Σαράντα εννέα χρόνια συμπληρώνονται φέτος από την τουρκική εισβολή και οι μνήμες επιμένουν ολοζώντανες, καθώς η μαρτυρική Κύπρος εξακολουθεί να ματώνει από το βαθύ τραύμα της τουρκικής εισβολής, της βίαιης διαίρεσης και της συνεχιζόμενης στρατιωτικής κατοχής, που έκοψε τη γη και τη ζωή των ανθρώπων της στα δύο.
Ιούλιος ήταν και τότε, όταν η Τουρκία, χρησιμοποιώντας ως πρόσχημα το άφρον πραξικόπημα, που ως στόχο είχε την ανατροπή του δημοκρατικά εκλεγμένου Προέδρου της Κύπρου, Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, εισέβαλε στο νησί, κατά παράβαση του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και των βασικών αρχών του Διεθνούς Δικαίου.
Είκοσι οκτώ ημέρες κράτησαν οι στρατιωτικές επιχειρήσεις, αλλά οι συνέπειες της εισβολής υπήρξαν και παραμένουν καταστροφικές, καθημερινή δραματική υπόμνηση της εθνικής συμφοράς.
Πέραν του ενός τρίτου του κυρίαρχου εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας κατελήφθη από τις τουρκικές δυνάμεις εισβολής και παραμένει ακόμα, με την παρουσία δεκάδων χιλιάδων βαριά εξοπλισμένων τουρκικών στρατευμάτων, υπό παράνομη στρατιωτική κατοχή από την Τουρκία.
Το ένα τρίτο του ελληνοκυπριακού πληθυσμού, 200.000 άνθρωποι, εκδιώχθηκαν βίαια από τις περιουσίες τους, εκτοπίστηκαν και έγιναν, από τη μία ημέρα στην άλλη, πρόσφυγες. Ανθρωποι ξεριζωμένοι μέσα στην ίδια τους την πατρίδα, που ακόμη ζουν με το όνειρο της επιστροφής, ενώ φεύγουν οι μεγαλύτεροι χωρίς να αναπαυθούν στην πατρική τους γη. Και συνεχίζεται ο σφετερισμός των ελληνοκυπριακών περιουσιών, ενώ πολλές εκκλησίες, μνημεία και αρχαιολογικοί χώροι έχουν βεβηλωθεί, καταστραφεί ή λεηλατηθεί.
Και ενώ στα τέλη Αυγούστου του 1974 περίπου 20.000 Ελληνοκύπριοι αλλά και Μαρωνίτες συμπατριώτες μας παρέμειναν εγκλωβισμένοι στα κατεχόμενα χωριά μας για να διαφυλάξουν τα ιερά και τα όσια, σήμερα αριθμούν 400 ψυχές, που ζουν κάτω από συνθήκες στέρησης και καταπίεσης, υπομένοντας, τέσσερις δεκαετίες τώρα, την τουρκική κατοχή.
Αλλά και οι Τουρκοκύπριοι αποτελούν, σήμερα, μειονότητα στις κατεχόμενες περιοχές, σε σχέση με τα στρατεύματα κατοχής και τους εποίκους που μεταφέρθηκαν μαζικά στο νησί από την Τουρκία, με αποτέλεσμα την αλλοίωση του δημογραφικού χαρακτήρα, της πληθυσμιακής ισορροπίας και της ιστορικής ταυτότητας της Κύπρου.
Τραγική, όμως, παραμένει η πληγή των νεκρών μας, θυμάτων της θηριωδίας της τουρκικής εισβολής, ενώ περισσότεροι από 800 παραμένουν οι αγνοούμενοί μας, πολίτες και στρατιώτες, καθώς η Τουρκία αρνείται ακόμη να συνεργαστεί για τη διακρίβωση της τύχης τους.
Ο αβάσταχτος πόνος
Σαράντα εννέα χρόνια μετά, η επίμονη μνήμη και ο αβάσταχτος πόνος του μαύρου καλοκαιριού του 1974 εξακολουθούν να στοιχειώνουν τη σκέψη και να πληγώνουν την ψυχή ολόκληρου του Ελληνισμού, καθώς η Κύπρος παραμένει ακόμη μοιρασμένη και αδικαίωτη.
Ενωμένοι, μνημονεύουμε τους ήρωές μας -τους δικούς μας ανθρώπους- και συναισθανόμενοι το νόημα της θυσίας τους και το βάρος της παρακαταθήκης του ηθικού χρέους και του καθήκοντος που μας κληροδοτούν, αποτίνουμε προς αυτούς τον προσήκοντα φόρο τιμής και ευγνωμοσύνης.
Διότι η ιστορική μνήμη και η αντίσταση στη λήθη και την αδράνεια είναι καθήκον όλων μας. Αυτή είναι, ακριβώς, και η διαχρονική σημασία της φράσης-σύμβολο για την τραγωδία της Κύπρου: «Δεν ξεχνώ».
Πώς θα ήταν, άλλωστε, δυνατόν να ξεχάσουμε, όταν, σαράντα εννέα χρόνια μετά την εισβολή, εξακολουθούμε να μετρούμε ανεπούλωτες πληγές και συνεχίζουμε να θάβουμε τους νεκρούς μας στην Κύπρο και την Ελλάδα;
Από το 1974, η Κύπρος δεν έπαψε λεπτό να διεκδικεί το δίκιο της και να καταγγέλλει την παράνομη τουρκική κατοχή και τις συνέπειές της, ζητώντας τη συνδρομή και τη συμπαράσταση της διεθνούς κοινότητας.
Παρά ταύτα, παρά την παγκόσμια καταδίκη της τουρκικής εισβολής και των συνακόλουθων επιθετικών ενεργειών εναντίον της πατρίδας μας, παρά τις κοπιώδεις προσπάθειες για τη διαμόρφωση ενός πλαισίου διαλόγου μεταξύ των δύο κοινοτήτων, εξακολουθούμε, δυστυχώς, σήμερα να αντιμετωπίζουμε την αδιαλλαξία και την άρνηση της Αγκύρας για την εξεύρεση μιας λύσης που θα καθιστά την Κύπρο κοινή και ειρηνική πατρίδα του λαού της.
Η αδιάλλακτη επιμονή της Τουρκίας να έχει το δικαίωμα μονομερούς επέμβασης, να διατηρήσει ένα αναχρονιστικό σύστημα εγγυήσεων και μόνιμη παραμονή στρατευμάτων στην Κύπρο, υπέσκαψαν και οδήγησαν και τον τελευταίο γύρο συνομιλιών σε αδιέξοδο.
Εθνική ενότητα και ομοψυχία
Ανεξάρτητα, όμως, από τις όποιες δυσκολίες, δεν καταθέτουμε την ελπίδα και, με επίγνωση της Ιστορίας και του μεγάλου χρέους μας, συνεχίζουμε τον αγώνα μας για τη δικαίωση της Κύπρου, προσηλωμένοι στην απελευθέρωση και επανένωση της πατρίδας μας.
Η συναίσθηση του μεγάλου αυτού χρέους αποτελεί πάντοτε το γνώμονα όλων των προσπαθειών που καταβάλλει τόσο ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας όσο και το πολιτικό προσωπικό της Κύπρου για την εξεύρεση μιας ειρηνικής, δίκαιης, λειτουργικής και βιώσιμης λύσης, που θα διασφαλίζει, στο πλαίσιο των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και των αρχών και θεσμών του Διεθνούς Δικαίου και της Ευρωπαϊκής Ενωσης, το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των βασικών ελευθεριών όλων των Κυπρίων.
Σε αυτήν τη συνεχιζόμενη προσπάθεια για την απελευθέρωση της Κύπρου, γνωρίζουμε καλά ότι δεν είμαστε μόνοι μας και καταθέτουμε τη μεγάλη ευγνωμοσύνη μας στην Ελλάδα και τον απανταχού Ελληνισμό, που συμπορεύεται και μοχθεί μαζί μας, διαχρονικό στήριγμα και έρεισμά μας σε όλες τις προσπάθειές μας έναντι της τουρκικής αδιαλλαξίας.
Δικό μας καθήκον και χρέος ιερό στη μνήμη τους να συγχρονίσουμε το βηματισμό μας με τα βήματα της Ιστορίας και να δώσουμε τον καλό αγώνα για τη δικαίωση της Κύπρου. Απαιτείται για αυτό εθνική ενότητα και ομοψυχία, κοινωνική συναίνεση και πολιτική συναντίληψη, συλλογική δράση και αξιοποίηση όλων των δυνάμεων του Εθνους.
Οφείλουμε να διεκδικήσουμε και να παραδώσουμε στις μελλοντικές γενιές μια Κύπρο επανενωμένη, ελεύθερη, πραγματικά ανεξάρτητη, με διασφαλισμένες ελευθερίες και δικαιώματα για όλους τους πολίτες, μια Κύπρο ευημερούσα σε συνθήκες δημοκρατίας και δικαίου, με πολιτική και οικονομική σταθερότητα, με σημαίνοντα γεωστρατηγικό ρόλο και συγκριτικά πλεονεκτήματα, πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης με ουσιαστικές και αρμονικές σχέσεις με όλους ανεξαρτήτως τους γείτονές της.
Ο Κυριάκος Κενεβέζος είναι πρέσβης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ελλάδα