«Πράξη κοινής λογικής» χαρακτηρίζει ο υφυπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων, Νίκος Παπαϊωάννου, μιλώντας στο «Μανιφέστο», τις διαγραφές των μη ενεργών φοιτητών, ενώ αναφερόμενος στο νέο πλαίσιο πανεπιστημιακής ασφάλειας κάνει λόγο για «ξεκάθαρους κανόνες που διασφαλίζουν ότι τα ΑΕΙ θα πάψουν να είναι χώροι βίας και ανομίας».

Τέλος, χαρακτηρίζει τα μη κρατικά πανεπιστήμια «ευκαιρία αναβάθμισης της δημόσιας Ανώτατης Εκπαίδευσης», η οποία θα πρέπει «να αρχίσει να παράγει επαγγελματικές ευκαιρίες και δυναμική για το μέλλον της χώρας».

Πώς απαντάτε στις αντιδράσεις για τις διαγραφές 290.000 φοιτητών και ποιο είναι το κοινωνικό αντίβαρο αυτής της πολιτικής;

Οι διαγραφές των μη ενεργών φοιτητών δεν είναι μια πράξη αυστηρότητας, αλλά μια πράξη κοινής λογικής και μια ουσιαστική μεταρρύθμιση. Είναι μία ακόμη παγκόσμια πρωτοτυπία, μία χρόνια στρέβλωση που η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, όπως είχε δεσμευτεί, ήλθε να θεραπεύσει με κοινωνική ευαισθησία και δίνοντας μέσα από την πιο πρόσφατη ρύθμιση μία ακόμη ευκαιρία σε όσους έδειξαν πραγματικό ενδιαφέρον να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους. Οι διαγραφές των μη ενεργών φοιτητών δεν είναι μια πράξη αυστηρότητας, αλλά μια πράξη εξυγίανσης των φοιτητικών καταλόγων. Επί δεκαετίες, το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο κουβαλούσε μια στρέβλωση, με χιλιάδες εγγεγραμμένους φοιτητές που στην πράξη δεν συμμετείχαν πια στην ακαδημαϊκή ζωή. Δεν μπορούμε να μιλάμε για σοβαρή, ευρωπαϊκού τύπου Ανώτατη Εκπαίδευση, χωρίς καθαρή εικόνα του ποιοι είναι πραγματικά ενεργοί φοιτητές.

Με τον νόμο που ψηφίσαμε το καλοκαίρι δεν προχωρούμε σε οριζόντιες διαγραφές. Αντίθετα, με όρους κοινωνικής ευαισθησίας απέναντι σε εργαζόμενες φοιτήτριες και εργαζόμενους φοιτητές, δίνουμε πολλαπλές ευκαιρίες σε όσους επιθυμούν να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους, με επιπλέον εξεταστικές περιόδους, αλλά και ειδικές πρόνοιες για όσους αντιμετωπίζουν κοινωνικές ή οικονομικές δυσκολίες. Η διαγραφή των περίπου 290.000 φοιτητών, λοιπόν, δεν είναι «μαχαίρι», αλλά εργαλείο ανανέωσης, μέτρο λογοδοσίας και μόχλευσης της ποιότητας και της αποδοτικότητας των σπουδών.

Με τη συντονισμένη δράση και κοινωνική ευαισθησία, ο ψηφιακός και ακαδημαϊκός μετασχηματισμός που υλοποιεί η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας γίνεται πράξη, υπέρ των φοιτητών, υπέρ της ελληνικής κοινωνίας, υπέρ του μέλλοντος της χώρας. Το κοινωνικό αντίβαρο βρίσκεται στην ίδια τη φιλοσοφία της ρύθμισης: στην ενθάρρυνση, όχι στην τιμωρία. Θέλουμε τα πανεπιστήμια να γίνουν πραγματικά ζωντανοί οργανισμοί γνώσης, με ενεργούς φοιτητές, καθαρή ακαδημαϊκή εικόνα και διεθνή αξιοπιστία.

Θεωρείτε ότι το νέο πλαίσιο πανεπιστημιακής ασφάλειας έχει αποδώσει ή χρειάζονται πρόσθετα μέτρα;

Το νέο πλαίσιο πανεπιστημιακής ασφάλειας αποτελεί μια τομή για τα ελληνικά ΑΕΙ. Με τους νόμους που ψήφισε η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έβαλε ξεκάθαρους κανόνες που προστατεύουν την ακαδημαϊκή κοινότητα και διασφαλίζουν ότι τα πανεπιστήμια θα είναι χώροι μάθησης και δημιουργίας, όχι βίας και ανομίας. Η ασφάλεια στα ιδρύματα δεν είναι μόνο θέμα φύλαξης αλλά και πολιτικής βούλησης: η δυνατότητα άμεσης παρέμβασης σε περιπτώσεις παραβατικότητας, σε συνδυασμό με την εποπτεία των αρμόδιων αρχών, έχει ήδη επιφέρει σημαντική μείωση περιστατικών και διασφαλίζει την ομαλή λειτουργία των πανεπιστημίων. Για πρώτη, δε, φορά φέτος δεν υπάρχει καμία ενεργή κατάληψη σε πανεπιστήμιο.

Παράλληλα, όμως, γνωρίζουμε ότι η ασφάλεια δεν χτίζεται μόνο με νόμους. Χρειάζεται να εμπεδωθεί βαθιά στην πανεπιστημιακή κοινότητα η κουλτούρα του σεβασμού της ακαδημαϊκής διαδικασίας. Ετσι, εμείς ως υπουργείο Παιδείας ενισχύουμε την παρουσία εκπαιδευτικού προσωπικού, επενδύουμε σε υποδομές και ενθαρρύνουμε την κουλτούρα της υπευθυνότητας. Με αυτόν τον συνδυασμό, διασφαλίζουμε ότι το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο παραμένει χώρος γνώσης, ανοιχτός στον διάλογο και στη διεθνή αναγνώριση, αλλά ταυτόχρονα αυστηρά προστατευμένος απ’ όποιον προσπαθεί να υπονομεύσει τη λειτουργία του. Παραμένει το σπίτι όλων όσοι σπουδάζουν, ερευνούν, διδάσκουν και εργάζονται σε αυτό.

Εχει διασφαλιστεί ότι η ίδρυση ιδιωτικών ΑΕΙ δεν θα υποβαθμίσει το δημόσιο πανεπιστήμιο;

Η εγκατάσταση και λειτουργία των ΝΠΠΕ στην Ελλάδα δεν έρχεται σε αντίθεση με την ενίσχυση και την αναβάθμιση του δημόσιου πανεπιστημίου. Αντιθέτως, αποτελεί μια ευκαιρία για αναβάθμιση της Ανώτατης Εκπαίδευσης στο σύνολό της μέσα από την ανάπτυξη ανταγωνισμού, την ενίσχυση της καινοτομίας και την αύξηση των επιλογών για τους νέους μας.

Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έχει θέσει σαφείς και αυστηρές προϋποθέσεις για τη λειτουργία των παραρτημάτων των αλλοδαπών πανεπιστημίων στη χώρα, ώστε να μην υπάρξει υποβάθμιση της ποιότητας, αλλά αντίθετα να δημιουργηθεί ένα πλαίσιο ανταγωνισμού, καινοτομίας και διαφάνειας. Παράλληλα, το δημόσιο πανεπιστήμιο ήταν, είναι και θα είναι ο κεντρικός άξονας της Ανώτατης Εκπαίδευσης.

Με τη νέα πολιτική χρηματοδότησης και αξιολόγησης, που συνδέει τους πόρους με την απόδοση και την αριστεία, διασφαλίζεται η ανανέωση, η διεθνοποίηση και η υψηλή ποιότητα των δημόσιων ιδρυμάτων. Η ύπαρξη των ΝΠΠΕ λειτουργεί συμπληρωματικά: κινητοποιεί όλα τα πανεπιστήμια να βελτιώνουν συνεχώς τις επιδόσεις τους, ενώ το δημόσιο παραμένει προσβάσιμο σε κάθε φοιτητή και φοιτήτρια, διασφαλίζοντας το δημόσιο και κοινωνικό αγαθό της εκπαίδευσης. Με σχέδιο, εποπτεία και αυστηρά κριτήρια, η ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα δεν υποβαθμίζει, αλλά ενισχύει τη συνολική ποιότητα της ελληνικής Ανώτατης Εκπαίδευσης.

Ποια είναι τα επόμενα βήματα για πρακτικές και θέσεις εργασίας αποφοίτων μέσα από τα ΑΕΙ;

Η πρακτική άσκηση και η ομαλή μετάβαση των αποφοίτων στην αγορά εργασίας αποτελούν σταθερή προτεραιότητα της κυβέρνησης, με σκοπό την αποτελεσματικότερη και επωφελέστερη ένταξη των αποφοίτων της Ανώτατης Εκπαίδευσης στο παραγωγικό σύστημα της χώρας. Μέσα από τα έργα του ΕΣΠΑ 2021-2027, συνεχίζουμε και ενισχύουμε μια προσπάθεια που έχει ήδη αποδώσει καρπούς τα προηγούμενα χρόνια.

Συγκεκριμένα, το έργο Πρακτικής Ασκησης Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, με προϋπολογισμό 60 εκατομμύρια ευρώ για τα ακαδημαϊκά έτη 2024-2027, καλύπτει τους φοιτητές των ΑΕΙ, με πλήρη αποζημίωση και ασφαλιστική προστασία. Την ίδια στιγμή, μέσω του Εθνικού Συστήματος Παρακολούθησης της πορείας φοιτητών και αποφοίτων, που υλοποιείται από την ΕΘΑΑΕ, εδραιώνεται ένας μόνιμος μηχανισμός ιχνηλάτησης της πορείας των σπουδών και της απασχόλησης. Με δείκτες, έρευνες και συνεργασία με τα Γραφεία Διασύνδεσης, κάθε ΑΕΙ μπορεί να γνωρίζει πώς οι απόφοιτοί του εντάσσονται στην αγορά εργασίας. Ο στόχος μας είναι ξεκάθαρος. Επενδύουμε σε μια Ανώτατη Εκπαίδευση που δεν παράγει απλώς πτυχία, αλλά επαγγελματικές ευκαιρίες και δυναμική για το μέλλον της χώρας.

Πώς θα ενισχυθεί η επαγγελματική εκπαίδευση ώστε να αποτελέσει πραγματική επιλογή και όχι «δεύτερη λύση»;

Η επαγγελματική εκπαίδευση στην Ελλάδα αναβαθμίζεται και αυτή σε στρατηγικό επίπεδο. Δεν είναι πλέον «δεύτερη λύση», αλλά ισότιμη επιλογή με προοπτική και αξία. Συγκεκριμένα, ο Νόμος 5237/2025 εισάγει τις Ακαδημίες Επαγγελματικής Κατάρτισης, με σύγχρονα προγράμματα αρχικής κατάρτισης, πρακτική άσκηση και τίτλους που αναγνωρίζονται από την αγορά εργασίας. Παράλληλα, ενισχύεται η σύνδεση της εκπαίδευσης με τις πραγματικές ανάγκες της τοπικής οικονομίας, διασφαλίζοντας ότι οι απόφοιτοι έχουν ουσιαστική επαγγελματική προοπτική.

Ο νόμος προβλέπει ευέλικτες μορφές φοίτησης, διά ζώσης ή εξ αποστάσεως, και ενσωματώνει ψηφιακές τεχνολογίες και καινοτόμα εργαλεία μάθησης, καθιστώντας την επαγγελματική εκπαίδευση σύγχρονη και ελκυστική. Επιπλέον, οι νέοι τίτλοι και τα επαγγελματικά δικαιώματα αναδεικνύουν την αξία των σπουδών, δημιουργώντας εμπιστοσύνη σε μαθητές, γονείς και εργοδότες.

Παράλληλα, και με τον Νόμο 5224/2025, διαμορφώσαμε ένα σύγχρονο, ολοκληρωμένο πλαίσιο για τα Κέντρα Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης (ΚΕΕΚ), εξασφαλίζοντας υψηλά ποιοτικά κριτήρια και διοικητική επάρκεια, ώστε κάθε πρόγραμμα να συνδέεται άμεσα με τις ανάγκες της αγοράς και την πραγματική απασχολησιμότητα των αποφοίτων. Με σχέδιο, αξιοπιστία και διαφάνεια, δίνουμε στους νέους μας τις ευκαιρίες που αξίζουν, δημιουργώντας ένα ισχυρό, σύγχρονο και ανταγωνιστικό μοντέλο επαγγελματικής εκπαίδευσης, προς όφελος της κοινωνίας και της οικονομίας.

Θα υπάρξει νέα κατανομή κονδυλίων βάσει αξιολόγησης και απόδοσης, και αν ναι, με ποια κριτήρια;

Η κατανομή των κονδυλίων προς τα πανεπιστήμια γίνεται με σαφή, αντικειμενικά και αξιοκρατικά κριτήρια, ώστε κάθε ίδρυμα να επιβραβεύεται για την πραγματική του απόδοση. Το υπουργείο Παιδείας έχει ορίσει ένα πλαίσιο που συνδέει τη χρηματοδότηση με τη διαφάνεια, την ποιότητα και τα αποτελέσματα.

Συγκεκριμένα, το 70% της τακτικής επιχορήγησης κατανέμεται βάσει αντικειμενικών δεδομένων, όπως ο αριθμός τμημάτων, οι ενεργοί φοιτητές, η διάρκεια σπουδών, οι ανάγκες σε εργαστηριακό εξοπλισμό, η γεωγραφική διασπορά και το ανθρώπινο δυναμικό κάθε ΑΕΙ. Το υπόλοιπο 30% αποδίδεται με ποιοτικά κριτήρια: τη συνεχή βελτίωση του ακαδημαϊκού έργου, την ερευνητική δραστηριότητα, τη διεθνοποίηση, τη σύνδεση με την κοινωνία και την αγορά εργασίας. Κάθε ίδρυμα υποβάλλει ετήσια έκθεση στην ΕΘΑΑΕ, ώστε η πολιτεία να έχει μια καθαρή εικόνα προόδου και επίδοσης. Η χρηματοδότηση, λοιπόν, των ΑΕΙ δεν είναι απλώς μια λογιστική πράξη, αλλά αποτελεί ένα εργαλείο ανάπτυξης, λογοδοσίας και ενίσχυσης της αριστείας στα ελληνικά πανεπιστήμια.

Πώς προχωρά η ολοκλήρωση των ψηφιακών υπηρεσιών για φοιτητές και εκπαιδευτικά ιδρύματα;

Ο ψηφιακός μετασχηματισμός της Ανώτατης Εκπαίδευσης είναι μια διαδικασία που εξελίσσεται σταθερά, με στόχο να απλοποιήσει τη φοιτητική εμπειρία και να ενισχύσει την αποτελεσματικότητα των Ιδρυμάτων. Μέσα από τις δράσεις του ΥΠΑΙΘΑ αναπτύσσεται ένα ολοκληρωμένο οικοσύστημα ψηφιακών υπηρεσιών που ενώνει φοιτητές, διδάσκοντες και διοικητικές δομές σε ένα κοινό, διαλειτουργικό περιβάλλον.

Συγκεκριμένα, το αναβαθμισμένο Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Εθνικό Σύστημα Ποιότητας (ΟΠΕΣΠ) της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ), διασυνδεδεμένο με τα αντίστοιχα των ΑΕΙ και του ΥΠΑΙΘΑ, αποτελεί το κεντρικό εργαλείο άντλησης και διαχείρισης των δεδομένων της Ανώτατης Εκπαίδευσης που είναι απαραίτητα για την επίτευξη των στόχων της ΕΘΑΑΕ και κατ’ επέκταση για τη βελτίωση της λειτουργίας των ΑΕΙ της χώρας. Το ΟΠΕΣΠ θα περιλαμβάνει ανάπτυξη και αναβάθμιση των πληροφοριακών συστημάτων Διασφάλισης Ποιότητας ΑΕΙ, Μονάδων Υποστήριξης Φοιτητών (πρακτική άσκηση, απόφοιτοι, αγορά εργασίας), Στρατηγικής και Χρηματοδότησης ΑΕΙ και Ποιότητας ΕΘΑΑΕ.

Παράλληλα, αξίζει να αναφερθεί ότι προχωρά η ψηφιοποίηση των διαδικασιών του ΔΟΑΤΑΠ, με ηλεκτρονική υποβολή και επεξεργασία αιτήσεων αναγνώρισης τίτλων σπουδών και με πλήρη διασύνδεση με τις πλατφόρμες των ΑΕΙ. Ετσι, μειώνεται δραστικά η γραφειοκρατία, εξασφαλίζεται διαφάνεια και επιταχύνεται η αναγνώριση σπουδών – κάτι που αποτελούσε πάγιο αίτημα φοιτητών και αποφοίτων.

Ταυτόχρονα, μέσω της διαλειτουργικότητας των πανεπιστημιακών βιβλιοθηκών, έχει δημιουργηθεί ένα ενιαίο δίκτυο πρόσβασης στη γνώση. Οι βιβλιοθήκες των ΑΕΙ συνδέονται μεταξύ τους, ανταλλάσσουν δεδομένα και μεταδεδομένα, διευρύνουν την πρόσβαση σε επιστημονικές πηγές και καθιστούν διαθέσιμα χιλιάδες ψηφιακά τεκμήρια σε φοιτητές και ερευνητές.