχοντες του συνεδρίου ύπνο σε φουσκωτά στρώματα (airbed) και σπιτικό πρωινό (breakfast) έναντι πληρωμής. Και κάπως έτσι εγενήθη το Airbnb, ως ακρωνύμιο του Airbed and breakfast. Η συνέχεια γνωστή με πολλά θετικά αλλά και αρνητικά.
Η «Σημειολογία» του Ουμπέρτο Έκο ασχολείται με τη μελέτη των σημείων και των συστημάτων τους, εμβαθύνοντας στο πώς η ανθρωπότητα χρησιμοποιεί τα σημάδια για να επικοινωνήσει και να κατανοήσει τον κόσμο. Τόσο η αθηναϊκή και κατ’ επέκταση ελληνική πολυκατοικία με τα διαμερίσματά τους όσο και το Airbnb έχουν τη δική τους σημειολογία.
Η Ελλάδα μεταπολεμικά είχε σημειώσει μαζί με την Ιαπωνία τους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης στον δυτικό κόσμο. Παράλληλα, πέτυχε έναν πολύ μεγάλο βαθμό αστικοποίησης, ο οποίος κυρίως συμβόλιζε τη μετάβαση από την αγροτική ζωή στην αστική. «Χρησιμοποιώντας» τη σημειολογία του Έκο, λοιπόν, μπορούμε να πούμε ότι δεν θα ήταν εφικτό να υπάρξει πιο ισχυρό σύμβολο για αυτήν τη μετάβαση από ό,τι η κατοχή ή η ενοικίαση ενός διαμερίσματος πολυκατοικίας με όλες τις ανέσεις. Ο ιδιοκτήτης ή ο ένοικος ενός σύγχρονου διαμερίσματος σε μία νεόδμητη μεταπολεμική πολυκατοικία συμβόλιζε τον πετυχημένο άνθρωπο με την υψηλή ποιότητα ζωής, τον άνθρωπο που έφυγε από το χωριό του και έγινε επιτυχημένος αστός.
Τα χρόνια πέρασαν. Και οι πετυχημένοι αστοί εγκατέλειψαν το κέντρο της πόλης, για να μετακομίσουν στα ακριβά προάστια (ίσως γιατί ποτέ τελικά δεν έγιναν πραγματικοί αστοί, ποτέ δεν αγάπησαν το άστυ και το κέντρο του και ποτέ δεν μπόρεσαν να απομακρυνθούν ουσιαστικά από το χωριό τους). Πολλά από αυτά τα αστικά διαμερίσματα στο Κουκάκι, στο Παγκράτι, στην Πατησίων, στην Κυψέλη, στου Ψυρρή πάλιωσαν και ερήμωσαν. Κάποια νοικιάστηκαν στους πρώτους οικονομικούς μετανάστες μετά τη δεκαετία του ’90, κάποια εγκαταλείφθηκαν.
Περίπου δέκα χρόνια πριν από την εμφάνιση του Airbnb, συμβαίνει κάτι το οποίο αλλάζει δραστικά τη βιομηχανία του τουρισμού. Ιδρύονται οι πρώτες αεροπορικές εταιρείες χαμηλού κόστους, η Easy Jet και η Ryanair. Αρκεί ένα αεροδρόμιο, μία παραλία ή ένα καταπράσινο βουνό, ένα πολιτιστικό μνημείο, λίγη ιστορία, καλό φαγητό και αμέσως μία πόλη ή μια περιοχή βγαίνει από την αφάνεια και γίνεται τουριστικός προορισμός, με άμεσο αποτέλεσμα την οικονομική της ανάπτυξη και τον πλούτο.
Έτσι, υπάρχουν πια όλες οι προϋποθέσεις για αυτό που ακολούθησε. Φτηνά εισιτήρια για όσους διεκδικούν τον τίτλο του νέου τύπου τουρίστα, το παγκοσμιοποιημένο street food – και με το Airbnb υπάρχει επιτέλους και η φτηνή διαμονή! Πολλοί αρχίζουν να κάνουν ό,τι έκαναν οι δύο συγκάτοικοι στο Σαν Φρανσίσκο (οι οποίοι στο μεταξύ είχαν πλουτίσει από την ιδέα που είχαν), όχι ερασιτεχνικά και περιστασιακά αλλά επαγγελματικά και μόνιμα, μιας και υπήρχε «εύκολο» και γρήγορο χρήμα. Δισεκατομμύρια άνθρωποι ακόμη και μεσαίου ή χαμηλού εισοδήματος καταφέρνουν να επισκεφθούν και να μείνουν σε προορισμούς τους οποίους μέχρι τότε έβλεπαν μόνο στα ντοκιμαντέρ! Εύκολα, γρήγορα και κυρίως φτηνά.
Δεν θα ασχοληθούμε με τις πολλές αρνητικέςμ κοινωνικές κυρίως, συνέπειες που έχει το Airbnb, αλλά θα προσπαθήσουμε με το ίδιο «εργαλείο», τη σημειολογία του Έκο, να ανακαλύψουμε τι συμβολίζει το Airbnb και οι διαχειριστές του. Από τη στιγμή λοιπόν που ο τουρισμός αποτελεί για ολόκληρες πόλεις ή και χώρες, όπως π.χ. η Ελλάδα μία τεράστια βιομηχανία και το κύριο έσοδο της εθνικής και τοπικής οικονομίας, το Airbnb θα μπορούσε –αγγίζοντας και λίγο την υπερβολή– να θεωρηθεί ως συμμέτοχος και συνυπεύθυνος σε αυτό το επίτευγμα, καθώς απλοί, καθημερινοί άνθρωποι ξαφνικά έγιναν οικοδεσπότες και «ξενοδόχοι».
Άνθρωποι που μέχρι πρόσφατα ήταν «κλεισμένοι» στη γειτονιά τους, ξαφνικά «ανοίχτηκαν» στον κόσμο και ήρθαν σε επαφή με ανθρώπους από άλλες χώρες και άλλες κουλτούρες, απέκτησαν «ταυτότητα» και ιδιότητα. Το Airbnb αναζωογόνησε, ανέστησε και έδωσε το φιλί της ζωής σε ξεχασμένες συνοικίες, «νεκρές» γειτονιές, δημιούργησε επαγγέλματα και θέσεις εργασίας, ξαναζωντάνεψε κτήρια, σπίτια, δρόμους, πλατείες.
Η πολυκατοικία και τα διαμερίσματά της δαιμονοποιήθηκαν, θεωρήθηκαν υπεύθυνα για την καταστροφή της αισθητικής των πόλεων, για τη χαμηλή ποιότητα ζωής που προσφέρουν στους ενοίκους της και για πολλά άλλα. Από πολλούς δαιμονοποιήθηκε και το Airbnb – σε πολλές περιπτώσεις, όχι αναίτια. Όπως όμως η πολυκατοικία εκδημοκρατικοποίησε περισσότερο από κάθε άλλο είδος κατοικίας τη στέγαση, έτσι και το Airbnb εκδημοκρατικοποίησε τα ταξίδια και τον τουρισμό, μετατρέποντας την πολυτέλεια σε δικαίωμα. Και ποιος διαφωνεί με την άποψη ότι τα ταξίδια είναι πια δικαίωμα και επένδυση ψυχής;