Ομολογουμένως είχε αρκετά σημεία αμφισβητούμενης αισθητικής η τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του 2024 που παρακολουθήσαμε να διεξάγεται στο Παρίσι με επίκεντρο τα νερά του Σηκουάνα. Αυτό κάνει ακόμη πιο επίμονη τη νοσταλγική, νοητική ανάγκη αναδρομικής αντιπαραβολής της με την τελετή έναρξης των «δικών μας» Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 στην Αθήνα. Εκείνη ήταν, ομολογουμένως, μία ξεχωριστή εναρκτήρια τελετή. Από την εποχή της μυθολογίας που ένωσε ένστικτα και λογική πλάθοντας τον Κένταυρο, στην απαρχή της τέχνης και στο κυκλαδίτικο ειδώλιο, που η καλλιτεχνική δημιουργικότητα του 20ού αιώνα έπρεπε να διαγράψει κύκλους χιλιετηρίδων για να (ξανα)ανακαλύψει τη μεταμοντέρνα ελλειπτική αφαιρετικότητα της μορφής του.

Τα λέιζερ προβάλλουν πάνω του απεικονίσεις της επιστημονικής προόδου και το ειδώλιο γίνεται το κοσμοείδωλο του σύγχρονου πολιτισμού μας, λίγο πριν ανα-λυθεί σε μαρμάρινα κομμάτια αποκαλύπτοντας έναν κούρο και στη συνέχεια ένα κλασικό άγαλμα, το πέρασμα από την αρχαϊκή ακαμψία στη δημιουργική πλαστικότητα του χρυσού αιώνα. Ο θεός Έρωτας υπερίπταται στα νερά της γαλάζιας λίμνης που, στο κέντρο του γηπέδου, αναπαριστά το Αιγαίο. Ένα νεαρό ζευγάρι ερωτοτροπεί ανάμεσα στα μαρμάρινα κομμάτια που έχουνε πάρει τις θέσεις των νησιών. Πολύχρωμες μινωικές μορφές, αρχέτυπα βγαλμένα απ’ τα βιβλία της ιστορίας του δημοτικού στα πολύ παλιά χρόνια… ο πρίγκιπας με τα κρίνα και η θεά με τα φίδια, η αγγειοπλαστική γεωμετρία του μυκηναϊκού πολιτισμού…

στα παλιά χρόνια, η μαρμάρινη, λευκή αυστηρότητα των κούρων κι ανάμεσά τους το άλικο τρέξιμο μιας ζωντανής κόρης, οι μεγάλοι τραγικοί, ο Παρθενώνας και τα Ελγίνεια, η μακεδονικές σάρισες. Ύστερα, παρμένες από γυμνασιακά εξώφυλλα, βυζαντινές μορφές που παρελαύνουν σαν ζωντανά ψηφιδωτά. Στα νεότερα χρόνια και οι αγωνιστές του ’21, βγαλμένοι, θαρρείς, από αγιογραφίες του Κόντογλου, ο καραγκιόζης, αιώνιος πρωταγωνιστής του ελληνικού θεάματος, και το ρεμπέτικο πάλκο με ένα άρωμα σμυρναίικου παραπόνου, αναφορά στον Τσαρούχη, δάσκαλο του τελετάρχη.

Ένας φωτεινός κομήτης, ένα φλεγόμενο αστέρι –μάλλον από το Άλφα του Κενταύρου– πέφτει στη λίμνη του Ολυμπιακού Σταδίου. Αυγουστιάτικο πεφταστέρι, ευχή ο λαός του «παντός μέτρου αρίστου» να διοργανώσει την Ολυμπιάδα του μέτρου και του απέριττου κάλλους. Η φωτιά και το νερό, η σύζευξη των εναντιομερών της ύπαρξης. Έτσι ξεκίνησαν όλα, πριν από εκατομμύρια χρόνια, σε μια λίμνη του πλανήτη που αργότερα θα ονομαζόταν Γη, σε μια στιγμή εκεχειρίας των αντιθέσεων, συμφιλιώθηκαν οι ενάντιες προϋποθέσεις για να γεννηθεί η ζωή. Έτσι ξεκίνησαν όλα και στην τελετή έναρξης της Ολυμπιάδας του 2004. Με το καθαρτήριο πυρ που χαλυβδώνει τα αθλητικά ιδεώδη, με το ύδωρ των εξαγνισμών, που ξεπλένει τη ναδρολόνη απ’ τα κατεστραμμένα νεφρά και απ’ τα κιρρωτικά συκώτια των αθλητών.

Οι Έλληνες είμαστε λαός θαλασσινός, η πνοή του Αιόλου στα πανιά μας ήτανε πάντα το μοναδικό «ντοπάρισμα» που χρειαζόμαστε για να ξεθαρρέψουμε στο πέλαγος. Γι’ αυτό τελευταίος λαμπαδηδρόμος μας ήταν ο ιστιοπλόος Κακλαμανάκης. Αυτός άναψε τον, σε σχήμα υπερμεγέθους δάδας, βωμό. Η τεράστια δάδα σκύβει πάνω από τον Έλληνα πρωταθλητή για να δεχτεί τη φωτιά του. Σαν ένας γιγαντόσωμος Προμηθέας που σκύβει πάνω από το γένος των ανθρώπων όχι για να τους διδάξει τη φωτιά, αλλά για να διδαχτεί από αυτούς, να διδαχτεί την ιερή φωτιά που κρυφοκαίει μέσα σ’ αυτό το γένος των μικρών «θεών».

Κοιτάζοντας από μακριά το κατάφωτο Ολυμπιακό Στάδιο, φαινόταν σαν κάποιος καλόβουλος αρχαίος τιτάνας, κάποιος γιγάντιος ολύμπιος θεός να έχει αποθέσει τον τεράστιο δαυλό του ανάμεσα στα τόξα της [μετέπειτα πολύπαθης] στέγης Καλατράβα, πλάι στην υδάτινη λίμνη που δέσποζε στο κέντρο του σταδίου, για να φωτίζει από ψηλά τους αγώνες των ανθρώπων, για να στέλνει φωτεινό το μήνυμα πως «εκεί που άλλοι ψάχνουν αφορμές θανάτου, ψάξε εσύ να βρεις του βίου σου τις μυστικές δροσοπηγές…»