Η ηλεκτροκίνηση στην Ευρώπη αποτελεί κεντρικό άξονα της πράσινης μετάβασης και της στρατηγικής μείωσης των εκπομπών ρύπων. Ωστόσο, η μετάβαση σε ηλεκτρικά οχήματα (EV) αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις, όπως το υψηλό κόστος, οι ανεπαρκείς υποδομές φόρτισης και η ανάγκη επένδυσης δισεκατομμυρίων ευρώ. Η νέα έκθεση του Centre for European Policy Studies (CEPS) αναλύει τους κινδύνους και τις ευκαιρίες που διαμορφώνουν το μέλλον της ευρωπαϊκής βιομηχανίας αυτοκινήτου.

Η μετάβαση στην ηλεκτροκίνηση θεωρείται μονόδρομος για την Ευρωπαϊκή Ένωση στην προσπάθεια επίτευξης των στόχων της πράσινης μετάβασης και της μείωσης των εκπομπών ρύπων. Ωστόσο, νέα έκθεση του Centre for European Policy Studies (CEPS), με τη στήριξη της Ένωσης Ευρωπαίων Κατασκευαστών Αυτοκινήτων (ACEA), έρχεται να υπενθυμίσει ότι ο δρόμος προς την πλήρη υιοθέτηση ηλεκτρικών οχημάτων (EV) είναι πολύ πιο περίπλοκος απ’ όσο συχνά παρουσιάζεται.

Σύμφωνα με την έκθεση, η Ευρώπη βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι: τα ανώριμα δίκτυα φόρτισης, το υψηλό κόστος κτήσης και η χαμηλή εμπιστοσύνη των καταναλωτών περιορίζουν την εξάπλωση των EV σε αρκετές αγορές. Παράλληλα, η μέση ηλικία των οχημάτων στους ευρωπαϊκούς δρόμους αυξάνεται, φέρνοντας νέα δεδομένα για την αγορά και την ανταγωνιστικότητα.

Τα στοιχεία 

Η μελέτη καταγράφει συγκεκριμένα στοιχεία που δείχνουν το μέγεθος της πρόκλησης:

- Κόστος παραγωγής και τιμές: Το κόστος παραγωγής ενός αμιγώς ηλεκτρικού οχήματος (BEV) παραμένει υψηλότερο από ενός συμβατικού οχήματος εσωτερικής καύσης (ICEV). Για να διατηρηθούν οι ισχύουσες δομές τιμολόγησης, η μέση τιμή πώλησης ενός BEV πρέπει να αγγίζει τις 45.000 ευρώ, τη στιγμή που η μέση προθυμία πληρωμής των καταναλωτών δεν ξεπερνά τις 20.000 ευρώ.

- Απώλεια προστιθέμενης αξίας: Η μετάβαση στα BEV μειώνει την ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία στην παραγωγή οχημάτων από 85–90% για τα ICEV σε 70–75% για τα BEV, λόγω διαφορών στις αλυσίδες εφοδιασμού και στα εξαρτήματα.

- Μπαταρίες made in Europe: Περίπου το 70% των κυψελών μπαταριών που χρησιμοποιούνται στην ΕΕ παράγονται στην Κίνα. Για να αποκτήσει αυτάρκεια, η ΕΕ πρέπει να επενδύει περίπου 42 δισ. ευρώ τον χρόνο μέχρι το 2030, μόνο για την ανάπτυξη της βιομηχανίας μπαταριών.

- Υποδομές φόρτισης: Απαιτούνται συνολικές επενδύσεις της τάξης των 172 δισ. ευρώ έως το 2030, ενώ η πρόοδος περιορίζεται από γραφειοκρατικές καθυστερήσεις, χρονοβόρες αδειοδοτήσεις και προκλήσεις σύνδεσης με το δίκτυο.

- Εργασία και δεξιότητες: Αν και η παραγωγή EV μπορεί να δημιουργήσει νέες τοπικές θέσεις εργασίας, οι απώλειες στις παραδοσιακές γραμμές παραγωγής ICE και οι διαφοροποιημένες δεξιότητες σημαίνουν ότι η αναβάθμιση και επανεκπαίδευση εργαζομένων είναι αναγκαία για τη διατήρηση της απασχόλησης.

Σημείο καμπής για την ανταγωνιστικότητα

Η έκθεση υπογραμμίζει ότι η επιτυχία ή η αποτυχία της μετάβασης θα κριθεί από το αν οι πωλήσεις EV θα μπορέσουν να αντισταθμίσουν την αναμενόμενη πτώση των εσόδων από τα παραδοσιακά οχήματα εσωτερικής καύσης. Παράλληλα, η διασφάλιση επαρκούς κλίμακας παραγωγής και μιας ολοκληρωμένης ευρωπαϊκής αλυσίδας αξίας θεωρείται ζωτικής σημασίας για την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής αυτοκινητοβιομηχανίας έναντι ΗΠΑ και Κίνας.

Σε αυτή την εξίσωση, οι επενδύσεις υποδομής, η προσαρμογή των αλυσίδων εφοδιασμού, η τεχνογνωσία και οι κατάλληλες πολιτικές στήριξης θα καθορίσουν αν η Ευρώπη θα παραμείνει πρωτοπόρος ή αν θα υποχωρήσει έναντι διεθνών ανταγωνιστών.

Ευκαιρίες και ρίσκα 

Η ηλεκτροκίνηση ανοίγει νέες ευκαιρίες αλλά και ρίσκα για την ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία. Το ερώτημα που μένει να απαντηθεί είναι αν τα κράτη μέλη, η βιομηχανία και οι καταναλωτές είναι έτοιμοι να επενδύσουν το απαραίτητο κεφάλαιο — οικονομικό και ανθρώπινο — για να μετατρέψουν τις προκλήσεις σε ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.